Δευτέρα, 30 Ιουνίου 2014 20:44

Heavy By The Sea & Ejekt Festival 2014: Ο δωδεκάλογος της Πλατείας Νερού

Written by 

Το Heavy By The Sea και το Ejekt αποτελούν πλέον μέρος της συναυλιακής ιστορίας της χώρας. Παίρνοντας αφορμή από το ότι και τα δύο αυτά φεστιβάλ πραγματοποιήθηκαν με μία μέρα κενό μεταξύ τους, παρακάτω επιχειρούμε να συντάξουμε έναν, διανθισμένο με φωτογραφίες, δωδεκάλογο, συγκρίνοντας και παραλληλίζοντάς τα, αναζητώντας κοινά στοιχεία και τρανταχτές διαφορές.

Water, water everywhere

Η Πλατεία Νερού, όπως ονομάζεται ο χώρος ανάμεσα στα γήπεδα Tae Kwon Do και Beach Volley στον Ολυμπιακό Πόλο Φαλήρου, εξελίσσεται στον καλύτερο ανοικτό συναυλιακό χώρο της Αθήνας, με μεγαλύτερο πλεονέκτημα την θάλασσα στα αριστερά, την ψευδο-αμφιθεατρική δομή του και την βολική απόσταση από το κέντρο της πρωτεύουσας, τουλάχιστον σε σχέση με το Terravibe, τον μόνο ανοικτό συναυλιακό χώρο με τον οποίον μπορεί να γίνει άμεση σύγκριση. Και, παρα το ότι πρακτικά βρίσκεται μέσα στην πόλη, δίνει την αίσθηση εξοχής και όχι ότι περικλείεται από σε πανύψηλα γκρίζα κτίρια (τα πλεονεκτήματα της θάλασσας). Φέτος φιλοξένησε δύο μεγάλα φεστιβάλ μέσα σε τρεις μέρες – βολικό από άποψη logistics για την διοργανώτρια Detox, αλλά κάπως κουραστικό για όσους ήθελαν να παρακολουθήσουν και τα δύο και να ακολουθήσουν παράλληλα το βεβαρυμμένο εργασιακό πρόγραμμα της εβδομάδας, καλή ώρα. Συν ότι κάποια ονόματα ήταν πρακτικά αδύνατο να τα παρακολουθήσουμε (όπως π.χ. τους White Lies από τα ξενόφερτα, για τα πρώτα ελληνικά support ούτε λόγος να γίνεται). Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα, φυσικά.

Deftones...and the crowd goes wild

Baby, you can park my car

Στα αρνητικά, ο χώρος παρκαρίσματος δίπλα στην Πλατεία Νερού, που αποδεικνύεται κάθε φορά ανεπαρκής για τα δεδομένα ενός φεστιβάλ ή, έστω μίας συναυλίας στο διπλανό Tae Kwon Do. Όλα τα αυτοκίνητα πρέπει να περνούν από μία είσοδο που χωράει μόνο ένα όχημα. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο δρόμος προς την έξοδο για τις κύριες οδικές αρτηρίες καταλήγει σε μία μεγάλη ταλαιπωρία. Με κίνδυνο να με πάρουν στο κυνήγι οι φίλοι μου που θα το διαβάσουν αυτό, αν νιώσουν πως προδίδω ένα σημαντικό, αν και κοινό μυστικό, αντιπροτείνω να χρησιμοποιείτε εξ αρχής τους εναλλακτικούς χώρους παρκαρίσματος έξω από τον χώρο (αυτούς θα τους εντοπίσετε μόνοι σας): θα χρειαστεί να περπατήσετε 2 λεπτά παραπάνω, αλλά η πολυπόθητη έξοδος από τον ευρύτερο συναυλιακό χώρο θα γίνει με μεγαλύτερη άνεση.

Planet Of Zeus

Pet sounds for the beach boys

Αυτό που χαρακτήρισε και τα δύο φεστιβάλ και αναφέρεται – δίκαια – από όλους με θετικό πρόσημο, ήταν ο εξαιρετικός ήχος που είχαν όλα σχεδόν τα συγκροτήματα. Ειδικά όσοι είχαν βρεθεί και πέρυσι στον ίδιο χώρο για τις αντίστοιχες εκδηλώσεις, έχουν να λένε για την τεράστια βελτίωση σε αυτόν τον τομέα. Όταν π.χ. στο Heavy By The Sea, οι Ghost, που έπαιζαν δεύτεροι πριν το τέλος, εμφανίζονταν με ήχο που θα ταίριαζε σε headliner, φανταστείτε πώς ακούγαμε στους Deftones!

