Κάθε νέος δίσκος φέρνει πάντοτε στα μέρη μας τους Paradise Lost εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Μπορεί πέρσι να ήρθαν λίγο πριν κυκλοφορήσει το Medusa, ωστόσο το όποιο κενό καλύφθηκε φέτος με την εμφάνιση τους -για πρώτη φορά- στο Academy, με την προσέλευση μάλιστα να είναι αξιωσημείωτα μαζική.
Λίγο πριν τις 9:00 τα πέντε μέλη των Sorrows Path πήραν τις θέσεις τους στη σκηνή για το άνοιγμα της βραδιάς. Το γκρουπ, το οποίο έχει μακρύ παρελθόν πίσω του ξεκινώντας από τα 90s, κυκλοφόρησε πρόσφατα τη νέα του δουλειά Touching Infinity και όπως μας ενημέρωσε εξαρχής ο τραγουδιστής τους θα έπαιζαν συνθέσεις από το συγκεκριμένο άλμπουμ καθώς και τα δύο προηγούμενα τους. Η αλήθεια είναι πως ειδικά στα πρώτα κομμάτια ο ήχος ήταν αρκετά “μπουκωμένος” σε σημείο να μην μπορούμε να ακούσουμε καθαρά κάθε όργανο και να διακρίνουμε τα μελωδικά θέματα τους. Πάντως το κοινό φάνηκε να εκτιμά δεόντως το επιμεταλλωμένο doom τους, όπως φάνηκε και από το χειροκρότημα μετά από κάθε κομμάτι.
Το ρολόι έδειχνε ήδη 10:00 όταν ακούστηκαν οι πρώτες νότες από την (προηχογραφημένη) εισαγωγή του αξεπέραστου Enchantment από το εμβληματικό Draconian Times και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα ο εναρκτήριος στίχος “Like a fever, fever/ Inside of me” δια στόματος Nick Holmes καθώς και των φανατικότερων ανάμεσα στο κοινό. Επιλογή αν μη τι άλλο σίγουρη για επιτυχημένο ξεκίνημα, άλλωστε οτιδήποτε ακούγεται μέσα από το Draconian Times προκαλεί πάντοτε ενθουσιασμό στο κοινό. Η συγκεκριμένη συναυλία δεν ήταν μέρος μια τυπικής περιοδείας προώθησης νέου δίσκου, μιας και το Medusa κυκλοφόρησε πέρσι, έτσι οι Paradise Lost είχαν μεγαλύτερη ευχέρεια στην κατάρτιση του setlist αφού δεν ήταν υποχρεωμένοι να το “φορτώσουν” με νέα κομμάτια με τις ανάλογες συνέπειες για τη ροή του live (εδώ βέβαια οι απόψεις διίστανται καθώς υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν ότι πρέπει να ακούγονται όσα περισσότερα καινούρια κομμάτια γιατί αλλιώς χάνεται η μοναδική ευκαιρία να παιχτούν ζωντανά και υπάρχουν κι αυτοί που θεωρούν ότι τα πολλά νέα κομμάτια αναπόφευκτα κουράζουν το ακροατήριο, το οποίο προτιμά γενικά τους οικείους ήχους). Στην παρούσα περίπτωση το γκρουπ επέλεξε να αντιπροσωπευτούν όσοι περισσότεροι δίσκοι ήταν δυνατό, με αποτέλεσμα να ακουστούν τελικά τέσσερα κομμάτια από το Medusa, με δεύτερο σε επιλογές να έρχεται το Draconian Times με τρεις (πέραν του Enchantment, παίχτηκαν επίσης τα Forever Failure και Shadowkings, όχι όμως και το The Last Time, μιας και επιλέχτηκε κάτι άλλο για φινάλε).
Φέτος οι Paradise Lost συμπληρώνουν 30 χρόνια συνεχούς παρουσίας (παρεμπιπτόντως, πραγματικά αξιοθαύμαστο το γεγονός πως τα 4/5 της σύνθεσης τους παραμένουν σταθερά, όλα αυτά τα χρόνια, μόνο ο ντράμερ αλλάζει κάθε λίγα χρόνια) και η περιοδεία τους που ολοκληρωνόταν στην Αθήνα είχε επετειακό χαρακτήρα, οπότε η κουβέντα για την setlist είχε το νόημα της και αναπόφευκτα ξεκινήσαμε την αναφορά μας από αυτή. Πέραν λοιπόν του τι ακούγεται σε μια συναυλία, εξίσου σημαντικό είναι το πως ακούγεται. Εδώ πρέπει να πούμε πως ο ήχος ήταν σαφώς βελτιωμένος σε σχέση με το support, αλλά και πάλι απείχε αρκετά από το να χαρακτηριστεί κρυστάλλινος. Κάποιες φορές για παράδειγμα τα φωνητικά του Holmes δεν έφταναν στα αυτιά μας με την επιθυμητή ευκρίνεια (τουλάχιστον σε εμάς που βρισκόμασταν στο κάγκελο). Από εκεί και πέρα το συγκρότημα υπήρξε σίγουρα ορεξάτο (η τελευταία συναυλία κάθε περιοδείας πάντα προκαλεί μια κάποια ευθυμία) με τον Holmes όπως πάντοτε χιουμορίστα (με βρετανικό μεν, χιούμορ δε), να αστειεύεται με κάθε ευκαιρία με το κοινό, με αφορμή κυρίως το γεγονός πως το live πραγματοποιήθηκε προπαραμονές Χριστουγέννων. Για παράδειγμα το διαχρονικά αγαπημένο As I Die, προλογίστηκε ως “το χριστουγεννιάτικο νούμερο 1 που είχαμε στα 90s” (κάτι βέβαια που δεν συνέβη ποτέ...), ενώ το The Longest Winter από το πρόσφατο Medusa, μετονομάστηκε για την περίσταση σε... The Longest Christmas. Αρκετά κεφάτος υπήρξε και ο Greg Mackintosh, ο οποίος είναι με την κιθάρα του ο στυλοβάτης της μπάντας. Εδώ να σημειώσουμε απλώς πως ο γίγας Mackintosh συνέχισε το σερί με τα τραγικά κουρέματα καθώς στις τρεις τελευταίες επισκέψεις του γκρουπ στην Ελλάδα έχει εμφανιστεί κατά σειρά με μακριά ράστα, κοντοκουρεμένο ξανθό (για όποιον δεν το πιστεύει, υπάρχει σχετική φωτογραφία), ενώ φέτος προτίμησε ένα απροσδιορίστου στυλ κούρεμα που συνδύαζε το ξυρισμένο στα πλάγια α λά μοϊκάνα κεφάλι με μακρύ μαλλί πίσω... Πέρα από την πλάκα πάντως ο Mackintosh εξακολουθεί να αποτελεί έναν ανεξάντλητο θησαυρό για το γκρουπ (για τον έτερο κιθαρίστα Aaron Aedy, θα περιοριστούμε στο να πούμε μονάχα πως είναι θαυμάσιο να υπάρχουν μουσικοί που απολαμβάνουν με τέτοιο πάθος να παίζουν τη μουσική της μπάντας τους).
Αν έπρεπε να επιλέξουμε μερικές από τις καλύτερες στιγμές του live στο Academy, πέραν από όσα προαναφέρθηκαν, θα έπρεπε να αναφέρουμε οπωσδήποτε την υπέροχη εκτέλεση στο Erased, καθώς και τα Tragic Idol, Embers Fire και Say Just Words (το οποίο συνοδεύτηκε από μια έκρηξη ενθουσιασμού από το κοινό). Με το τελευταίο έκλεισαν το encore 4 κομματιών, αγγίζοντας έτσι τα 90 λεπτά (διάρκεια δηλαδή ποδοσφαιρική... μιας και κατάγονται από την κοιτίδα του αθλήματος, την Αγγλία). Ως σύνολο μπορούμε σίγουρα να μιλήσουμε για μια ικανοποιητική εμφάνιση (με εξαίρεση τα “θεματάκια” στον ήχο, που αναφέραμε παραπάνω), με την οποία το γκρουπ γιόρτασε τη συμπλήρωση 30 χρόνων πορείας, χωρίς ωστόσο υπερβολικές δόσεις νοσταλγίας ή αναπόλησης του ένδοξου παρελθόντος. Η αλήθεια είναι πως παρότι μετράνε ήδη 15 δίσκους (αξιοπρόσεκτη παραγωγή για μια καριέρα τριάντα χρόνων), δεν συμπεριφέρονται σαν βετεράνοι, πως θα μπορούσαν άλλωστε όταν είναι ακόμα κάτω των 50 (ο δε drummer, πολύ πιο κάτω...). Με λίγα λόγια, όρεξη να έχουμε και θα έχουμε πολλές ευκαιρίες να τους ξαναδούμε στο μέλλον.
Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος
Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής