Η βροχή δεν αποτελούσε τον καλύτερο οιωνό για την έκβαση της συναυλίας του Trentemøller. Ίσως μπορούσε να δράσει και αποτρεπτικά για την προσέλευση του κοινού.Όμως οι θιασώτες του ύφους, κατά κανόνα φανατικοί ακροατές σταθμών τύπου Best FM (όπως θα έλεγε μια ψυχή, φανατική κι εκείνη του συγκεκριμένου σταθμού όταν ακόμη μεσουρανούσε στα ερτζιανά) είχαν προμηθευτεί από την προπώληση τα εισιτήριά τους, γεμίζοντας τελικά το Gazi Music Hall. Μην ψάχνεστε, δεν πρόκειται για κάποιον ολοκαίνουριο συναυλιακό χώρο, κάποτε τον λέγαμε Entertainment Stage, μόνιμο μειονέκτημα του οποίου είναι το χαμηλό ύψος της σκηνής, που καθιστά πολύ δύσκολη τη ζωή ακόμη και μετρίου αναστήματος συμπολιτών μας που θέλουν να παρακολουθήσουν ανεμπποδιστα τα επί σκηνής τεκταινόμενα.
Δεν μπορώ να γνωρίζω τι περίμενε το κοινό που ήρθε νωρίς στο χώρο από την εμφάνιση του T.O.M. And His Computer. Ο συντοπίτης του Trentemøller φάνηκε να περνάει αδιάφορος στην πλειοψηφία, επιβεβαιώνοντας όλους σχεδόν τους άτυπους νόμους που αφορούν τα support, πέρα από τον ήχο - στην ηλεκτρονική μουσική είναι ευκολότερο, άλλωστε, να πετύχεις ευήκοο ήχο, σε αντίθεση με πιο rock καταστάσεις. Ο Τ.Ο.Μ. περνούσε μια χαρά επάνω στη σκηνή, ή τουλάχιστον έτσι έδειχνε: όσο επεξεργαζόταν samples και τοποθετούσε λούπες στον ηχητικό καμβά του, παράλληλα έκανε το τσιγαράκι του, έπινε την μπυρίτσα του και γενικώς το διασκέδαζε χωρίς να τον απασχολούν οι αντιδράσεις του κόσμου από κάτω. Ένα σταθερό beat στο τόσο αποδεικνυόταν ικανό να λικνίσει μερικούς, αλλά όχι να κεντρίσει και την προσοχή τους.
Ένας από τους λόγους για τους οποίους προσωπικά παραβρέθηκα σε αυτό το live ήταν η ανακοίνωση πως ο Trentemøller θα χρησιμοποιήσει επί σκηνής μία μπάντα σε πλήρη μορφή με κιθάρες, ντραμς, μπάσο - και λίγο η αυθαίρετη εικασία πως, για αυτόν τον λόγο, θα απέφευγε τα remix και θα επικεντρωνόταν στην επίσημη προσωπική του δισκογραφία, δίνοντας μια ευκαιρία να εκτιμηθεί πάνω σε μία νέα, λιγότερο ηλεκτρονική, βάση. Η αίσθηση, όμως, πως ο περισσότερος κόσμος ήρθε για να λιώσει τα παπούτσια του στο χορό παρά για να ακούσει μουσική, επιβεβαιωνόταν όσο κυλούσε το live. Η μπάντα του Anders Trentemøller, πέρα από τον ίδιο στα samples και στα πλήκτρα, όντως αποτελούταν από τα κλασικά rock όργανα. Μάλιστα στις κιθάρες πρωταγωνιστούσαν οι δύο γυναίκες της παρέας, εκ των οποίων η Marie Fisker είχε αναλάβει, ως είθισται στις live υλοποιήσεις του συγκεκριμένου συγκροτήματος, το χρέος να αντικαταστήσει φωνητικά όλους τους στουντιακούς καλεσμένους του Δανού, οι οποίοι φυσικά αδυνατούσαν να ακολουθήσουν την περιοδεία. Παρά την εκφραστικότητά των κινήσεών της, τα μέρη της δεν ευνοήθηκαν από την σχετικά χαμηλή ηχητική ένταση του μικροφώνου της. Το μεγαλύτερο μέρος του live αφιερώθηκε στις αμιγώς οργανικές συνθέσεις, οι οποίες αποδόθηκαν με τον δέοντα δυναμισμό που προσδίδει μία ζωντανή εμφάνιση. Το Still On Fire ξεκίνησε εντυπωσιακά το σετ, γεφυρώνοντας τις όποιες διαφορές μεταξύ breakbeat και rock. Ο Trentemøller έγνεψε κι άλλες φορές τρυφερά προς την rock πλευρά των παρευρισκομένων, με ευθείες αναφορές στο Once In A Lifetime των Talking Heads (στο Kraftwerk-ικό κλείσιμο του Trails), στο Lullaby των Cure (το οποίο “συμμάζεψε” στο ονειρικό Moan στην έκδοση με στίχους) και στο You On The Run των Black Angels (ναι, δεν έκαναν πουλάκια τα αυτιά μας, άλλωστε ο Δανός είναι αποδεδειγμένος φαν). Ξεχωριστή ήταν η ανάπτυξη του αγαπημένου Miss You από ηλεκτρονική ambient μπαλάντα σε post rock ελεγεία – μακάρι μόνο να μην επικρατούσε τόση οχλαγωγία στα ήρεμα μέρη του κομματιού, όμως είπαμε, ο κόσμος ήρθε κυρίως για να χορέψει.
Το κλίμα ήταν θετικό, ο συμπαθής Δανός όμως προτίμησε να μην αποκτήσει λεκτική επαφή με το κοινό που ήρθε να τον παρακολουθήσει και αρκέστηκε στα χαμόγελα. Κάπως έτσι φτάσαμε σο εντυπωσιακό electro/garage rock του Silver Surfer Ghost Rider Go, που έκλεισε τη συναυλία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο – μια συναυλία με ποικιλία ήχων και ακουσμάτων, που έψαχνε περισσότερο να γίνει αισθητή στο μυαλό και την καρδιά, παρά να κουνήσει σε ξέφρενους ρυθμούς τα πόδια των παρευρισκομένων. Ο οικοδεσπότης μας αποδείχτηκε ευτυχώς ικανότατος στο να κάνει και τα δύο με επιτυχία.
Κείμενο / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής