Πάντα είναι ωραία να βλέπεις ένα live μακριά από την έδρα σου, είτε εντός είτε εκτός Ελλάδας. Διότι, ακόμη και περισσότερο από τη συναυλία αυτή καθεαυτή, σημασία έχει το ταξίδι (κυριολεκτικά και φυσικά μεταφορικά). Η απόφαση ήταν ήδη ειλημμένη, αλλά η από κάθε άποψη εκπληκτική συναυλία της προηγούμενης δεν άφησε περιθώρια αμφισβήτησης. Η παρέα κανονίστηκε, το αμάξι (και ο ηρωικός οδηγός) καθορίστηκε και όλα ετοιμάστηκαν ως έπρεπε ώστε η Πάτρα να καλοδεχτεί ένα οργανωμένο τημ αποτελούμενο από πέντε παναυλακιώτες φανς των Gathering. Η νέα εθνική οδός Κορίνθου-Πατρών έκανε ακόμη πιο γρήγορο το ταξίδι μας. Με την άφιξή μου στην Πάτρα, έσκασαν μνήμες από τα φοιτητικά μου χρόνια στην πόλη - αλλά ομολογώ πως, σχεδόν 20 χρόνια μετά, είχαν αλλάξει τόσα πράγματα που ένιωσα την ανάγκη να την ξαναγνωρίσω.
Φτάσαμε στο μικρό Ghetto Bar & More λίγη ώρα πριν την επίσημη έναρξη του event. Περισσότερο bar παρά λαϊβάδικο, όμως με αξιοπρεπούς μεγέθους σκηνή και δυνητικά ζεστή ατμόσφαιρα όταν μαζεύει επαρκές κοινό. Η τοπική μπάντα των Deadbeat Escapement, η οποία μας απασχόλησε και στο παρελθόν ως περιοδικό, είχε επιλεγεί για να ζεστάνει τους παριστάμενους σε μία ευτυχή συγκυρία: σύμφωνα με τον πρόλογο της τραγουδίστριας του σχήματος, ο κιθαρίστας τους έλαβε το έναυσμα να μάθει κιθάρα ακούγοντας τους Gathering και βαθιά επηρεασμένος από τον Rene Rutten! Επιρροή που φαινόταν ξεκάθαρα σε σημεία του παιξίματός του, στο στήσιμο του υλικού του αλλά και στο theremin που χρησιμοποίησε σε κάποια σημεία, με τον κλασικό όμως τρόπο (με τα χέρια) αντί με την κιθάρα όπως ο Rene. Η ουσία φυσικά βρίσκεται στις συνθέσεις και οι Πατρινοί αποδείχθηκαν άξιο support, με εναλλαγές μεταξύ straight pop/rock και πιο ατμοσφαιρικών κομματιών που άγγιζαν το shoegaze. Θεωρώ πως ειδικά αυτές οι τελευταίες κολακεύουν περισσότερο την καλή μπάντα στο ζωντανό πεδίο. Τα ψήγματα prog pop που εμφανίζονταν στα riff τους και στη λογική του χτισίματος των συνθέσεών τους έδωσαν ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον στη μουσική των παιδιών. Πάντως η μουσική των Gathering ενυπάρχει στα δικά τους κομμάτια κυρίως ως ανάκλαση των επιρροών των Gathering παρά ως αυτούσια γεννησιουργός δύναμη (OK έχουν και γυναίκα στη φωνή, συνθήκη που όμως δεν υπήρχε εξαρχής στο γκρουπ), υιοθετώντας ένα πιο βρετανικό ύφος. Οι Deadbeat Escapement τίμησαν ισόποσα και τους δύο δίσκους τους στο σύντομο σετ τους, χωρίς να φαίνονται απαραίτητα οι “ραφές” της ηλικιακής απόστασης των κομματιών. Σαφέστατα αξίζει να τους αναζητήσετε και εκτός Πατρών (έχουν παίξει κάποιες λίγες φορές στην Αθήνα).
Η συνέχεια εμπεριείχε το απαραίτητο μυστήριο: πώς θα απέδιδε σε έναν μικρό χώρο που μάλιστα δεν είχε γεμίσει μία μεγάλη μπάντα μαθημένη σε διαφορετικά μεγέθη κοινού; Η απάντηση δεν άργησε να δοθεί. Είτε παίζουν μπροστά σε ένα γεμάτο venue, είτε σε πριβέ πάρτυ, οι Gathering έχουν τον τρόπο τους να κερδίζουν και τις εντυπώσεις και το κοινό που ήρθε να τους δει. Τα 16 λεπτά του Black Light District κύλησαν σαν γάργαρο νερό, άψογη εισαγωγή για όλους, κοινό και μπάντα, στο live - μία μαγευτική σύνθεση με οργασμική εξέλιξη που τελειώνει ήρεμα όπως ξεκινάει. Μεταξύ ίσως ξεχωρίζει το μπάσο του Hugo Prinsen Geerligs και η κιθάρα του Rene Rutten. Ακόμη και σε ένα μικρό μαγαζί σαν το Ghetto, ο ήχος των Gathering είναι άψογος. Και η συνέχεια θα ήταν ακόμη ανώτερη. Τα επόμενα κομμάτια αφιερώνονται στο πιο πρόσφατο άλμπουμ τους, το εξαιρετικό Disclosure. Οι τρεις φετινές συναυλίες μας έδωσαν μια καλή ευκαιρία να ακούσουμε ζωντανά αρκετό υλικό από εκείνο το άλμπουμ, καθώς σε εκείνη την περιοδεία οι Gathering δεν είχαν έρθει στη χώρα μας. Το μικρό σερί των Paralyzed και Meltdown δημιουργεί αντίθεση μεταξύ χαλαρού και upbeat ρυθμού. Η σειρά των κομματιών στο setlist έπαιξε το δικό της ρόλο στις διαθέσεις της συναυλίας. Μπορεί ο καθένας να ήθελε να ακούσει τα δικά του αγαπημένα κομμάτια (και όλοι μαζί το Travel), αλλά πρώτον, μέσα σε δύο σχεδόν ώρες τι να πρωτοχωρέσει και, δεύτερον, δεν είχε και τόση σημασία τελικά αφού και το υπόλοιπο υλικό τους δεν υπολείπεται σε ποιότητα.
Στο Even The Spirits Are Afraid μεταφερθήκαμε ξανά στο λίγο πιο μακρινό παρελθόν. Η Silje Wergeland αποδίδει άψογα τα κομμάτια, κάτι που πλέον περιμένουμε έχοντας υπόψη τη συναυλία της Αθήνας - κι ας μην άκουγε τον εαυτό της κάποιες φορές, όπως φαινόταν από τα νοήματα που έκανε στον ηχολήπτη σε διάφορα σημεία του live. Οι συγκρίσεις με κάποια συγκεκριμένη τραγουδίστρια που βρισκόταν παλαιότερα στο σχήμα ουσιαστικά δεν γίνονται ποτέ, γιατί η Silje έχει κάνει τα κομμάτια δικά της και δεν προβληματίζεται πουθενά, βάζοντας μία δική της πινελιά στις κλασικές ερμηνείες της Anneke. Αλλά και ο επαναεισελθείς Hugo κερδίζει τα βλέμματα, με τον ήχο του και τις κινήσεις του στην σκηνή μαζί με το μπάσο, φανερώνοντας τη σημαντική συμβολή του στο όλο οικοδόμημα της μπάντας στις πολύ μεγάλες της στιγμές. Το μίνι αφιέρωμα στα 20χρονα του How To Measure A Planet (απαραίτητο άλμπουμ για όσους ακόμη έχουν την κλασική παρανόηση πως οι Gathering παίζουν... metal - ναι υπάρχουν ακόμη και τέτοιοι τύποι!) έγινε με τα Probably Built In The Fifties και το πιο ατμοσφαιρικό Marooned. Ειδικά το Probably… διαθέτει εκείνο τα πωρωτικά κιθαριστικά ξεσπάσματα που θα εκτιμούσαν οι φίλοι του post rock - πάντως προσωπικά για μένα αποτέλεσε ένα από τα highlights του live. Το κοινό αρχίζει πλέον να ανταποκρίνεται πιο ενεργά στα τεκταινόμενα επί της σκηνής, με φυσική κορύφωση στο sing-along σε δύο από τα πλέον αγαπημένα κομμάτια των φανς των Gathering. Στο Saturnine όλοι τραγουδούν δυνατά τους στίχους (και συμμετέχουν στο υμνικό κλείσιμό του), όπως και στο Leaves, το πιο παλιό - και πιο μεταλλικό - κομμάτι του set. Η μαγεία ολοκληρώνεται με το επικό δεκάλεπτο Heroes Are Ghosts, πιθανότατα το καλύτερο κομμάτι των Gathering της νεότερης εποχής.
Κάπου εδώ τελείωσε το “κανονικό” σετ, αλλά οι Gathering δεν κατεβαίνουν από την σκηνή - και πού ακριβώς να πάνε, εδώ που τα λέμε; Αφήνουν για λίγο, ίσα για το τυπικό, τα όργανα και τις θέσεις τους και υποκύπτουν πολύ εύκολα στα έντονα χειροκροτήματα του κοινού και στις παραινέσεις του για άμεση επιστροφή για περισσότερη μουσική. Η οποία έγινε με το κλασικό και αγαπημένο Nighttime Birds και μία ακόμη υπέροχη ερμηνεία της Silje. Η κορύφωση της συναυλίας ήρθε με το I Can See Four Miles, που περίμενα προσωπικά πως και πως να ξαναζήσω μετά τον θρίαμβο της Αθήνας. Η κιθάρα και το theremin του Rene Rutten, το οποίο παίζει με το μπράτσο της κιθάρας του, αλλά και οι ατμόσφαιρες που δημιουργεί με τα πληκτρα του ο Frank Boeijen κυριαρχούν στο κομμάτι. Στο ήσυχο σημείο όπου όλοι οι υπόλοιποι μουσικοί περίμεναν το σήμα του ντράμερ Hans Rutten, για να μπουν κατόπιν απότομα όλοι μαζί (να “σκάσουν” α λα Mogwai) στο θορυβώδες κρεσέντο του κομματιού, δεν ακουγόταν ούτε η ανάσα μας… Συγκλονιστικό, ιδανικό noise rock κλείσιμο, εξυψωτικό post rock θα λέγαμε, πάντα με την χαρακτηριστική σφραγίδα ευαισθησίας των Ολλανδών!
Μετά το live είχαμε την ευκαιρία να ανταλλάξουμε μερικές κουβέντες με όλα τα μέλη της μπάντας σχηματιζοντας διάφορα πηγαδάκια, μέχρι την ώρα που θα έπρεπε να αποχωρήσουμε από το όνειρο και να επιστρέψουμε στην Αθήνα και την πεζή πραγματικότητα της καθημερινότητας. Σκόπιμο λοιπόν θα ήταν να αναφερθώ στη συνολική εντύπωση που μου άφησε το διήμερο (και παρολίγον τριήμερο αν είχα τη δυνατότητα να βρεθώ στη Θεσσαλονίκη την Παρασκευή). Για αρχή, το συναίσθημα να παρακολουθείς μία υπεραγαπημένη μπάντα σε συνεχόμενες συναυλίες είναι μοναδικό. Έστω κι αν τα κομμάτια που θα ακούσεις συνήθως δεν διαφέρουν από πόλη σε πόλη (δεν είναι όλες οι μπάντες Pearl Jam…), περισσότερη σημασία έχει να βρίσκεσαι εκεί και να νιώθεις κι εσύ μέρος αυτού που συμβαίνει - για την εμπειρία αλλά και την ιστορία. Επίσης κάποιες μπάντες γίνονται “υπερ”αγαπημένες για κάποιον λόγο που συνήθως δεν άπτεται αυστηρά της μουσικής. Ο συναισθηματικός παράγοντας παίζει σημαντικό ρόλο και, ως - ελπίζω - γνωστόν, το συναίσθημα δεν ελέγχεται απόλυτα. Όμως όταν μία μπάντα της οποίας η μουσική σε αγγίζει - και η μουσική των Gathering έχει τη συναισθηματική βαρύτητα για να το κάνει - δίνει σταθερά εκπληκτικές μουσικές παραστάσεις σε όλα τα χρόνια της, η επιλογή που σου αφήνεται είναι να παραδοθείς στη μαγεία της εμπειρίας που σου προσφέρεται. Πιο “αντικειμενικά” (γελάμε...) οι συναυλίες αυτές έδρασαν ως ηχηρές δηλώσεις πως οι Gathering επανέρχονται και μάλιστα σε υψηλό επίπεδο. Ίσως κάποια στιγμή θα πρέπει να επανεκτιμηθεί από το κοινό και όσους ασχολούνται σοβαρά με το “άθλημα” η θέση τους ως ξεχωριστών μουσικών, αλλά παρά τις όποιες ατομικές διακρίσεις του καθενός, λειτουργούν ακόμη ως σύνολο, ως παρέα, ως πραγματική μπάντα, όπως υπονοεί το όνομά τους από την αρχή της 30ετούς πορείας τους. Αναμένω πραγματικά με μεγάλο ενδιαφέρον τα επόμενα βήματά τους, με νέο δίσκο μέσα στο 2019 και με νέες συναυλίες (γιατί όχι και πολύ σύντομα ξανά στην Ελλάδα) αν όλα κυλήσουν καλώς από μία μπάντα που, στη χειρότερη, αξίζει της προσοχής του ευρύτερου κοινού.
Κείμενο / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής