Κυριακή, 10 Δεκεμβρίου 2023 22:00

Live Review: Black Country, New Road @ Floyd, 9/12/2023

Written by 

Το τονίζω εξαρχής ότι οι δύο πρώτες παράγραφοι δεν διακατέχονται από καμία διάθεση μεμψιμοιρίας. Νομίζω πως δεν είχα ποτέ, πολλώ δε μάλλον ύστερα από τόσα χρόνια ενασχόλησης με τα μουσικά, διάθεση να αναφέρω ή, ακόμα περισσότερο, να κρίνω οποιαδήποτε συμπεριφορά δεν άπτεται με άμεσο τρόπο στη μουσική που παρουσιάζει μέσα από στούντιο ηχογράφηση ή ζωντανά μπροστά σε κοινό ένας τραγουδοποιός ή ένα συγκρότημα. Παρ’ όλα αυτά, κάποιες αποφάσεις μού είναι τελείως ακατανόητες, όσο κι αν εκ πρώτης όψεως παρουσιάζονται ως δικαιολογημένες. Φυσικά, η επιλογή των τραγουδιών που θα ακουστούν σε κάθε συναυλία εναπόκειται στην κρίση των μουσικών. Κι αυτή έχει συχνά να κάνει με τη διάθεσή του, την προώθηση ενός δίσκου που κυκλοφόρησε πρόσφατα ή ακόμα και το κοινό που θα παρακολουθήσει τη συναυλία.

 

Θεωρώντας αυτά ως δεδομένα, δε μπορώ να κατανοήσω τον παραμικρό λόγο που οι Black Country, New Road έχουν εδώ και καιρό επιλέξει να μην παίζουν ζωντανά τραγούδια από τα δύο στούντιο άλμπουμ τους, παρά μόνο σχεδόν πλήρες το “Live at Bush Hall” με μερικές επιλεγμένες προσθήκες. Προσέξτε παρακαλώ: εδώ δε μιλάμε για δύο συνηθισμένα άλμπουμ που απλά αποτελούν την μέχρι τώρα πλήρη στούντιο δισκογραφία της μπάντας, αλλά για τα πολύ σημαντικά “For the First Time” και “Ants from Up There”. Πολύ αγαπητοί μουσικοί μου φίλοι Black Country, New Road, λυπάμαι που θα το πω, αλλά το ότι δεν παίζετε ζωντανά τα τραγούδια των άλμπουμ αυτών, ως άτυπο φόρο τιμής στον αποχωρήσαντα Isaac Wood μέχρι αυτός να επιστρέψει, ουσιαστικά δεν τιμά κανέναν, αλλά ούτε εξυπηρετεί κάποιον σκοπό. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν οι συναυλίες σας γίνονται σε μακρινά από την πατρίδα σας μέρη, στα οποία το κοινό που πληρώνει εισιτήριο για να σας ακούσει, μπορεί να μην έχει την ευκαιρία να σας ξαναδεί ποτέ. Όπως είπαμε όμως, αυτό ήταν δικαίωμά σας και κανείς δε δικαιούται να παραπονείται (σοβαρά), διότι το είχατε προ πολλού δημοσιοποιήσει. Έτσι, όσοι πολλοί ήρθαμε να σας δούμε γνωρίζαμε ακριβώς τα τραγούδια που θα παίζατε (τι κρίμα που έλειπε το στοιχείο της έκπληξης, που πλέον στη μέγιστη εκδοχή του αφορούσε μάξιμουμ δύο επιπλέον τραγούδια) και ότι αυτά θα διαρκούσαν εβδομήντα λεπτά. Και μάλιστα, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα για encore.

 

Τη σκηνική παρουσία των Black Country, New Road τη λες εύκολα αντισυμβατική. Ακόμα και η σχεδόν καθιερωμένη πριν από το τέλος παρουσίαση των μελών της μπάντας, έγινε μόλις στο τρίτο τραγούδι. Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε πλέον να κάνουμε με έξι απλά παιδιά, που έδειξαν να απολαμβάνουν πολύ και ταυτόχρονα να ξαφνιάζονται από την απήχηση που είχαν τα τραγούδια τους στο εκδηλωτικό κοινό που είχε συγκεντρωθεί στο Floyd.

 

Ας λάβουμε μάλιστα υπόψη το ότι δεν ήταν πιθανό να βρεθεί κάποιος τυχαία εκεί για να τους ακούσει, αφού η μουσική τους εκφράζει όσους έχουν ανάγκη να ψυχαγωγηθούν με έναν ασυνήθιστο για τις μέρες που ζούμε τρόπο. Επικεντρώνεται σε ένα, με την καλή έννοια, διανοουμενίστικο εκφραστικό στυλ που δεν υποκύπτει στα κλισέ, αλλά είτε λόγω της jazz είτε λόγω της τόλμης των μελών τους επιλέγει να μιλήσει με τη μουσική γλώσσα του απαιτητικού παρελθόντος, παραγνωρίζοντας με ρίσκο κάποιες ουσιώδεις παραμέτρους της πεπατημένης των ευρύτερων ‘00’s. Γι’ αυτό και ανάμεσα στο κατά συντριπτική πλειοψηφία νεανικό κοινό έβλεπες και τύπους που διανύουν τα πρώτα, αν όχι και τα δεύτερα, -ήντα. Η γλώσσα αυτή ουσιαστικά είναι η ίδια με εκείνη του παρελθόντος, απλά οι «λέξεις» διαφέρουν. Κι αυτό, αν και καθόλου πρωτοφανές, παραμένει πολύ σημαντικό και σταδιακά προνόμιο όλο και πιο λίγων.

 

Μόλις με ένα λεπτό καθυστέρησης από την προκαθορισμένη ώρα έναρξης, δηλαδή στις 22.01’ ακούστηκε πιο δυνατή μουσική και ένα λεπτό αργότερα η μπάντα ξεκίνησε με το «πειραγμένο» σαξόφωνο του Up Song. Καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας και πίσω τους προβαλλόταν η ίδια εικόνα, ενώ ολόκληρος ο χώρος ήταν λίγο περισσότερο φωτισμένος απ’ ό,τι συνήθως. Τα όσα ακολούθησαν φανέρωσαν ένα συγκρότημα αποτελούμενο από έξι άτομα με καλή σκηνική παρουσία, το οποίο, κατά την άποψή μου, θα είχε σίγουρα απογειωθεί αν έπαιζε έστω και λίγα από τα εξαιρετικά τραγούδια των δύο πρώτων άλμπουμ. Ακόμα όμως και χωρίς αυτά, η συχνά ενθουσιώδης και προσηνής παρέα των έξι φίλων μάς έδειξε πόσο πειστικά μπορεί να αποδώσει το post-rock, μινιμαλιστικό και chamber pop ηχητικό μείγμα της, βασιζόμενη τόσο στις συχνές παύσεις, όσο και στα κρεσέντα της.

 

Γενικά, έδειχναν χαλαροί ανάμεσα στα τραγούδια, πίνοντας κάποιες γουλιές από τα νερά τους και μη σταματώντας κάθε λίγο να μας ευχαριστούν για την παρουσία μας μέχρι και το έκτο τραγούδι. Τις ευχαριστίες ξεκίνησε η Tyler Hyde με το “My God we’re in Greece”, συνέχισε ο Lewis Evans που μας πληροφόρησε ότι έφαγαν κεφτέδες και γεμιστά και ολοκλήρωσε σε δύο προσπάθειες ο μες στην καλή χαρά Charlie Wayne. Γενικότερα, είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι τα φωνητικά, αν και αξιοπρεπή, δεν είναι το φόρτε τους, αλλά αυτό λίγο - πολύ το γνωρίζαμε κυρίως από το “Live at Bush Hall”.

 

Όπως είπαμε, το κοινό ήταν πολύ εκδηλωτικό, απολαμβάνοντας τα τραγούδια που εκ των προτέρων περίμενε να ακούσει και διαπιστώνοντας πώς γίνεται η jazz-rock να συναντά τη Bjork για να φλερτάρει τελικά με τη folk, πώς δυναμώνει το συναίσθημα που εκλύει ένα τραγούδι όταν κόβεται απότομα, πώς τα ντραμς μπορούν να απογειώσουν με επικό τρόπο μια σύνθεση και πώς συνδυάζονται οι Divine Comedy με την Kate Bush. Αν και συνήθως δεν αντικατοπτρίζει πλήρως την πραγματικότητα η επιλεκτική απομόνωση κάποιων τραγουδιών, δε μπορώ να μην αναφέρω ότι εκτός του Laughing Song, οι δύο πιο επιβλητικές στιγμές της βραδιάς ανήκουν στην jazz του Nancy Tries to Take the Night που γεννιέται από τη συνύπαρξη μπάντζο, κλασικής κιθάρας και σαξόφωνου, αλλά ιδίως του κορυφαίου και τρυφερά μελαγχολικού Turbines/Pigs, που χτίζεται σταδιακά από την εντελώς ‘70’s ερμηνεία και τα πλήκτρα της May Kershaw, αλλά και το βιολί της Georgia Ellery, για να απογειωθεί συγκλονιστικά από το σύνολο της μπάντας με προεξάρχοντα τα τύμπανα του Wayne.

Η θερμότατη ανταπόκριση του κοινού έφερε στιγμιαία αμηχανία στην Hyde, η οποία σε κάποια στιγμή απολογήθηκε ότι έχουν μόνο δύο τραγούδια ακόμα μέχρι το τέλος. Μέσα μου της φώναξα ότι έχουν πολλά άλλα και εξίσου καλά ή καλύτερα, αλλά δεν έτρεφα αυταπάτες. Πριν το Dancers μας είπε ότι αυτή είναι η τελευταία εμφάνισή τους για φέτος και λίγο αργότερα, όταν συμπληρώθηκε το εβδομηντάλεπτο, άρχισε να ακούγεται δυνατή μουσική, όλα τα φώτα άναψαν κόβοντας κάθε προσδοκία για encore και οι Black Country, New Road μας αποχαιρέτησαν βιαστικά με φανερή στα πρόσωπά τους την ικανοποίηση.  

Κείμενο: Τάκης Κρεμμυδιώτης

Ευχαριστούμε την Ιωάννα Κίτρου για την ευγενική παραχώρηση των φωτογραφιών της.

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα