Print this page
Κυριακή, 18 Φεβρουαρίου 2018 22:00

Live Review & Interview: Desperate Journalist / Vagina Lips / Blame Canada @ Death Disco, 16/12/18

Written by 

Δεν ξέρω, αν μπορώ να αξιολογήσω αυτή τη βραδιά στο Death Disco μόνο με βάση τα συγκροτήματα που παρακολουθήσαμε, διότι το άρωμα του indie pop αθηναϊκού παρελθόντος ήταν ιδιαίτερα έντονο. DJs, μέλη συγκροτημάτων, θρυλικοί clubgoers της χρυσής εποχής των 90s στα μεγάλα (τότε) indie στέκια βρέθηκαν όλοι μαζί για να δουν μια από τις μπάντες που εξακολουθούν σε πείσμα των καιρών να κρατούν ψηλά τη σημαία ενός είδους που τείνει να εξαφανιστεί: της ανεξάρτητης pop/rock. Φυσικά σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξε η εξαιρετική έμπνευση του Λεωνίδα Σκιαδά να «κλείσει» για aftershow party τους Make me Happy, οι οποίοι έπαιξαν ένα από τα καλύτερα pop set lists που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια κι έκαναν το κοινό (και τα μέλη των Desperate Journalist, βεβαίως, βεβαίως…) να χορεύουν μανιωδώς στην πίστα.

Η βραδιά ξεκίνησε με τους Blame Canada. Φιλότιμοι, ωστόσο φαίνεται να μην έχουν ξεκαθαρίσει αν θα πορευτούν σε μια πιο μελωδική φόρμα που προσεγγίζει τους Smashing Pumpkins, ή τους Pavement (με ολίγη από shoegaze), ή αν θα επιμείνουν στον ηχόχρωμα που κυριαρχεί στη μουσική τους και είναι κατά κύριο λόγο μια τετριμμένη εκδοχή της – αμερικάνικης κυρίως έκδοσης - alternative rock. Ο εξ ευωνύμων (όπως κοιτούσα τη σκηνή) κιθαρίστας έπαιξε πολύ ενδιαφέροντα κιθαριστικά θέματα που όμως θάβονταν συχνά κάτω από έναν ασυντόνιστο, άμορφο θόρυβο. Επίσης, μου έκανε καλή εντύπωση ο νέος τραγουδιστής της μπάντας. Ενεργητικός και εκφραστικός, έκανε κάτι που σπάνια οι εγχώριοι ροκ performers κάνουν, eye contact με το κοινό. Θα πρέπει, βέβαια, να δουλέψει αρκετά το φωνητικό του στυλ. All in all, πάντως, οι Blame Canada έχουν potential, αρκεί να κάνουν κάποια στιγμή τις αναγκαίες, δύσκολες επιλογές, ώστε να αναδείξουν τα θετικά τους και να μην περάσουν στην ιστορία ως ένα ακόμη indie rock γκρουπ της σειράς.

Στη συνέχεια ανέβηκε στη σκηνή ο Δημήτρης Πολιούδης (a.k.a. Zimmy Lips), παρουσιάζοντας το project του με τον προβοκατόρικο τίτλο The Vagina Lips. Με punk ήθος και μουσικό ύφος που πλανιόταν ανάμεσα στο post punk, στη dream pop, το dark wave και το shoegaze, η παρουσία του ήταν ιδιόμορφη και εντυπωσιακή. Οι (ο) Vagina Lips κέρδισαν ένα κοινό που ήταν εξοικειωμένο με τη μουσική πρόταση και τη φιλοσοφία του, η οποία παντρεύει ουσιαστικά δύο κόσμους, αυτόν της πούρας indie παράδοσης και αυτόν της πιο σκοτεινής εκδοχής της εναλλακτικής σκηνής (άλλωστε, αυτό δεν προτείνει επιτυχημένα τα τελευταία χρόνια το Death Disco;) με DIY attitude. Επιτομή της μουσικής πρότασης του Πολιούδη η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσέγγισή του στο Love Will Tear Us Apart των Joy Division. Θα ήθελα να τον δω με πλήρη μπάντα, ώστε να εκφράσω με μεγαλύτερη βεβαιότητα την άποψή μου για το πώς μπορεί να παρουσιάσει το εξαιρετικά ενδιαφέρον υλικό του fully live.

Μετά από δύο πλήρη set (ίσως θα έπρεπε τα support acts να έχουν ελαφρώς μικρότερα set lists...) πήραν θέση στη σκηνή του κατάμεστου Death Disco οι Λονδρέζοι Desperate Journalist με επικεφαλής την οπτικά εντυπωσιακή Jo Bevan, ένα λυγερόκορμο κορίτσι με στυλ mod και το τυπικό fair British rose πρόσωπο που θυμίζει παλιά εξώφυλλα των Smiths και της Sarah Records. Με την ευκαιρία της αναφοράς στη θρυλική indie pop εταιρεία, αναγκάζομαι για μια ακόμη φορά να παρακαλέσω τους χίπστερς που δυστυχώς ζουν ανάμεσά μας να σταματήσουν να μπλέκουν τη βούρτσα με αυτό που ο Εμμανουήλ Ροΐδης αποκάλεσε με τη βιτριολική του πένα ως «πάσης πατρότητας ελπίδαν». Επειδή είδα (και διάβασα) διάφορους να αναφέρονται στους Desperate Journalist ως «συγκρότημα που θυμίζει τα καλύτερα (!!) της Sarah», τους καλώ, αντί να αμπελοφιλοσοφούν με ασχετοσύνη, να ακούσουν μπάντες της εταιρείας (για να τους διευκολύνω, αναφέρω μερικά ονόματα για να γκουγκλάρουν, ή να ψάξουν στο YouTube: Field Mice, Orchids, Another Sunny Day, St Christopher, Wake, Blueboy κλπ, κλπ). Θα διαπιστώσουν πως οι ομοιότητες είναι μόνο στην «ιδεολογική» κατεύθυνση και, φυσικά, ελάχιστα στη μουσική. Ίσως μόνο με τις υπέροχες Heavenly θα μπορούσε κανείς να βρει οριακές ομοιότητες, λόγω της κοινής κοιτίδας και κληρονομιάς, αυτής των Smiths.

Και μιας που αναφέρθηκα στους Smiths, να αναφέρω πως, αν και Λονδρέζοι, οι Desperate Journalist μουσικά ανήκουν περισσότερο στο post punk Manchester, στο ορμητικό ύφος των Buzzcocks, στον ομιχλώδη λυρισμό των Chameleons και στην αγνή, ανεπιτήδευτα όμορφη pop της παρέας του Morrissey (ιδίως της πρώτης περιόδου). Θα έλεγα ότι η μουσική τους πρόταση λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στο post punk/new wave και την πρώτη περίοδο της κιθαριστικής indie pop που επέβαλαν οι Smiths, όταν και τα όρια ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους ήταν δυσδιάκριτα. Και ενώ στους δίσκους τους είναι πιο εμφανής η post punk επιρροή, στη σκηνή εμφάνισαν ένα διαφορετικό πρόσωπο, πιο λιτό και άμεσο, που μου θύμισε έντονα τα πρώτα live των Smiths την εποχή του πρώτου άλμπουμ και της περίφημης συλλογής Hatful Of Hollow (ο Johnny Marr μάλιστα είχε πει πως θα έπρεπε τότε, αντί για το επώνυμο άλμπουμ, να κυκλοφορούσαν ως ντεμπούτο μια ζωντανή τους ηχογράφηση των πρώτων συναυλιών της περιόδου 1983-84).

Ίσως σε τμήματα του ακροατηρίου η έλλειψη των πολλών κιθαριστικών layers να μην άρεσε ιδιαίτερα (διάβασα μια τέτοια κριτική), όμως εμένα ομολογώ πως μάλλον με ενθουσίασε, γιατί μπόρεσα να διαπιστώσω την εξαίρετη, ωμή pop φλέβα της μπάντας. Η Jo είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα frontwoman με ιδιαίτερο ταλέντο και θεατρικότητα που παρέπεμπε ελαφρώς στον Moz (το τύλιγμα του κόκκινου καλωδίου και τα τριλίσματα ανάμεσα στα κομμάτια) και κίνηση που θύμιζε αρκετά τη σκηνική ενεργητικότητα του Damon Albarn. H φωνή, όπως είχα γράψει και στο review του θαυμάσιου sophomore δίσκου τους Grow Up έχει επιρροές από Bjork και Julianne Regan (των All About Eve). Θα πρέπει κανείς να σταθεί επίσης στον εξαιρετικό συνθέτη/κιθαρίστα Rob Hardy και στο ήπιο και ταυτόχρονα στιβαρό drumming της Caroline Helbert.

Οι Desperate Journalist έδειξαν μεγάλη εμπιστοσύνη στο καινούριο τους υλικό παίζοντας δύο κομμάτια από το καινούριο τους EP You Get Used to It που θα κυκλοφορήσει στα τέλη Μαρτίου (το ορμητικό Incandescent με το οποίο άνοιξαν το set και το It Gets Better) και οχτώ (!) από το Grow Up, ενώ από το ντεμπούτο τους μας παρουσίασαν μόνο το θεσπέσιο Cristina και το Control, του οποίου οι κιθάρες θύμισαν λίγο Mission. Κορυφαίες στιγμές της συναυλίας το Hollow (που «μυρίζει» λίγο One Thousand Years), το ευαίσθητο Purple, το πιο εμπορικό, ίσως, κομμάτι τους (με μια εσάνς Cranberries) Be Kind και το εξαίσιο, οργασμικό Resolution με το οποίο έκλεισαν τη συναυλία.

Για το άνυδρο συναυλιακό τοπίο της indie pop στη χώρα μας (σ’ αυτό παίζει ρόλο και η γενική παρακμή του είδους) η συναυλία των Desperate Journalist ήταν μια μικρή όαση απόλαυσης. Θεωρώ πως οι φανατικοί του είδους, αλλά και οι λάτρεις πιο σκοτεινών ήχων ευχαριστήθηκαν το live τους. Δεν ξέρω ποια θα είναι η πορεία τους από εδώ και στο εξής. Τα underground ηλεκτρονικά media τους λατρεύουν, όμως μέχρι σήμερα αγνοούνται (αδίκως) από τα πιο mainstream μουσικά μέσα (τύπου ΝΜΕ). Αν παραμείνουν πιστοί στο ύφος τους, δύσκολα θα καταφέρουν το εμπορικό breakthrough, σίγουρα όμως θα αποκτήσουν ένα cult κοινό που θα τους παρακολουθεί φανατικά. Σε κάθε περίπτωση, η Βρετανία χρειάζεται τέτοιες μουσικές προτάσεις και, ποιος ξέρει, ίσως κάποια στιγμή ξαναζήσουμε μια γερή αναβίωση της κιθαριστικής σκηνής που θα βρει με σιγουριά τους Desperate Journalist σε πρωταγωνιστικό ρόλο.

Μίνι συνέντευξη της Jo Bevan στο Γιώργο Χριστόπουλο

Πριν τη συναυλία των Desperate Journalist στείλαμε κάποιες ερωτήσεις στη μπάντα που μάλλον χάθηκαν μέσα στο χείμαρρο των mails που παραλαμβάνουν, όμως μας υποσχέθηκαν ότι θα απαντήσουν σύντομα. Πάντως αμέσως μετά τη συναυλία η γλυκύτατη Jo Bevan δέχτηκε ευγενικά να απαντήσει σε μερικές ερωτήσεις του Γιώργου Χριστόπουλου.

- Ήσασταν εξαιρετικοί και το κοινό ευχαριστήθηκε τη συναυλία.

- Ευχαριστούμε!

- Αν κι έχετε πάρει το όνομά σας από κομμάτι των Cure, μου θυμίσατε περισσότερο Smiths, ιδίως της πρώτης περιόδου… (σ.σ. δεν πρόλαβα να τελειώσω την ερώτηση και η αντίδραση ήταν ένας ευφορικός πανηγυρισμός με ένα μακρόσυρτο "yeaaaah" και ένα χαριτωμένο πήδημα από το έδαφος)

- Ναι, ναι, σε ευχαριστώ που το είπες αυτό, μου αρέσουν πολύ περισσότερο οι Smiths από τους Cure (σ.σ. όσοι με γνωρίζετε, αντιλαμβάνεστε πως αυτό με έκανε να τη λατρέψω ακόμη περισσότερο)

- Τελικά, τι συμβαίνει με τη Βρετανία; Είναι δυνατόν να θεωρούνται «εναλλακτικές» μπάντες όπως οι 1975, ή οι Pale Waves; Για ποιο λόγο δεν βγαίνουν πια αξιόλογες κιθαριστικές μπάντες;

- Νομίζω ότι έχει να κάνει κυρίως με τον εφησυχασμό των νέων καλλιτεχνών. Δεν υπάρχει η διάθεση, υπάρχει μια τεμπελιά, μια έλλειψη έμπνευσης. Ταυτόχρονα στην εναλλακτική σκηνή στη Βρετανία έχει στοιχίσει ιδιαίτερα το κλείσιμο μικρών alternative venues, με αποτέλεσμα να μειώνεται η πιθανότητα νέοι καλλιτέχνες να μπορούν να φανούν δημόσια.

- Είναι πιθανόν η πολιτική στροφή προς τα αριστερά που παρατηρείται στη βρετανική νεολαία να δημιουργήσει και ένα κίνημα νέων, εναλλακτικών καλλιτεχνών;

- Είναι πιθανόν. Πάντως οτιδήποτε καλό για την εναλλακτική σκηνή θα προέλθει από underground χώρους. Διόλου τυχαία, ό,τι καλό προκύπτει μουσικά εσχάτως, έρχεται από την LGBT σκηνή.

- Μου κάνει εντύπωση αυτό που μου λες, διότι αντίστοιχα πράγματα μου είπε σε συνέντευξή της η τραγουδίστρια των Austra, αν και προέρχεται από άλλη χώρα (Καναδάς) και από διαφορετικό είδος (minimal synth pop).

- Δεν εκπλήσσομαι. Η αλλαγή έρχεται συνήθως από τους misfits. Τους περιθωριακούς, τους μοναχικούς, τους ιδιαίτερους, αυτούς που έχουν λόγους να είναι δημιουργικοί.

- … και τους bedsitters, σαν το Morrissey…

- Βεβαίως, κάπως έτσι (γέλια!)

Οι Desperate Journalist έπαιξαν:

Incandescent

Why Are You So Boring?

Hollow

It Gets Better

Be Kind

Lacking in Your Love

Control

Cristine

Purple

All Over

Radiating

Resolution

Κείμενο: Γιώργος Χριστόπουλος / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής

Γιώργος Χριστόπουλος

 

Ο Γιώργος Χριστόπουλος γεννήθηκε πριν από πολλά πολλά χρόνια μια χιονισμένη Κυριακή του Νοέμβρη (ανήμερα της ...Οκτωβριανής Επανάστασης που με το νέο ημερολόγιο έγινε στις 7 Νοεμβρίου) στην πόλη Mönchengladbach, κοντά στα γερμανοολλανδικά σύνορα. Ωστόσο πάντα αναγνώριζε ως ...πατρίδα μια ακόμη βορειότερη ευρωπαϊκή πόλη, το μουντό, βροχερό και αραχνιασμένο Manchester, όπου πέρασε (με αχώριστη σύντροφό του τη ...Boddingtons)  κομμάτι της ανέμελης νιότης του πατώντας τα άγια χώματα που είχαν διαβεί οι Smiths, οι Joy Division και οι New Order, οι Stone Roses και οι Happy Mondays, οι Inspirals και οι Charlatans κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ....

Όταν δεν εργάζεται αόκνως για να σώσει τους συναδέλφους του ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς από τα νύχια των εργοδοτών τους (αλήτης εργατοπατέρας γαρ...), θα τον βρείτε βουλιαγμένο σε ένα καναπέ να μελετά κοινωνιολογικές θεωρίες, να διαβάζει αστυνομικά μυθιστορήματα ή να παίζει ατέλειωτες ώρες Football Μanager στο pc. Συνήθως με μια παγωμένη pils ανά χείρας...

Latest from Γιώργος Χριστόπουλος

Related items