Print this page
Τρίτη, 26 Μαρτίου 2019 13:19

Αφιέρωμα Lung Fest: Ξεφυλλίζοντας (ξανά) μουσικές σελίδες

Written by 

Εδώ και μερικούς μήνες ένα νέο μουσικό έντυπο κυκλοφορεί στην πόλη (δειλά δειλά και στην υπόλοιπη χώρα), θυμίζοντας μας μια παλιά αγαπημένη συνήθεια, να διαβάζουμε από το χαρτί και όχι από κάποια οθόνη. Ο λόγος για το Lung Fanzine, το οποίο πρόσφατα κυκλοφόρησε το δεύτερο τεύχος του και το γιορτάζει με ένα άκρως ενδιαφέρον φεστιβάλ (κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί στις αρχές του χρόνου με την ευκαιρία της έκδοσης του πρώτου τεύχους), το οποίο θα λάβει χώρα στο Θέατρο Εμπρός (Ψυρρή) την Παρασκευή 29 Μαρτίου. Το εντυπωσιακό -αν μη τι άλλο- line up της βραδιάς φιλοξενεί καθιερωμένα ονόματα από τα 90s αλλά και ολόφρεσκα σχήματα που γνωρίσαμε πρόσφατα. Πιο συγκεκριμένα, θα εμφανιστούν οι Bokomolech, Sigmatropic, sister, Tasos Sagris & Whodoes και Adolf Plays the Jazz. Το Soundgaze απηύθυνε ένα κοινό ερωτηματολόγιο τριών ερωτήσεων στα πέντε γκρουπ και έλαβε απαντήσεις με ουσία και περιεχόμενο.

 

Οι ερωτήσεις

1. Ποια η σχέση σας, ως μουσικοί και κυρίως ως αναγνώστες, με τα εγχώρια μουσικά έντυπα από το παρελθόν ως σήμερα;

2. Το Lung Fest φιλοξενεί 5 μπάντες διαφορετικής γενιάς και διαφορετικού μουσικού ύφους. Αλήθεια, πως βλέπετε την εγχώρια εναλλακτική σκηνή του σήμερα;

3. Σε ποια φάση βρίσκεται το γκρουπ σας αυτή την περίοδο; Ετοιμάζετε κάτι νέο;

 

Οι απαντήσεις

Bokomolech

1. Οι περισσότεροι είμαστε αρκετά μεγάλοι ώστε να έχουμε διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό ως ακροατές από τον μουσικό τύπο των δεκαετιών του '80 και του '90. Τα τελευταία χρόνια επικράτησαν τα άυλα-ηλεκτρονικά μουσικά “περιοδικά” και είναι πολύ ενδιαφέρον που φαίνεται πολύ πρόσφατα μια αναθέρμανση του ενδιαφέροντος για το έντυπο μέσο, γιατί είναι σαφές πως έχει κάποιες ποιότητες που το ηλεκτρονικό μέσο δεν μπορεί να αποκτήσει -παρά τα πολλά του πλεονεκτήματα, που το κάνουν πια αναντικατάστατο.

2. Τη βλέπουμε με πολύ ενδιαφέρον, όσο μπορούμε να την παρακολουθήσουμε. Συμβαίνουν τόσο πολλά αξιόλογα πράγματα που, ακόμα και με τις δυνατότητες που δίνουν οι πλατφόρμες streaming, είναι πολύ εύκολο να χαωθεί κανείς. Και εδώ έγκειται η αξία του μουσικού τύπου -και δη προσπαθειών όπως το Lung: λειτουργούν σαν πυξίδα.

3. Ναι, τελειώνουμε τις μείξεις (με τον Coti K) για την πρώτη μας κυκλοφορία μετά το Mass Vulture. Επτά χρόνια μετά, οι χρόνοι μας είναι πια πολύ αργοί, αλλά μας αρκεί που ακόμα παίζουμε μαζί.


Sigmatropic

[Απαντά ο Άκης Μπογιατζής]

1. Τα μουσικά έντυπα έδειξαν ενδιαφέρον και αγκάλιασαν τη μουσική μας από τις πρώτες μέρες. Η αρχική θετική ανταπόκριση στις κυκλοφορίες και τις συναυλίες μας οδήγησε σε γενικευμένο ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε με αφιερώματα, συνεντεύξεις, κλπ. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο μουσικός Τύπος του οποίου εγώ προσωπικά ήμουν τακτικός αναγνώστης είτε στην έντυπη μορφή (για παράδειγμα, Ήχος+Εικόνα, Sonik), είτε στην ηλεκτρονική μορφή (avopolis, mic, κλπ.) έδειξε ενδιαφέρον για τη μουσική δημιουργία των Sigmatropic, όπως και για «αδελφά» μουσικά σχήματα (Dr. Atomik, Αντώνης Λιβιεράτος, Illegal Operation).

Κοιτάξτε, ο εγχώριος μουσικός Τύπος του σήμερα μπορεί να μην έχει τη δύναμη επιρροής και την οικονομική ευρωστία των 80’s και 90’s, αλλά έχει κληρονομήσει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προκατόχων του και τα έχει εναρμονίσει με το σκηνικό που διαμορφώθηκε μέσα από την «μετα-Ολυμπιακή» εποχή και κατόπιν, την αναπόφευκτη κρίση. Σήμερα, στον χώρο του μουσικού Τύπου, όπως και σε αυτή καθαυτή τη μουσική σκηνή, έχω την αίσθηση ότι υπάρχει μια αναμονή για την «επόμενη ημέρα». Δηλαδή, πώς θα διαμορφωθεί το σκηνικό στη μετά κρίση εποχή. Ένα ήδη θετικό σημείο είναι, ότι οι ανεξάρτητες εκδόσεις (φανζίν, κλπ.) παραμένουν απτόητες, κάτι ως θεσμός, και αυτό είναι άξιο σεβασμού.

2. Ομολογώ ότι τα νεότερα σχήματα που συμμετέχουν δεν τα γνωρίζω, γι’αυτό και περιμένω με ενδιαφέρον να τα ακούσω. Απ’ όσο έχω παρακολουθήσει, η εναλλακτική σκηνή των τελευταίων δέκα χρόνων έχει δώσει αρκετά αξιόλογα δείγματα μουσικής. Νιώθω μια άγρια και αυθόρμητη χαρά όταν παρατηρώ προσπάθειες από νέα παιδιά με όρεξη για νέους ήχους και ιδέες. Μόνο που, όπως και (σχεδόν) πάντα σε αυτή τη χώρα, οι απόπειρες παρουσιάζονται αποσπασματικές, χωρίς να μας πείθουν ότι υπάρχει Σκηνή  (με κεφαλαίο «Σ»). Και εδώ, ίσως υπάρχει ένας ενδιαφέρων ρόλος για τα έντυπα.

Από την άλλη πλευρά, η παρουσία των παλιών (όπως των Bokomolech) δίνει το στίγμα της «σταθερής αξίας». Πάντα πίστευα ότι μόνο ένα σημείο στο «χάρτη», όπως π.χ. εκείνο των νέων προτάσεων δεν αρκεί. Καταλαβαίνεις πιο πολλά για τη μουσική ταυτότητα της μουσικής σκηνής, δηλαδή πού «το πάει», όταν έχεις δύο (τουλάχιστον) σημεία: δηλαδή εκτός από τους νεότερους, να φαίνεται πώς δουλεύουν και εντάσσονται οι παλαιότεροι στη νέα εποχή υπό τις συνθήκες που διαμορφώνονται.

3. Με τους Sigmatropic διανύουμε μια νέα δημιουργική περίοδο καθώς δουλεύουμε καινούργιο υλικό με τη σημερινή σύνθεση της μπάντας που, εκτός από το Φοίβο  Ζήτη (κιθάρα), το Γιάννη Τρυφερούλη (τύμπανα) και τον υποφαινόμενο (μπάσο, τραγούδι), περιλαμβάνει και τον Αντώνη Λιβιεράτο (πλήκτρα) και τον Τάσο Κάτσαρη (σαξόφωνο). Ένα σημαντικό μέρος του υλικού έχουμε ήδη αρχίσει να το ηχογραφούμε και ήδη το εκθέτουμε στην κρίση του κοινού στις εμφανίσεις μας, όπως θα γίνει και στο Lung Fest.

Adolf Plays the Jazz

1. Είναι γεγονός πως μέχρι τα μέσα των ’00s κάποιος μουσικόφιλος με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα αναζητούσε κάποιο μουσικό έντυπο ώστε να βρει τις απαραίτητες μουσικές πληροφορίες, νέες κυκλοφορίες κτλ. Μάλιστα υπήρχε η δυνατότητα για τον καθένα να επιλέξει αν θα διαβάσει κάτι πιο «οργανωμένο», όπως ήταν το Ποπ+Ροκ για παράδειγμα ή να βρει κάτι πιο ανεξάρτητο, που πολλές φορές μπορεί να συνδύαζε τη μουσική με μια πιο πολιτικοποιημένη άποψη. Τα fanzines, τα αυτό-οργανωμένα εγχειρήματα αυτά, μπορεί να μοιράζονταν μεταξύ φίλων αρχικά, αλλά έπαιξαν με τη σειρά τους πολύ σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας indie/rock σκηνής. Μάλιστα, κάποια από αυτά, όπως το Merlins Music Box  ή το Fractal Press κατάφεραν να έχουν αρκετά μεγάλο κοινό, σταθερή περιοδικότητα και να φέρουν σε επαφή το εναλλακτικό ακροατήριο με μουσικά είδη και σχήματα που δύσκολα θα μπορούσαν να μπουν στα mainstream -ας πούμε- έντυπα. Σήμερα δυστυχώς με τον ηλεκτρονικό τύπο και την απίστευτα μεγάλη διάχυση της πληροφορίας, το κοινό δύσκολα μπορεί να βρει κοινούς κώδικες όπως παλιότερα. Τα μέλη των Adolf Plays the Jazz, καθώς πρωτίστως είναι ακροατές, χρωστούν πολλά στα μουσικά έντυπα. Είμαστε μια πολυμελής μπάντα με πολλά και ετερόκλητα ακούσματα, διαφορετικές επιρροές που σίγουρα παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση του ήχου μας. Τα μουσικά περιοδικά και fanzines σίγουρα έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στο πως έχουμε μάθει να αγαπάμε και να προσεγγίζουμε τη μουσική.

2. Πραγματικά σε αυτό το fest συναντώνται 3 ή καλύτερα 4 μουσικές γενιές, με διαφορετικό μουσικό ύφος και προσεγγίσεις. Ωστόσο όλες οι μπάντες έχουν μια τάση προς τον πειραματισμό και μια διαρκή αναζήτηση μέσα στον ήχο που πιστεύουμε ότι είναι και ο λόγος που κάνουν αυτό το line up ταιριαστό κατά κάποιο τρόπο. Η σημερινή ελληνική σκηνή πραγματικά έχει να παρουσιάσει πολλά σημαντικά σχήματα. Είναι πιο πλούσια από ποτέ αλλά και αυτή είναι αρκετά κατακερματισμένη, σε σημείο που ίσως δεν μπορεί κάποιος να την χαρακτηρίσει σκηνή (βέβαια εξαίρεση αποτελεί η heavy rock/stoner σκηνή που απολαμβάνει πρωτόγνωρη επιτυχία). Τεράστιο λόγο στον κατακερματισμό αυτό, θα λέγαμε ότι παίζει το γεγονός πως τα όρια μεταξύ mainstream και underground είναι πλέον πολύ θολά λόγω των social media. Η κάθε μπάντα αναλαμβάνει μόνη της την προώθηση της και αυτό την απομονώνει σε σχέση με τις υπόλοιπες μπάντες, δύσκολα δημιουργούνται δεσμοί αλλά και ενιαίο κοινό. Ενώ επίσης πολλές φορές η «δόξα» και το κυνηγητό των like οδηγούν σε υιοθέτηση επιλογών που αλλοιώνουν τον χαρακτήρα των συγκροτημάτων.

3. Οι Adolf Plays the Jazz μετά από μια παύση μεγαλύτερη των δύο χρόνων, έχουμε επιστρέψει με αρκετά νέα μέλη και όπως σε κάθε βήμα μας προσπαθούμε να δώσουμε κάτι διαφορετικό, αναζητώντας νέους δρόμους πάνω στον ήχο μας. Έχουμε ήδη κάποια live και καινούργιο υλικό που δουλεύουμε στις πρόβες, ώστε να ηχογραφήσουμε το επόμενο διάστημα. Στο No Festive Stress, Breathe and Celebrate αποφασίσαμε να ανέβουμε στη σκηνή του Ελεύθερου Αυτοδιαχειριζόμενου Θεάτρου Εμπρός και να κάνουμε κάτι διαφορετικό. Θα προσπαθήσουμε ζωντανά να παρουσιάσουμε ένα εναλλακτικό soundtrack για το μνημειώδες Eraserhead του David Lynch την ίδια ώρα που πίσω μας θα παίζεται η ταινία. Στόχος μας είναι, προσεγγίζοντας με σεβασμό το σημαντικό αυτό έργο, να του δώσουμε μια πιο εφιαλτική και παραμορφωμένη εκδοχή με μέσο τα post-rock και noise rock στοιχεία που αποτελούν τον ήχο της μπάντας. Ελπίζουμε να τα καταφέρουμε.

 

sister

[Απαντάει ο a_v]

1. Το Overdub fanzine, που εξέδιδε ο Χρήστος Καρράς, ήταν ένα εγχειρίδιο προσωπικής μόρφωσης, το οποίο σκέφτομαι ακόμα και σήμερα με αγάπη και θαυμασμό. Όπως και το Sense fanzine, για διαφορετικούς αλλά παρόμοιας έντασης, λόγους.

Μεγάλωσα με το Ποπ + Ροκ υπό τον Γιάννη Πετρίδη και έπειτα τον Νίκο Κοντογούρη. Εκείνα τα χρόνια διέθετε μια ομάδα καταπληκτικών συντακτών που σε έκανε να νομίζεις ότι δεν έχουν κάτι να ζηλέψουν από τα μεγάλα έντυπα του εξωτερικού. Σήμερα πολύ απλά δεν διαβάζω/διαβάζουμε κάποιο μουσικό έντυπο.

2. Δεν είμαι σίγουρος ότι μπορούμε να μιλάμε για μια σκηνή. Ο όρος σκηνή είναι κάπως σαν τον όρο γενιά, όπου αποδίδονται παρόμοια χαρακτηριστικά σε ένα σύνολο ανθρώπων, αμελώντας τις ιδιαιτερότητες και κυρίως τις διαφορές μεταξύ τους. Νομίζω λοιπόν το πιο δόκιμο είναι να λέμε ότι υπάρχουν σκηνές, όμως εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, θα λέγαμε ότι υπάρχουν συσπειρώσεις συγκροτημάτων, οι οποίες δεν έρχονται απαραίτητα σε επαφή μεταξύ τους. Είμαστε σαν πλοία που περνάνε το ένα δίπλα από το άλλο μέσα στη νύχτα. Πίνουμε όλοι από την ίδια πηγή, της μουσικής, όμως τελικά είμαστε άγνωστοι μεταξύ μας. Το ίδιο κάνουμε και εμείς ως sister, έχουμε κάποια αδελφά συγκροτήματα και ύστερα απλά παρατηρούμε τι συμβαίνει γενικότερα. Ίσως αυτό που τελικά μπορεί να λείπει είναι ότι στην κυριολεξία δεν υπάρχει μια σκηνή: μιλάμε πολύ εύκολα για τη σκηνή του CBGB’S και ξεχνάμε ότι στην πραγματικότητα μια συστάδα από εξαιρετικά ετερόκλητα ονόματα μοιράζονταν την ίδια σκηνή, το ίδιο δωμάτιο κάθε βράδυ. Ίσως αυτό που λείπει τελικά είναι ένα δωμάτιο σαν μια γεννήτρια, ένα δωμάτιο όπου μπορούν να αποσύρονται κάποια ανήσυχα μυαλά και να προετοιμάζουν σχεδόν εργαστηριακά το επόμενο πολιτισμικό χτύπημα.

3. Αυτήν την περίοδο φτιάχνουμε τα κομμάτια για τη δεύτερη κυκλοφορία μας. Είναι πολλά και βρίσκονται σε διάφορες φάσεις σχηματισμού. Είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο έτσι το δεύτερο album μας να είναι διπλό. Από εκεί και πέρα, προσπαθούμε να δούμε πως είναι διαφορετικό αυτό που κάνουμε τώρα σε σχέση με το πρώτο album, θέλοντας πάντα να γίνουμε η αγαπημένη μπάντα των φίλων μας. Αυτό θα μας έκανε πολύ περήφανους.

  Τάσος Σαγρής & Whodoes

1. Είμαστε και οι δυο μας άνθρωποι που αγαπάμε πολύ την μουσική και οι πιο καλοί μας φίλοι την αγαπούν επίσης. Μαζευόμαστε ακόμα, πίνουμε και ακούμε βινύλια, ψάχνουμε καινούργιους ήχους και ανακαλύπτουμε διαρκώς νέες εμπειρίες μέσα από την εξερεύνηση του ήχου. Ο βασικός λόγος που τα fanzine βοηθούν την μουσική να υπάρξει είναι γιατί οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτά αγαπούν με πάθος αυτό για το οποίο γράφουν. Στη χώρα μας, που κατά βάση δεν υπάρχει άλλη πραγματικά οργανωμένη κουλτούρα πέραν της βιομηχανίας βλακώδους μαζικής διασκέδασης τα fanzine είναι πάντα ανάσες ελευθερίας μέσα σε ένα ασφυκτικό τοπίο. Περιοδικά του παρελθόντος όπως το Rollin Under και το The Thing (στα οποία ο Τάσος έγραφε στις αρχές της δεκαετίας του ‘90), το υπέροχο In Those Days, οι Σκιές του Β23, το Merlin Music Box, το B-Side, το Κτήνος, το Futura,  ο Ψυχαγωγός, η Ανοιχτή Πόλη βοήθησαν την ελληνική σκηνή να συνδεθεί με την παγκόσμια αντικουλτούρα, έφεραν τα συγκροτήματα σε επαφή με ένα μικρό αλλά πολύ μορφωμένο και ενεργό κοινό και δημιούργησαν πεδία συνάντησης ανάμεσα στους καλλιτέχνες. Σήμερα τον ίδιο ρόλο σε κάποιο βαθμό προσπαθούν να  παίξουν κάποιες μουσικές ιστοσελίδες από τις οποίες όμως απουσιάζει η σύνδεση της μουσικής με το ευρύτερο φιλοσοφικό, πολιτικό και καλλιτεχνικό περιβάλλον. Με αυτό τον τρόπο η μουσική πολλές φορές μένει μετέωρη και συχνά εκτός της ίδιας την ιστορίας των κοινωνικών αντιστάσεων, σαν απλά ένα στιλιστικό βίτσιο ιδιωτικής κατανάλωσης. Μιας και ο έντυπος λόγος αποκτά υλική οντότητα και σημασία ελπίζουμε οι φίλοι και οι φίλες που θα επιδιώξουν την δημιουργία ανεξάρτητων και αυτοργανωμένων περιοδικών στο άμεσο μέλλον να έχουν ενδιαφέροντα που θα φέρνουν την μουσική μέσα στα ευρύτερα απελευθερωτικά προτάγματα της εποχής μας και δεν θα την αποσυνδέουν από αυτά. Ευχόμαστε και το Lung να έχει μια αντίστοιχη γόνιμη προσφορά προς αυτή την κατεύθυνση. 

2. Το internet βοήθησε τους νέους μουσικούς αλλά και εμάς τους ίδιους να ακούσουμε μουσικές του παρελθόντος που ήταν οικονομικά αδύνατο να ακούσουμε παλιότερα. Αυτό έχει δώσει στους underground μουσικούς της εποχής μας πολύ πιο σφαιρική και ολοκληρωμένη αίσθηση της μουσικής. Επίσης οι νέες τεχνολογίες έδωσαν δυνατότητες ηχογράφησης, παραγωγής και διάδοσης ενός πολύ μεγάλου αριθμού μουσικών έργων. Αυτό ωφέλησε εκτός των άλλων τους κάθε είδους πειραματισμούς και μας έδωσε την ευκαιρία να γράψουμε και να ακούσουμε μουσικές από εγχώριες μπάντες που δεν θα κυκλοφορούσανε ποτέ από καμιά εταιρία στην Ελλάδα. Υπό αυτή την λογική, μουσικά, είμαστε καλύτερα από ποτέ. Αυτό που λείπει είναι η αφιέρωση των μουσικών στην μουσική που υπήρχε κάποτε. Αφού είναι πιο εύκολο να το κάνεις- είναι και πιο εύκολο να το εγκαταλείψεις. Πάντα οι μπάντες στην Ελλάδα έκλειναν γρήγορα τον κύκλο τους, τώρα αυτό συμβαίνει ακόμα πιο γρήγορα. Πολλοί μουσικοί έχουν απλοϊκές φιλοδοξίες που εξαντλούνται στην εμφάνιση σε ένα-δυο hipster στέκια, μια συνέντευξη σε free press μεγάλης κυκλοφορίας και ένας δίσκος σε 200 αντίτυπα. Αυτό γίνεται γρήγορα, μέσα σε δυο-τρία χρόνια, η αυτό-επιβεβαίωση έχει επιτευχθεί, το κλασσικό παραμύθι του rock star βιώνεται και αυτό πλέον σαν μια ιδιωτική υπόθεση. Ο καθένας έχει τα 15 δευτερόλεπτα δημοσιότητας που του αναλογούν και μπορεί να συνεχίσει την προσωπική του ζωή με κάποιες ωραίες νεανικές αναμνήσεις. Άλλωστε και η «νεότητα» έχει συρρικνωθεί κατά πολύ πλέον. Από την άλλη, υπάρχουν πλέον πάρα πολλές μπάντες αλλά όχι πιστό κοινό να τις παρακολουθεί- ο κόσμος έχει γίνει πιο πολύς, ο τρόπος σύνδεσης όμως έχει αλλάξει. Όλα είναι εφήμερα, περιστασιακά και αποσπασματικά. Το rock που κάποτε αποτελούσε τον πυρήνα της εναλλακτικής σκηνής έχει πλέον πολύ λιγότερο κόσμο που ταυτίζεται με αυτό και πολύ περισσότερο κόσμο που απλά το καταναλώνει. Η αντικουλτούρα είναι σε οπισθοχώρηση, υπάρχει μια ευρύτερη συντηριτικοποίηση, καταναλώνουμε ο ένας τον άλλον χωρίς να ερωτευόμαστε μεταξύ μας, υπάρχει φτώχεια, φόβος και μια διάχυτη αβεβαιότητα για το αύριο, μια «κλειστή διάθεση», μια έλλειψη εμπιστοσύνης και ψυχικής δέσμευσης που δεν επιτρέπει πολλά ξενύχτια, αλητείες και περιπέτειες στους νέους ανθρώπους με τον τρόπο που τις γνωρίσαμε σε προηγούμενες δεκαετίες ειδικά στα τέλη του προηγουμένου αιώνα. Πέρα από τον γελοίο ηδονισμό των πλουσίων υπάρχουν και όλοι εκείνοι που κατάφεραν να ζήσουν τις πιο μεγάλες περιπέτειες όχι με χρήματα αλλά με την δύναμη της φιλίας, της ουτοπίας και του έρωτα. Η εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «κρίση» έχει ένα πολύ σοβαρό κοινωνικό αντίκτυπο που πολλές φορές το παραγνωρίζουμε- είναι η κρίση βιώματος, όλα αυτά που δεν ζήσαμε και δεν ξέρουμε καν ότι υπάρχουν σαν δυνατότητες. Όπως λέει το τραγούδι μας: «Η ζωή που ζούμε δεν είναι η ζωή. Άλλο πράγμα είναι η ζωή- και άλλο πράγμα είναι η ζωή που ζούμε» 

3. Έχουμε έτοιμο για κυκλοφορία τον πρώτο μας δίσκο «Φαινομενολογία της Γκιλοτίνας» από τον οποίο θα παίξουμε κυρίως κομμάτια στο Lung Fest. Θα παίξουμε επίσης το κομμάτι «Ο Κόσμος Γεννήθηκε τη Νύχτα» από τον δεύτερο δίσκο που είναι ήδη στα σκαριά. Αυτό σημαίνει δηλαδή πως είμαστε σε μια περίοδο έντονης δημιουργικότητας. Σύντομα πιστεύουμε τα ηχογραφημένα κομμάτια θα πάρουν τον δρόμο τους. Εκτός των άλλων τον Φεβρουάριο παίξαμε στο London School of Economics στο διεθνές φεστιβάλ ποίησης “Financial Consequences” που οργανώθηκε από το Ινστιτούτο Πειραματικών Τεχνών παρουσιάζοντας για πρώτη φορά τα κομμάτια μας στα Αγγλικά με πολύ ένθερμη ανταπόκριση από το κοινό, μια συνθήκη που μας ωθεί να ετοιμάσουμε τον πρώτο μας δίσκο και στην Αγγλική γλώσσα. Σχεδιάζουμε επίσης μια σειρά πειραματικά video clips και ο Whodoes πρόσφατα κυκλοφόρησε τον τρίτο προσωπικό του δίσκο “Hours” που μπορείτε να ακούσετε μαζί με την υπόλοιπη δισκογραφία του εδώ: https://whodoes.bandcamp.com.  Βασική μας όμως διάθεση είναι να ταξιδέψουμε με συναυλίες σε όσο το δυνατόν περισσότερα μέρη στην Ελλάδα και το εξωτερικό και να βοηθήσουμε και άλλους ποιητές και ποιήτριες να ανέβουν στην σκηνή, να συνεργαστούν με μουσικούς και να δώσουν ήχο στην νέα ποίηση.

 

* Περισσότερες πληροφορίες για το φεστιβάλ εδώ.

Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

 

 

Ο Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 (συγκεκριμένα τη χρονιά για την οποία έχει τραγουδήσει ο Jimi Hendrix), όταν πια οι Joy Division είχαν πάψει ήδη να υπάρχουν από καιρό (ευτυχώς υπήρχαν οι New Order!). Μετά από χρόνια αναζητήσεων ανακάλυψε αυτό που έψαχνε σε μια έρημο, έκτοτε λατρεύει οτιδήποτε σχετίζεται με τους Kyuss. Πιστεύει ότι αν δεν υπήρχε το rock & roll θα έπρεπε να το έχουμε ανακαλύψει. Επίσης, είναι βέβαιος ότι ο Έλβις ζει κάπου ανάμεσα μας… 

Latest from Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

Related items