 

Nightstalker

Rock ‘n’ roll βοήθειες

Δεν ισχύει γενικότερα για τα ελληνικά συγκροτήματα, αλλά η αποδοχή των Planet Of Zeus και των Nightstalker κατοχυρώνεται όταν συναντάς πάνω από ένα άτομο να σου λέει πως ήρθε και για αυτούς (άκουσα και το «μόνο για αυτούς», αλλά το θεώρησα υπερβολή και, όπως στις βαθμολογίες του αθλήματος των καταδύσεων, το αγνόησα στην τελική μου κρίση) και κάθισε υπομονετικά κάτω από τον καυτό ήλιο για να βρίσκεται όσο δυνατόν πιο κοντά στην σκηνή όταν εμφανίστηκαν. Η δυναμική των συγκεκριμένων συγκροτημάτων ξεπερνάει κατά πολύ τα στενά όρια της «σκηνής». Μένει να δούμε πώς θα το εκμεταλλευτούν αυτό οι Planet Of Zeus – αναφέρομαι σε αυτούς ως εκπροσώπους της νεότερης γενιάς, καθώς οι Nightstalker δεν έχουν να αποδείξουν τίποτα και εξαργυρώνουν την αξία και την ιστορία τους σε Ελλάδα και εξωτερικό.

Behemoth

Lay down your souls to the Gods’ rock ‘n’ roll

Δεν είναι ευχάριστο το συναίσθημα να βλέπεις τους Behemoth, μία death/black μπάντα με σκοτεινό feeling, έντονο βάψιμο και βαρύ ρουχισμό, να παίζουν στην Ελλάδα με τουλάχιστον 30 βαθμούς θερμοκρασία και με τον ήλιο ακόμη να μην έχει δύσει εντελώς. Οι Πολωνοί, πάντως, την μαύρη αίσθηση των κομματιών τους την πέρασαν στο κοινό – άλλωστε πρόκειται για μουσική που, λόγω του death metal groove, μπορεί να κάνει καλό κέφι σε ένα black metal party (μη βαράτε, σας παρακαλώ). Κρίμα που ο ήχος στις κιθάρες τους δεν συμμάχησε με τα πειστικά φωνητικά του Nergal. Το circle pit, πάντως, που δημιουργήθηκε από το ξεκίνημα της εμφάνισής τους, παρέμεινε συνεχώς σε κίνηση. Το υποβλητικό τελείωμα με την επίκληση “O Father O Satan O Sun!” και το δαιμονικό κουαρτέτο που φορούσε κερασφόρες μάσκες καθ’ όλη τη διάρκειά του, μας έστειλε όντως πιο κοντά στο Διάβολο, τολμώ να πω…

Ghost

There’s something strange in the neighbourhood

Οι Ghost (με το επίθεμα B.C., για να τους αναγνωρίζουν οι Αμερικάνοι φίλοι τους) μου προκάλεσαν ανάμικτα συναισθήματα. Οι ακροάσεις των άλμπουμ τους δεν κατάφεραν να με συγκινήσουν – έβρισκα άνευρη την υλοποίηση αυτών που ήθελαν να περάσουν προς τα έξω. Μου ήταν δύσκολο να καταλάβω το έρεισμά τους στο μεταλλικό κοινό, καθώς ηχητικά, πέρα από κάποιες συμφωνικές και σκοτεινές King Diamond-ικού τύπου μελωδίες, θα ταίριαζαν περισσότερο σε fans με τάση στο 70s shock rock. Σίγουρα το image τους (ένας δαιμονικός Πάπας για frontman και μουσικοί «που δεν αποκαλύπτουν την πραγματική τους ταυτότητα» και απαντούν στο κοινό όνομα… A Nameless Ghoul) προσελκύει την περιέργεια, και ομολογώ πως το θεατρικό στοιχείο («welcome to the spectacle», προλόγισε ο Papa Emeritus II την συναυλία) ήταν αυτό που συντήρησε το ενδιαφέρον μου στο live τους. Το σκοτάδι τους πάει, τεχνικά δεν υστερούν από τις καλές μπάντες του χώρου, μία σημαντική μερίδα του κοινού ήταν μαζί τους κι έτσι το live τους ήταν διασκεδαστικό – και με τρομερό ήχο, ας το επαναλάβουμε. Αν κάποιος τους κατηγορήσει για fake αίσθηση, δεν θα του δώσουμε πολύ άδικο – από την άλλη μεριά, πόσο αληθινό είναι το θέατρο;

Deftones

Deaf until your ears bleed

Η μερίδα μουσικόφιλων που περίμενε διακαώς τους Deftones είχε πολύ καλά στο νου της πως, δισκογραφικά τουλάχιστον, οι Αμερικάνοι γνωρίζουν μία δεύτερη νεότητα, έχοντας κυκλοφορήσει ένα σερί δύο εξαιρετικών άλμπουμ υψηλού επιπέδου. Όσοι «έκλεψαν» και παρατήρησαν τα setlist των προηγούμενων συναυλιών, δεν περίμεναν το Diamond Eyes να ανοίξει την βραδιά – κάτι τέτοιες μικρές εκπληξούλες νοστιμίζουν ακόμη περισσότερο την συναυλιακή εμπειρία. Βέβαια, εδώ που τα λέμε, η μεγαλύτερη συναυλιακή απόλαυση έρχεται από την προσμονή του αγνώστου, οπότε σου προτείνουμε, φίλε συναυλιόφιλε, να μην μπαίνεις στον πειρασμό να ξεψαχνίσεις το setlist.fm πριν από την συναυλία του αγαπημένου σου συγκροτήματος. Η ουσία είναι πως ένα ακόμη απωθημένο καλύφθηκε με εξαιρετικό τρόπο. Πώρωση στο Swerve City, νοητική μεταφορά στις εποχές που τα rock clubs έπαιζαν σε heavy rotation το My Own Summer (Shove It), συγκίνηση στο Digital Bath και το Change (In The House Of Flies), παίξε κανά κομμάτι ακόμη από Diamond Eyes ρεεε, ένα συγκρότημα-δυναμίτης, ένας τρομερά ορεξάτος Chino Moreno να σκίζει τις φωνητικές του χορδές, κάποιες φορές μέσα από το κοινό και μαζί με αυτό, encore με blast from the past από το Adrenaline και την εποχή που ο προσδιορισμός «nu-metal» είχε νόημα να συνοδεύει τους Deftones. Οι φωτογραφίες που ανέβαζε το συγκρότημα από τις μίνι διακοπές του στον Πειραιά (!) τις ημέρες μετά το live κράτησαν λίγο παραπάνω στον αέρα την αίσθηση πως τα πέρασαν κι εκείνοι τόσο όμορφα όσο εμείς.

το κοινό των Kasabian σε ντελίριο

They are the children of the sun

Το πολύχρωμο νεανικό κοινό του Ejekt έκλεψε την παράσταση την δεύτερη μέρα. Αγόρια και κορίτσια με θερινή φεστιβαλική περιβολή και ζεστή διάθεση προς όλους τους καλλιτέχνες, μία όαση δροσιάς στις υψηλές θερμοκρασίες της ημέρας, έδωσε έναν δυναμικό παλμό στο φεστιβάλ. Όμως και στο Heavy By The Sea, αν και οι θεατές ήταν κατά πολύ λιγότεροι σε αριθμό, οι αντιδράσεις ήταν πολύ έντονες, ειδικά στα ελληνικά συγκροτήματα (Planet Of Zeus, Nightstalker), στους Behemoth (όπου δημιουργήθηκε, όπως είπαμε, ένα αρκετά μεγάλο circle pit) και στους Deftones (όπου …αφήστε με, γιατί λαιμός και μυϊκό σύστημα με πρόδωσαν τις επόμενες μέρες μετά την συναυλία!) – στους Ghost οι περισσότεροι μάλλον ασχολήθηκαν κυρίως με το show.

This beat is electronic

Οι Darkside χρησίμευσαν κυρίως ως background για την βόλτα μου στον χώρο της πλατείας, και ως άκουσμα, μου ήταν ιδιαίτερα ευχάριστοι, αλλά θα προτιμούσα να αφοσιωθώ στους ήχους τους σε ένα δικό τους show ή σε κάποιο festival με πιο ηλεκτρονικό χαρακτήρα. Όσο για τον Paul Kalkbrenner, θα έπρεπε να υπερβάλλω εαυτόν για να συμμετάσχω στο after party του και σίγουρα όχι χωρίς παρενέργειες την επόμενη ημέρα. Ελπίζω επομένως να μην διαβάζετε το παρόν κείμενο για να αντλήσετε κάποια εμπεριστατωμένη άποψη για τους συγκεκριμένους κυρίους… διότι τότε χάσατε.

 Editors

Radio edits

Ήμουν παρών σε όλες τις προηγούμενες εμφανίσεις των Editors στην Αθήνα, είτε σε δικές τους συναυλίες είτε σε φεστιβάλ, πάντα με στόχο να δω και εκείνους και όχι από απλή περιέργεια. Και θυμάμαι ακόμη την εντύπωση που μου είχε κάνει η πρώτη τους φορά, στο Rockwave Festival του 2006. Μεταφέρομαι για λίγο σε εκείνο το 40λεπτο, αν μου επιτρέπετε: την εποχή που το The Back Room ήταν ακόμη το ζεστό πρώτο άλμπουμ τους, με λίγο παραπάνω Joy Division και Interpol στα σακίδιά τους, είδαμε μία δυναμική μπάντα επί σκηνής που είχε την θέληση και την ανάγκη να αποδείξει την αξία της, έναν Tom Smith να εντυπωσιάζει με την καθαρή ερμηνεία του – συνολικά την καλύτερή τους εμφάνιση επί ελληνικού εδάφους. Πίσω στο 2014, το τελευταίο άλμπουμ (The Weight Of Your Love) αποτέλεσε μία απογοήτευση για τον γράφοντα, αλλά κάποια κομμάτια του έχουν γίνει δημοφιλή σε μία μερίδα του κοινού (χάρη και στο τακτικό airplay από τους εγχώριους ραδιοφωνικούς σταθμούς). Ειδικά τα A Ton Of Love και Sugar έτυχαν έντονης εν χορώ συνοδείας από το κοινό. Για τα παλαιότερα βέβαια δεν συζητάμε καν: τραγούδι και χαμόγελα σε όλη την αρένα. O Smith παραμένει χαρισματικός και αεικίνητος frontman, η έμπειρη μπάντα διαχειρίστηκε άψογα ακόμη και τα προβλήματα που έτυχαν στο μπάσο πάνω στο All Sparks χωρίς να υπάρξει κενό και, παρότι το setlist περιείχε αρκετά κομμάτια από τον πρόσφατο δίσκο, η συναυλία τους κύλησε ομαλά σαν νεράκι. Το ένθερμο κοινό βοήθησε αρκετά στο να πάρει η μπάντα τα πάνω της και να απολαύσουμε μία από τις καλύτερες εμφανίσεις τους στην Ελλάδα.

Kasabian

Party over Charles Manson’s body

Οι Kasabian αποτελούν ένα σύγχρονο όνομα με μεγάλες επιτυχίες, τόσο ώστε να εμφανίζονται φέτος ως headliners στο Glastonbury, το μεγαλύτερο φεστιβάλ που γίνεται αυτή την στιγμή στην Αγγλία. Οι δίσκοι τους δεν με αγγίζουν, πέρα από ελάχιστα κομμάτια – δηλαδή, πέρα από τις πρώτες μια-δυο αναγνωριστικές ακροάσεις των άλμπουμ και ό,τι τυχαίνει να ακούγεται στο ραδιόφωνο, δεν υπάρχει περίπτωση να βάλω να ακούσω σε οποιαδήποτε μορφή κομμάτι των Kasabian για προσωπική χρήση. Στο εντυπωσιακό live τους πριν 2 χρόνια, στο ίδιο φεστιβάλ και στον ίδιο χώρο, κατάλαβα γιατί: η μουσική τους δεν είναι σχεδιασμένη για οικιακές ακροάσεις, αλλά για ένα μεγάλο stadium rock party! Φέτος η απόδοση (και η έκπληξη, βεβαίως) δεν ήταν η ίδια, ίσως να έκανε και κάποια κοιλίτσα η συναυλία όταν υπερίσχυσαν τα πιο ηλεκτρονικά στοιχεία του νέου τους άλμπουμ, αλλά το κοινό τίμησε πολύ περισσότερο, από την άποψη της προσέλευσης, την φετινή τους εμφάνιση (και εδώ δεν έδρασε μόνο το, εμπορικά πολύ μεγάλο, όνομα, αλλά και το word of mouth: «στο προηγούμενο live πήγα για τους James, αλλά οι Kasabian ήταν καταπληκτικοί, έχασες που δεν ήρθες, φέτος θα ξαναπάω και θα έρθεις κι εσύ!») και δεν περιορίστηκε σε ρόλο θεατή, αλλά συμμετείχε μαζικά και πολύ ενεργά στο live, αναμιγνύοντας στην σωστή δοσολογία τα απαραίτητα συστατικά μίας πολύ όμορφης γιορτής: κέφι, ζωντάνια, χορό, ιδρώτα και, ευτυχώς, όχι πολλά αναιτίως χυμένα ποτά στον αέρα και στα κεφάλια μας.

  Kasabian

The next day (a reprise)

Η επόμενη μέρα των festival έχει δύο όψεις. Το Ejekt, στην δέκατη επέτειό του, εμφανίστηκε ενισχυμένο και σίγουρα του χρόνου θα έχει την δυνατότητα να φέρει ονόματα ίσης (εμπορικής έστω) αξίας για να πάρει ρόλο κεντρικού φεστιβάλ στην ελληνική επικράτεια. Το Heavy By The Sea κατόρθωσε να προσελκύσει πολύ λιγότερο κόσμο, καθώς η σχετικά μικρή μαζική απήχηση των Deftones (αναφέρομαι σε αυτούς, λόγω της θέσης τους ως headliners) αποδείχτηκε λίγη για να στηρίξει ένα ολόκληρο φεστιβάλ – υποθέτοντας, πάντα εντελώς αυθαίρετα και χωρίς να έχουμε συγκεκριμένα δεδομένα στα χέρια μας, πως χρειαζόταν περισσότερος κόσμος από τους 4-5 χιλιάδες παρόντες που υπολογίσαμε (με την απόλυτα αξιόπιστη μέθοδο «πόσο κόσμο κόβεις να έχει, εσύ που έχεις πάει σε τόσες συναυλίες;»), ώστε να μην «μπει μέσα» η διοργάνωση. Κακά τα ψέματα, τα φεστιβάλ στην Ελλάδα, για να εξασφαλίσουν την βιωσιμότητά τους, οφείλουν να φέρνουν ονόματα που το ελληνικό κοινό επιθυμεί διακαώς να δει και να στηρίξει έμπρακτα με την παρουσία του. Από την άλλη, τα ίδια τα φεστιβάλ αποτελούν πάντα μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να δούμε στην Ελλάδα ονόματα μικρότερης εμπορικής εμβέλειας στην χώρα μας, αλλά μεγάλης αξίας στο διεθνές μουσικό χρηματιστήριο, με ένα εισιτήριο σε λογική τιμή. Διότι, χρυσά και ωραία τα 15ευρα (μέση τιμή) που κοστίζουν πλέον οι μεμονωμένες μικρές συναυλίες σε Αν και 6 dogs, αλλά πώς θα σας φαινόταν αν με ένα «τίμιο» φεστιβαλικό εισιτήριο (ενδεικτικά 30 ευρώ) μπορούσατε να δείτε 4 ή περισσότερους μαζί από τους ίδιους αυτούς καλλιτέχνες (βλέπε Plissken); Ο προβληματισμός, μοιραία μεταφέρεται στο ελληνικό μουσικόφιλο/συναυλιόφιλο κοινό, που δεν μπορεί (λόγω και της οικονομικής συγκυρίας) ή δεν θέλει (διότι η παιδεία του περί τα μουσικά/συναυλιακά είναι ελλιπής, γι’ αυτό και στις περισσότερες μικρές ή μικρομεσαίες συναυλίες λίγο-πολύ συγκεντρώνονται οι ίδιοι και οι ίδιοι) να στηρίξει ένα μεγάλο φεστιβάλ. Οι εταιρίες διοργάνωσης συναυλιών, μπορεί μεν να έχουν μέσα τους την κάψα της μουσικής, αλλά παράλληλα είναι εμπορικές επιχειρήσεις, που βέβαια δεν διαθέτουν δικό τους κοπτήριο χρημάτων ούτε έχουν στο τιμόνι τους «τους τρελούς αδερφούς Γιαννακόπουλους», να φέρουν ακριβοπληρωμένους αστέρες με οικονομική χασούρα, φτάνει να βλέπουν να παίζουν με την φανέλα της ομάδα τους. Πώς θα μπορέσουν λοιπόν να προσελκύσουν ικανό αριθμό θεατών ώστε να είναι οικονομικά βιώσιμη μία διοργάνωση;

 

Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής

Μιχάλης Κουρής

 

 

Για τον Μιχάλη Κουρή καλύτερα από οποιονδήποτε μιλάνε τα σημειώματα στο ψυγείο του: "Δεν πεινάω δεν πεινάω" "Να έρχεσαι κάθε πέντε λεπτά να με βλέπεις" "Μην πίνεις άλλο" "Δεν μπορείς να πας σε όλα τα live". Ακούει τα πάντα και δεν εννοεί "ακούω ραδιόφωνο" - στον ελεύθερό του χρόνο είναι αφουγκραστής των συμπαθών ζώων σε ζωολογικό κήπο του εξωτερικού που εύλογα επιθυμεί να παραμείνει μυστικός.

Website: www.soundgaze.gr
Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα