Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως οι Sonics υπήρξαν ένα από τα σημαντικότερα και επιδραστικότερα σχήματα στην ιστορία του rock & roll. Το ερώτημα ωστόσο που προκύπτει είναι κατά πόσο γνώρισαν την αποδοχή που τους άξιζε τόσο στη εποχή τους όσο και αργότερα. Απάντηση σε αυτό επιχειρεί εν μέρει να δώσει το ντοκιμαντέρ BOOM. A Film About The Sonics του Jordan Albertsen, το οποίο προβλήθηκε στο πλαίσιο της τρίτης ημέρας του φετινού Gimme Shelter Film Festival.
Το πρόγραμμα τηρήθηκε με απόλυτη ακρίβεια και έτσι στις 9 στη σκηνή ανέβηκαν οι Acid Visions, όπως δηλαδή είχε ανακοινωθεί. Το νεοσύστατο γκρουπ δημιουργήθηκε από δυο πρώην μέλη των Sound Explosion, τον στυλοβάτη Δημήτρη Δημόπουλο στο μπάσο και τον Στέλιο Ασκοξυλάκη, ο οποίος “αλλαξοπίστησε” και άφησε τη φαρφίσα για χάρη της δωδεκάχορδης. Φυσικά αποδείχτηκε και στην πράξη πως δεν θα υπήρχε πιο ταιριαστή επιλογή για τη βραδιά καθώς η μπάντα είχε ετοιμάσει ένα ειδικό ημίωρο set με συνθέσεις των Sonics καθώς και μερικές από τις περίφημες διασκευές τους.
Κομμάτια σαν τα Strychnine, Cinderella, Psycho, Boss Hoss και Witch αποδόθηκαν με πιστότητα και ευλάβεια, ενώ για το φινάλε επελέγη ορθά το Louie Louie για το πανηγυρικό κλείσιμο. Ειδικά για την περίσταση στη σύνθεση του συγκροτήματος είχε προστεθεί σαξόφωνο, όργανο θεμελιακό για το rock & roll (κι ας λέει η Courtney Love ότι δεν ταιριάζει…) και απαραίτητο για την πληρέστερη απόδοση των συνθέσεων της τιμώμενης μπάντας.
Βάσει προγραμματισμού, θα ακολουθούσε μια μίνι κουβέντα του σκηνοθέτη Jordan Albertsen με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του φεστιβάλ Δημήτρη Παπανδρέου, ωστόσο λόγω μιας σημαντικής ατυχίας που προέκυψε για τον πρώτο, δεν κατέστη δυνατό να ταξιδέψει στη χώρα μας. Κάπως έτσι η κουβέντα μεταξύ των δυο έγινε διαδικτυακά και εμείς είχαμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε στο σχετικό βίντεο που ετοιμάστηκε. Η συζήτηση ήταν αρκετά εκτεταμένη και μας έδωσε τη δυνατότητα να πληροφορηθούμε σε βάθος για τη δυσκολία του όλου εγχειρήματος που κράτησε πάνω απο 10 χρόνια, να μάθουμε πως μια τυχαία συνάντηση σε ένα εστιατόριο με τον Mike McCready των Pearl Jam υπήρξε το έναυσμα ώστε ο Albertsen να ξαναπιαστεί με το φιλμ το οποίο εκείνη τη στιγμή είχε παρατήσει αλλά και πως ο πατέρας του σκηνοθέτη ήταν εν τέλει η αφορμή για να ξεκινήσει η συγκεκριμένη ταινία.
Χωρίς καθόλου καθυστέρηση, ακολούθησε η προβολή του BOOM. A Film About The Sonics. Το φιλμ καταπιάνεται με την ιστορία των Sonics ξεκινώντας από τις αρχές της δεκαετίας του ‘60 και φτάνοντας στο παρόν ακολουθώντας χρονολογική σειρά. Σημαντικοί σταθμοί στην πορεία τους, από τη γνωριμία των μελών, την ηχογράφηση των πρώτων singles και κατόπιν των δυο μυθικών LP, η διάλυση και η επανένωση του 2008 ξετυλίγονται μέσα από τις αφηγήσεις των πέντε αυθεντικών μελών. Υπάρχουν φυσικά και καλεσμένοι όπως ο McCready, ο Mark Arm, η Nancy Wilson των Heart, ο παραγωγός Jack Endino κ.α. αλλά είναι oiαναμνήσεις και οι σπαρταριστές ιστορίες των πέντε Sonics που έχουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Σημαντικό κεφάλαιο της εξιστόρησης αποτελεί το reunion του 2008 που υπήρξε η αφορμή για να γνωρίσει το συγκρότημα μια νέα γενιά ακροατών. Κάπου εδώ δίνεται έμφαση στη προσπάθεια του Buck Ormsby των Wailers (όχι αυτών του Marley) που έκανε ό,τι ήταν δυνατό για να διαδώσει και να διασώσει τη κληρονομία της μπάντας. Επίσης, τονίζεται το παράδοξο γεγονός πως οι Sonics όλο το διάστημα που δεν υπήρχαν ήταν σαφώς γνωστότεροι στην Ευρώπη παρά στην πατρίδα τους. Καθοριστικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η συλλογή Rockabilly Psychosis And The Garage Disease (1984), όπως προκύπτει εξάλλου από συνεντεύξεις με μουσικόφιλους της Μεγάλης Βρετανίας.
Εκεί που η ταινία υστερεί, είναι στο αρχειακό υλικό καθώς δεν υπάρχει ούτε ένα πλάνο με το συγκρότημα live από τη δεκαετία του ‘60, οπότε αναγκαστικά παρουσιάζονται λήψεις μόνο από την μετά reunion εποχή καθώς φυσικά και πολλές ασπρόμαυρες φωτογραφίες από εκείνη την εποχή. Αυτός μάλιστα ήταν ένας λόγος που ο σκηνοθέτης αναγκάστηκε να ξανασχοληθεί με την ταινία που είχε τελειώσει το 2018, καθώς δυο κούτες με φωτογραφίες από το αρχείο των Parypa που ανακαλυφθήκαν αργότερα δεν μπορούσαν να μείνουν ανεκμετάλλευτες. Αυτή λοιπόν η εκδοχή που παρακολουθήσαμε ήταν το “final cut” και σε αυτή την μορφή θα υπάρχει διαθέσιμη από το επόμενο έτος σε streamingπλατφόρμες καθώς και σε BluRay/ DVD.
Εν τέλει το αρχικό ερώτημα απαντήθηκε, οι Sonics υπήρξαν πολύ σπουδαίοι και καινοτόμοι για να είναι απλώς μια μπάντα με τοπική αναγνώριση στα πέριξ της πολιτείας Washington και ένα όνομα με cult φήμη στους φίλους του rock & rollστην Γηραιά Ήπειρο. Ας αναλογιστούμε πως οι Sonics από την άσημη Tacoma έδρασαν παράλληλα με τους Beatles και τους Stones και άφησαν πίσω υλικό που ήταν πολύ μπροστά από την εποχή τους. Ευτυχώς ήρθε το reunionτ ου 2008 για να διορθωθεί μια ανορθογραφία στην ιστoρία του rock & roll και να αποδοθεί έστω και με καθυστέρηση δικαιοσύνη.
Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής