Τετάρτη, 12 Νοεμβρίου 2014 04:55

Robert Plant – Lullaby and ...The Ceaseless Roar (Nonesuch / Warner Bros. Records, 2014)

Written by 

Η κυκλοφορία ενός προσωπικού δίσκου ενός καλλιτέχνη με τέτοιο ειδικό βάρος, είναι από μόνο της σημαντική είδηση αλλά κι ένα μεγάλο στοίχημα: Θα μπορέσει να αποδειχθεί αντάξια του ονόματος του δημιουργού της; Υπό αυτήν την έννοια, οποιοσδήποτε έχει ακούσει έστω μερικά κομμάτια των Led Zeppelin, πόσο μάλλον εάν έχει όλους τους δίσκους στην δισκοθήκη του (είτε παραδοσιακή, είτε ψηφιακή), είναι σχεδόν αδύνατον να ξεφύγει από την έντονη κριτική διάθεση και ενδεχομένως την καχυποψία για το τί τον περιμένει στο “Lullaby”. Ένα τόσο βαρύ όνομα, λοιπόν, δεν λειτουργεί πάντα υπέρ του καλλιτέχνη. Το στοίχημα για τον γράφοντα, όμως, είναι κάπως διαφορετικό: Τα “άγρια” χρόνια του '70 να μην είναι απλώς ένα μέτρο σύγκρισης και αφορμή αναπόλησης των “παλιών καλών εποχών”, αλλά ένας δείκτης που μετράει την απόσταση που αυτός ο καλλιτέχνης έχει διανύσει έως τώρα.

Η απόσταση αυτή αριθμεί εννέα προσωπικούς δίσκους, με το “Lullaby” να είναι ο 10ος του 66χρονου Βρετανού. Σκοπίμως θα παρακάμψω τα χρόνια της δεκαετίας του '80 (μετά την αιφνίδια διάλυση των Zeppelin), αλλά και τα μάλλον υποτονικά χρόνια του '90 και θα σταθώ στην περίοδο από την κυκλοφορία του “Dreamland” (2002) έως σήμερα. Το κοινό χαρακτηριστικό είναι μεν το folk στοιχείο που διαπνέει όλη τη μουσική του, τα γνωστά περάσματα στη φωνή και το ύφος του, αλλά η εξέλιξη, που είναι εμφανής. Σε αυτό ίσως να συμβάλλει το γεγονός της συχνής αλλαγής των συγκροτημάτων που τον συνοδεύουν: Από τους Strange Sensation, την συνεργασία με την Alison Krauss, τους Band Of Joy (πρόκειται επίσης για το όνομα του πρώτου συγκροτήματός του) μέχρι τους Sensational Space Shifters, με τους οποίους ηχογραφήθηκε το Lullaby. Σε σχέση με όλη αυτήν αυτή την δισκογραφία, το “Lullaby” ξεχωρίζει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο: Ο Plant έχει αναδείξει ακόμη περισσότερο όλες τις επιρροές του από την παραδοσιακή μουσική, χωρίς ταυτόχρονα να εγκλωβίζεται σε μουσικές φόρμες και κάποιο στυλ. Η περιπλάνησή του αποτυπώνεται στην μουσική του, η οποία μας συστήνεται με απλότητα και με διάθεση ονειροπόλησης. Πρόκειται για ένα album με συνοχή και ατμόσφαιρα, εύκολο στην ακρόαση και με νυχτερινή διάθεση (αλλά όχι σκοτεινή) και, καθώς χειμώνας έρχεται, θα είναι ένας δίσκος που σίγουρα θα συνοδέψει αρκετά βράδια μου ακόμη.

Παρ’όλο όμως που πρόκειται για ένα “νυχτερινό” και αρκετά ήπιο album, δεν λείπουν οι ευχάριστες εκπλήξεις στην ροή του. Ενώ αγγίζει ένα είδος μουσικής που μπορεί πολύ εύκολα να γεννήσει “προβλέψιμα” κομμάτια που απλώς καταλήγουν σαν ευχάριστο χαλί σε κάποια άλλη δραστηριότητα, η φαντασία και η ωριμότητα του Plant έρχονται να δώσουν αυθεντική γεύση σε αυτήν την έθνικ (και όχι μονο) κουζίνα. Ξεχωρίζουν ιδιαίτερα το Little Maggie, με το οποίο ξεκινάει ο δίσκος, ένα παραδοσιακό κομμάτι των Απαλλαχίων από τα τέλη του 19ου αιώνα τόσο καλά διασκευασμένο που γίνεται σχεδόν δικό του, θυμίζοντας μάλιστα αρκετά τον ήχο των Afrocelt Sound System. Η ατμόσφαιρα γεμίζει από εικόνες και τοπία στο “Embrace Another Fall” (ίσως το καλύτερο κομμάτι του δίσκου), όπου οι ιδέες ξεχειλίζουν και δύσκολα συγκρατούνται στα 5 λεπτά και 49 δευτερόλεπτά του. Λίγο μετά, θα σταθούμε στο “A Stolen Kiss”, ένα κομμάτι που μοιάζει με εξομολόγηση, με την ατμόσφαιρα βαριά και μελαγχολική μεν, αλλά ζωντανή και γεμάτη όπως οι αναμνήσεις και τα συναισθήματα. Το αποτύπωμά των κομματιών αυτών μένει στην καρδιά και το μυαλό και στην υπόλοιπη ροή του δίσκου, παρά τα επόμενα ευδιάθετα κομμάτια, μέχρι που φτάνουμε στο “Up On The Hollow Hill (Understanding Arthur)”, το οποίο μας παρασύρει, επιτέλους, σε ένα ταξίδι, ίσως το μόνο πραγματικό αντίδοτο στην μελαγχολία. Το “παιδί της Maggie”, μια ηλεκτρονική εκδοχή/διασκευή του εναρκτηρίου τραγουδιού του δίσκου με αρκετές δόσεις Αφρικής, κλείνει τον δίσκο ευχάριστα, προϊδεάζοντας (θα ήθελα να πιστέψω) για την επόμενη δουλειά του Robert Plant με τους Sensational Space Shifters.

Η υποκειμενικότητα του γούστου όσον αφορά την παραγωγή και τη μίξη, με οδηγεί στην επιθυμία να ακούσω περισσότερο φυσικό και καθαρό ήχο, χωρίς την έντονη χρήση της ηχούς. Αυτό, είναι ενδεχομένως κατάλοιπο που μου άφησαν οι τις προηγούμενες δουλειές του Robert Plant, όπως και να έχει όμως θα άλλαζε τον χαρακτήρα του όλου αποτελέσματος. Επιπλέον, η επιλογή του fade out για το κλείσιμο πολλών κομματιών, ενδεχομένως δεν είναι και η καλύτερη, όσο ατμοσφαιρικό κι αν είναι το αποτέλεσμα, εκτός κι αν επρόκειτο για concept δίσκο (κάτι που σε αυτήν την περίπτωση, δεν ισχύει).

Τελικά όμως, ναι, το στοίχημα κερδήθηκε για ακόμη μία φορά και παρ'όλο που το συγκεκριμένο άλμπουμ δεν αποτελεί χαρακτηριστικό της μετά το 2000 εποχής του αειθαλούς Plant, είναι ένα που σίγουρα αξίζει να ακούσει κανείς, μιας που είναι σίγουρο ότι θα βρει αρκετές ταξιδιάρικες και δυνατές στιγμές, στις οποίες θα θέλει μάλιστα να επανέρχεται από καιρού εις καιρόν.


7/10

Media

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα