Κυριακή, Πάσχα των Καθολικών, ψιλόβροχο, μουντή ατμόσφαιρα, ιδανικός καιρός για συναυλία των Paradise Lost, δηλαδή! Δεν το λέμε μόνο εμείς, το είπε κι ο ίδιος ο Nick Holmes μαζί με το καλωσόρισμα: “ο καιρός έξω είναι υπέροχος, θυμίζει την πατρίδα μας...”. Πάντως πέρα από την πλάκα, οι συνθήκες ήταν όντως ιδανικές για την επιστροφή των Βρετανών, η ουρά έξω από το Fuzz μάλιστα πιστοποιούσε ότι η προσέλευση και η προσμονή ήταν μεγάλη. Άλλωστε το συγκεκριμένο live για την παρουσίαση του Obsidian ήταν να πραγματοποιηθεί προ διετίας αλλά η πανδημία οδήγησε σε συνεχόμενες μεταθέσεις της ημερομηνίας.
Το ξεκίνημα του event δόθηκε με τους Fragment Soul, μια νέα μπάντα της οποίας το περσινό ντεμπούτο, Axiom Of Choice, εξυπηρετεί ως μοναδικό προς το παρόν δείγμα δουλειάς και διαπιστευτήριο των δυνατοτήτων της. Όπως πιθανώς καταλάβατε, αυτή ήταν και η πρώτη τους συναυλία, κάτι που επιτρέψτε μου να παρατηρήσω ότι φαινόταν από την σχετική αμηχανία τους πάνω στην σκηνή, αν και εκτελεστικά δεν προβλημάτισαν (το αντίθετο μάλιστα). Συνδυάζοντας το prog metal με το doom, πολλά ήσυχα σημεία και με κομμάτια που κατά μέσο όρο ξεπερνούσαν τα δέκα λεπτά διάρκειας έκαστο, μάλλον δυσκολεύτηκαν να πείσουν το κοινό ενός γεμάτου Fuzz να τους προσέξει ενδελεχώς κατά τη διάρκεια της εμφάνισής τους. Κρίμα βεβαίως, διότι στον αέρα διαχέονταν αναγνωρίσιμες διαθέσεις από Anathema και πρόσφατους Opeth. Παρεμπιπτόντως το άλμπουμ τους έχει ενδιαφέρον για τους φίλους των αργόσυρτων και ιδιαιτέρως συναισθηματικών ήχων και ενδείκνυται για οικιακές ακροάσεις, ειδικά σε μια βροχερή μέρα σαν και εκείνη…
Ως γνήσιοι Εγγλέζοι οι Paradise Lost ανέβηκαν στη σκηνή στις 9:30 αυστηρά, με το έναυσμα να δίνεται με το Embers Fire και το μακρινό παρελθόν, εποχής Icon. Στην εξέλιξη του live η ισορροπία μεταξύ παρελθόντος και παρόντος αποδείχθηκε μελετημένη, με τα κομμάτια από το πρόσφατο (περίπου, δηλαδή...) άλμπουμ Obsidian (όπως το πολύ καλό Forsaken) να αναμειγνύονται με συνθέσεις από το παρελθόν, είτε κοντινό (Blood and Chaos) είτε απώτερο (Faith Divides Us – Death Unites Us), με αποτέλεσμα μια ροή σαφώς ομαλή.
Ενδιάμεσα βεβαίως παρεμβάλλονταν διάφορες σπαρταριστές ατάκες του γνωστού χιουμορίστα Holmes, όπως όταν σχολίασε την ύπαρξη ενός ανεμιστήρα κοντά στη βάση του μικροφώνου, ο οποίος ανακάτευε τα -ανύπαρκτα, εδώ και χρόνια- μακριά μαλλιά του, πριν προλογίσει την ισοπεδωτική εκτέλεση του Eternal. Σε κάποιο άλλο σημείο αναρωτήθηκε πόσο σοφή ήταν η απόφαση να δώσουν ένα συγκεκριμένο τίτλο σε σύνθεση που έγραψαν νέοι, εννοώντας φυσικά το As I Die που προκάλεσε έκρηξη ενθουσιασμού στο κοινό. Κάτι αντίστοιχο προκλήθηκε και στο άκουσμα των The Last Time (μοναδική επιλογή από το Draconian Times, παρεμπιπτόντως) και Say Just Words, στα οποία το sing-along υπήρξε μαζικό. Όσο για τον προσωρινό αποχαιρετισμό πριν το encore επέλεξαν ένα κομμάτι όχι ιδιαίτερα ευοίωνο, όπως παρατήρησε ο Holmes. Ο λόγος για το No Hope in Sight από το The Plague Within του 2015.
Λίγα λεπτά αργότερα ο Holmes επέστρεψε στη σκηνή, προπορευόμενος των υπολοίπων, για την εισαγωγή του Darker Thoughts από το Obsidian. Αμέσως μετά ταξίδεψαν πίσω στο 1999 και το Host με το So Much Is Lost, το οποίο έγινε δεκτό με ιδιαίτερη θέρμη. Η αυλαία έπεσε οριστικά με μια τρομερή εκτέλεση στο Ghosts, το οποίο παρότι βρίσκεται στην τελευταία κυκλοφορία τους, μπορούμε να το θεωρούμε ήδη κλασικό.
Εν τέλει, το 90λεπτο που έμειναν στη σκηνή οι Paradise Lost κύλησε σαν νεράκι. Το γκρουπ παρουσιάστηκε ιδιαίτερα ευδιάθετο, ευρισκόμενο στη φυσική του θέση, τη σκηνή, μετά από το αναγκαστικό διαλείμματα που επέβαλε η πανδημία. Ακόμα κι ο συνήθως βλοσυρός Greg Mackintosh (ο οποίος εντυπωσίασε για άλλη μια φορά με την μοναδικής έμπνευσης κόμη του...) ήταν κεφάτος, σε σημείο να κατέβει με τη λήξη της συναυλίας από τη σκηνή για αναμνηστικές φωτογραφίες! Όλα εν ολίγοις συνέβαλαν ώστε να μπορούμε να μιλάμε για μια πολύ ωραία και απολαυστική εμφάνιση.
Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος – Μιχάλης Κουρής
Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής