Έχω την αίσθηση πως οι (υπολογίσιμοι σε αριθμό) οπαδοί των Moonspell στην Ελλάδα δεν είχαν συνειδητοποιήσει πόσο τους τιμά ότι το αγαπημένο τους συγκρότημα βρέθηκε στην χώρα μας σε μία εμφάνιση μοναδική σε concept, σε σχέση με τις διάσπαρτες που πραγματοποιεί αυτήν την χρονική περίοδο. Η κεντρική ιδέα να ακουστούν ζωντανά τα δύο πρώτα και εμβληματικότερα άλμπουμ της μπάντας (Wolfheart, Irreligious) σε μία βραδιά με ονομασία «The Night Of The Wolf» βρήκε τους φανς του ατμοσφαιρικού metal του μέσου των ‘90s με τους αντίχειρες σηκωμένους σε ένδειξη επιδοκιμασίας. Οι Έλληνες οπαδοί, άλλωστε, στήριξαν τους Πορτογάλους από τα πρώτα τους βήματα στην δισκογραφία. Από την άλλη, η ιδέα να πραγματοποιηθεί αυτή η συναυλία την βραδιά του τελικού του Champions League δεν χαιρετίστηκε με την ίδια θέρμη. Για να μην αναβληθεί η συναυλία λόγω της διαφαινόμενης χαμηλής προσέλευσης, βρέθηκε μια μέση λύση: καθορίστηκε ώρα έναρξης η 12η νυχτερινή, ενώ πιο πριν ο χώρος του Stage Volume 1 θα ήταν ανοιχτός για να υποδεχτεί όσους ήθελαν να παρακολουθήσουν το παιχνίδι από το πανί προβολής του venue. Αυτή η λύση πρόσθεσε σίγουρα κάποιους ακόμη θεατές, όπως τον υπογράφοντα, στη συναυλία – έστω και αν οι Moonspell, μέσω των ανακοινώσεών τους, δεν φαίνονταν ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι, θεωρώντας πιθανώς πως η μουσική τους σε μια τόσο ιδιαίτερη βραδιά έμπαινε σε χαμηλότερη προτεραιότητα από ένα αθλητικό event.
Οι παραπάνω πληροφορίες αφορούν το ιστορικό υπόβαθρο της συναυλίας. Στην πράξη, όσοι πήγαν από νωρίς είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τον τελικό, αλλά μέχρι το 93ο λεπτό: το γκολ της ισοφάρισης της Ρεάλ σήμανε και την τελευταία εικόνα που θα είχαμε από το Ντα Λουζ. Λίγα λεπτά ελέγχου του ήχου στις κιθάρες ήταν αρκετά για να ανέβουν οι Πορτογάλοι ένας-ένας στην σκηνή, δέκα λεπτά πριν την καθορισμένη ώρα, μέσα σε αποθέωση που έγινε εντονότερη στη θέα του πανύψηλου Fernando Ribeiro. Λουσμένοι από πολύχρωμα φώτα και με το εξώφυλλο της πιο πρόσφατης επανέκδοσης του Wolfheart (από το 2007 - πάλιωσε, εδώ που τα λέμε) να προβάλλεται στο background, οι Moonspell ξεκίνησαν με το πρώτο κομμάτι του Wolfheart: Wolfshade (A Werewolf Masquerade) και όλα κυλούσαν καλώς από την αρχή. Ο ήχος δεν παρουσίαζε προβλήματα, ο ενθουσιασμός του κόσμου βρισκόταν σε σωστά επίπεδα παρά το προχωρημένο της ώρας (όλα παίζουν τον ρόλο τους), το σετλίστ – γνωστό εδώ και καιρό - αποτελούταν από fan-favourites που έφερναν αναμνήσεις στους παλαιότερους και το συγκρότημα απέδιδε άψογα. Ο Ribeiro – για την νοσταλγία, ας του επαναφέρουμε προσωρινά το προσωνύμιο Langsuyar – επένδυσε λιγότερο στην επικοινωνία με το κοινό, πιθανότατα διότι δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη προσπάθεια σε ένα ήδη κερδισμένο παιχνίδι. Οι εισαγωγές που επιχειρούσε σε κάποια κομμάτια περιείχαν ενδιαφέρουσες πληροφορίες, όπως π.χ. ότι το Ataegina είχε απορριφθεί από την Century Media, διότι θεωρήθηκε ως drinking song (!) και ως εκ τούτου αταίριαστο με το πνεύμα του Wolfheart, αλλά τελικά, ως γνωστόν, μπήκε στην περιορισμένη digipak έκδοση του δίσκου ως bonus – ή ότι το θεωρεί απαράδεκτο εκ μέρους τους πως το An Erotic Alchemy λείπει συνήθως από τα setlist των συναυλιών τους, παρότι είναι αγαπημένο και των ίδιων αλλά και των οπαδών τους. Τι άλλο μπορούσε να ζητήσει κανείς; Ακόμη και guest τραγουδίστρια είχαν φέρει μαζί τους για να αποδώσει τα γυναικεία φωνητικά που ακούγονται στα δύο άλμπουμ. Η Mariangela Demurtas των Tristania τα πήγε αξιοπρεπώς στα καθήκοντά της, με την απαραίτητη «λατινίλα» στην εκφορά των αγγλικών, αν και από την στάση τη φαινόταν μάλλον αγχωμένη να τα πει όλα σωστά και δεν έδειχνε να διασκεδάζει το live, τουλάχιστον μέχρι που μπήκε το Raven Claws και άφησε την την θέση της για να ροκάρει μαζί με τα μέλη των Moonspell.
Μην αναζητείτε highlights σε μία εμφάνιση που θα μπορούσε να αποτελεί ένα άτυπο best of της παλιάς εποχής των Moonspell. Πρέπει όμως να ξεχωρίσουμε μεταξύ ίσων την τριλογία Vampiria/An Erotic Alchemy/Alma Mater που έκλεισε το μέρος του Wolfheart, ώσπου να διακοπεί η συναυλία για ένα δεκάλεπτο για να αλλάξει ρούχα ο Langsuyar και να ξαναγίνει Fernando Ribeiro – α, και για να μεταφερθούμε στην εποχή του Irreligious. Τα χρώματα στους φωτισμούς γίνονται πιο κόκκινα και η παρέλαση των hits ξεκίνησε με το Opium. Να σημειωθεί ότι έλειψαν δύο κομμάτια από το συγκεκριμένο άλμπουμ (A Poisoned Gift, Subversion), διότι «δεν προλάβαιναν να τα προβάρουν όλα» - γεγονός όμως ήταν πως η συναυλία είχε καλύτερη ροή χωρίς τα συγκεκριμένα. Ευτυχώς που τελευταία στιγμή απέτρεψαν το έγκλημα κατά των οπαδών τους και πρόσθεσαν το Herr Spiegelmann στο setlist… Πολλές οι καλές στιγμές και σε αυτό το δεύτερο μέρος, αλλά το μόνιμο highlight Full Moon Madness μαύρισε την ατμόσφαιρα για τα καλά και επιβεβαίωσε ξανά το θρυλικό status του.
Μετά από αυτό, μας τελείωσε το μακρινό παρελθόν, οι πέντε Moonspell αποχαιρέτησαν το κοινό τους, αλλά, όπως αναμενόταν, όχι οριστικά. Από εδώ και πέρα ό,τι ακουγόταν στο encore θα αποτελούσε μη ανακοινωθείσα έκπληξη. Τα αγαπημένα του Ελληνικού κοινού Everything Invaded και Scorpion Flower, στο οποίο μάλιστα επανήλθε η όμορφη Demurtas στην σκηνή για το δύσκολο έργο της αναπλήρωσης της Anneke van Giersbergen στο δημοφιλές ντουέτο, αποδείχτηκαν ιδανικά για το τελειωτικό κλείσιμο της σχεδόν δίωρης συναυλίας. Τα μέλη των Moonspell κατέβηκαν αδιαμαρτύρητα από την σκηνή για υπογραφές, αναμνηστικές φωτογραφίες και κουβεντούλα με το κοινό, που γέμισε το Stage Volume 1 και το ραντεβού τους με την Ελλάδα ανανεώθηκε για τις συναυλίες προώθησης του επόμενου studio album. Τα περιχαρή πρόσωπα όσων αποχωρούσαν μετά το τέλος μαρτυρούσαν την επίτευξη του δηλωμένου στόχου της συναυλίας: την σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των Πορτογάλων και των οπαδών τους.
Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής