Είχαμε χρόνια να ακούσουμε το όνομα των ιστορικών Nightfall σε μη νοσταλγικό πλαίσιο. Μετά από σχεδόν μια δεκαετία απουσίας από το προσκήνιο και αφού μεσολάβησαν δύο δίσκοι με τους Slayerking, ο Ευθύμης Καραδήμας επαναδραστηριοποιεί την μπάντα έστω εν μέσω της γνωστής δυσμενούς συνθήκης, υπογράφει με την ισχυρή Season Of Mist και παραδίδει το At Night We Prey ως το 10ο άλμπουμ τους. Στο συγκρότημα επιστρεφει ο Μιχάλης Γαλιάτσος, κιθαρίστας της κλασικής περιόδου τους, ο οποίος κάνει ένα πραγματικά εξαιρετικό δίδυμο με τον Κώστα Κυριακόπουλο, βασικό στέλεχος των Slayerking και, για μια βραχέα περίοδο χαμένη στον χρόνο, επίσης στο "μητρικό" συγκρότημα. Με την προσθήκη του έμπειρου Φώτη Benardo στα τύμπανα, το σύνολο αποκτά συνοχή, ακόμη περισσότερη ψυχή και έναν δυναμισμό που τώρα εκφράζεται με ακόμη περισσότερο στόμφο.
Οι Nightfall μεγάλωσαν και ωρίμασαν, παρότι το δεύτερο δεν είναι πάντα προφανές πως ακολουθεί το πρώτο. Να θεωρήσουμε και τους Slayerking ως βήμα της εξέλιξής τους; Δεν θα έβαζα το χέρι μου στη φωτιά, αλλά εφόσον θεωρήσουμε πως ο Καραδήμας ευθύνεται στον μέγιστο βαθμό και για τα δύο σχήματα, στην χειρότερη περίπτωση μπορούμε να κάνουμε κάποιους αυθαιρετους συσχετισμούς. Όπως π.χ. ότι δεν θα υπήρχαν σήμερα Nightfall, τουλάχιστον όχι με αυτόν τον τρόπο, χωρίς να περάσουν από αυτό το φίλτρο. Τα γεγονότα, βέβαια, τείνουν να μας διαψεύσουν. Παρότι έχουν περάσει αρκετά χρόνια και αρκετές διαφορετικές μουσικές και μη εμπειρίες, το At Night We Prey ακούγεται ως η πλέον φυσιολογική, για την απόσταση των 9 ετών, εξέλιξη του Cassiopeia, του μέχρι φέτος τελευταίου δίσκου των Nightfall 9 χρόνια πριν, με βελτιωμένο ήχο και πιο στιβαρές συνθέσεις. Παρεμπιπτόντως, μια επανακρόαση της πλήρους δισκογραφίας τους ενδέχεται να αποκαλύψει περισσότερες αρετές στους τελευταίους δίσκους από ό,τι τους αναγνωρίστηκε στην εποχή τους…
Η προσοχή του ακροατή εξασφαλίζεται λίγα δευτερόλεπτα αφότου πατηθεί το play, αφότου μπει η βελόνα για πρώτη φορά στα αυλάκια, διαλέξτε. Το Killing Moon (όχι διασκευή Echo And The Bunnymen...) μπαίνει υμνικά και συνεχίζει με το γκάζι πατημένο μέχρι το ενδιαφέρον ρεφρέν με την συμπνοια φωνής και κιθάρας. Και αν αυτό το κομμάτι φέρει την διακριτική σφραγίδα των Moonspell, το Darkness Forever διαθέτει όλα τα καλά χαρακτηριστικά των Nefilim, του σκληρού side project του Carl McCoy (disclaimer: δεν υπονοείται σε καμία περίπτωση ότι οι Nefilim είχαν και κακά χαρακτηριστικά...) σε μια πιο death/thrash εκδοχή. Δεν πρόκειται φυσικά για στεγνές αντιγραφές, αλλά όσο παίζει το At Night We Prey έρχονται στο νου όλοι οι ήχοι του ατμοσφαιρικού metal των '90s & '00s σε όλες τις εκφάνσεις, ταχύτητες και τραχύτητες του. Οι Nightfall είχαν φυσικά το μερίδιό τους στην σκηνή της εποχής και αναπόφευκτα φέρουν και το στίγμα της.
Μετά από τον κεραυνό του Witches που ανεβάζει στροφές όσο προχωράει, το Giants Of Anger ρίχνει τις ταχύτητες σε επίπεδα παραδοσιακού doom/death σε μία από τις πιο μεστές συνθέσεις του δίσκου. Και παρά την κοιλίτσα που ακολουθεί στα επόμενα κομμάτια, σε σχέση με το επίπεδο του υπόλοιπου δίσκου, το δίδυμο του κλεισίματος επαναφέρει την τάξη: το ομώνυμο έρπει με κλασικό ‘90s τρόπο, ενώ η εναρκτήρια (και βασική, όπως αποδεικνύεται) μελωδία του Wolves In Thy Head εισάγει με τον καλύτερο τρόπο σε ένα α λα Celtic Frost ρυθμικό headbanging και ένα από τα ωραιότερα κομμάτια του άλμπουμ.
Ο Καραδήμας μιλάει στους στίχους του για την κατάθλιψης εξαιτίας της προσωπικής του εμπειρίας· μια ασθένεια που, κακά τα ψέματα, είναι πιο κοινή από όσο θέλουμε να πιστεύουμε και αντιμετωπίζεται ακόμη κοινωνικά ως ταμπού, ένας δύσκολος αγώνας που το άτομο ουσιαστικά διαχειρίζεται εφ όρου ζωής. Φυσικά, όπως συμβαίνει συνήθως στις "παλιές" μπάντες, αυτή η προσωπική περιπέτεια απεικονίζεται κυρίως αλληγορικά και με αρκετές οικίες στο μεταλλικό κοινό μεταφορές, σε σημείο που κάποιες φορές να γίνεται δυσδιάκριτος ο πραγματικός στόχος . Όμως όσο προχωράει ο δίσκος, το κεντρικό θέμα γίνεται σαφές και έτσι η δεύτερη ακρόαση του άλμπουμ μπορεί πλέον να γίνει με αυτήν την νοηματική πλευρά στο νου.
Ας μην μείνουν οι Nightfall στην εγχώρια μεταλλική ιστορία μόνο γιατί ήταν οι πρώτοι των ηρωικών εποχών της που υπέγραψαν σε εταιρία του εξωτερικού (Holy Records, τω καιρώ εκείνω). Και εμείς, ας μην κολλάμε συνεχώς στην ιστορική σημασία των πρώτων τους δίσκων, ούτε στην (κατ’ αναλογία) επιτυχία του Lesbian Show. Ακούμε τι έχουν να πουν στο παρόν “ακούγοντας” και το παρελθόν τους μέσα. Το At Night We Prey δικαιούται να συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των ποιοτικότερων δίσκων τους και "φωνάζει" για ανάλογη διάδοχη κατάσταση.
(Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, έχει προγραμματιστεί να είναι οι Nightfall αυτοί που θα επανεκκινήσουν τις σημαντικές metal συναυλίες, μετά από ενάμιση χρόνο γεμάτο περιορισμούς και αρκετά περισσότερα χρόνια μετά από τη δική τους τελευταία συναυλία. Στην πρώτη παρουσίαση του δίσκου της επανενεργοποίησης, το νέο υλικό αλλά και η μπάντα θα μετρήσουν τις δυνάμεις τους.)