Print this page
Δευτέρα, 20 Νοεμβρίου 2017 22:00

Συνέντευξη The Road Miles: Οι σκοτεινοί τραγουδοποιοί πάντα είναι κοινός παρονομαστής για όλους μας

Written by 

Οι Road Miles μας είχαν εντυπωσιάσει, είναι η αλήθεια, με το προ διετίας ντεμπούτο τους Gold and Shadows, οπότε αναμέναμε με ενδιαφέρον το δεύτερο πόνημα τους. Το Ballads for the Wasteland κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό και με αυτή την αφορμή αλλά και τις επερχόμενες εμφανίσεις τους μαζί με τους Underground Youth σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη (24 και 25 Νοεμβρίου, αντίστοιχα), το Soundgaze είχε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση μαζί τους.

Διαθέτοντας ήδη την εμπειρία της ηχογράφησης του ντεμπούτου σας Gold and Shadows, πόσο πιο εύκολη ήταν η διαδικασία της σύνθεσης και ηχογράφησης του Ballads for the Wasteland;

Δεν ήταν πιο εύκολη ή πιο δύσκολη, ήταν διαφορετική. Το κόνσεπτ που είχαμε στο μυαλό μας ήταν πιο συγκεκριμένο, οπότε αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι που διευκολύνει τη διαδικασία. Παράλληλα, είχαμε στο στούντιο και 2 νέα μέλη, οπότε η δυναμική διαδικασία της ηχογράφησης είχε νέες παραμέτρους που έπρεπε να αφομοιωθούν. Επίσης κάθε φορά που δουλεύουμε με τον Αλεξ Μπόλπαση, καινούρια πράγματα και ιδέες πέφτουν στο τραπέζι, δίνοντας μας την δυνατότητα να εξερευνήσουμε κάτι νέο, πρωτόγνωρο για εμάς. Πιο δύσκολη ή πιο εύκολη, ήταν σίγουρα πολύ απολαυστική.

Υπήρξε κάτι που θέλατε να κάνετε διαφορετικά ή να δοκιμάσετε στο Ballads for the Wasteland σε σχέση με το ντεμπούτο σας;

Κατ’ αρχάς η ύπαρξη πλήκτρων, που ήταν κάτι που το είχαμε σαν σκέψη από τον πρώτο δίσκο, από τότε που παίξαμε με πλήκτρα στο Defcon Fest λόγω έκτακτης ανάγκης. Δεύτερον, δώσαμε περισσότερο χρόνο να δοκιμάσουμε ιδέες –ακόμα και καινούρια, απροβάριστα κομμάτια- μέσα στο στούντιο. Για παράδειγμα, η δημιουργία του The Third Man, που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων, αποτέλεσε μια πολύ έντονη διαδικασία για όλους μας.

Η μουσική σας προσέλκυσε το ενδιαφέρον αρκετών ακροατών λόγω και της ποικιλίας και πολυμορφίας των ήχων που χαρακτηρίζουν τα τραγούδια σας. Είναι άραγε οι επιρροές σας αρκετά ετερόκλητες ή μήπως οι ίδιες οι συνθέσεις καθόρισαν τη μουσική «παλέτα» σας;

Μία μπάντα έξι ατόμων δεν θα μπορούσε παρά να αποτελεί ένα μουσικό μωσαϊκό. Από τα blues στο psych και από τον Nick Cave στους Black Sabbath, οι επιρροές μας θα μπορούσαμε να πούμε ότι καλύπτουν ένα πολύ μεγάλο φάσμα της μουσικής, με τους σκοτεινούς τραγουδοποιούς πάντα να είναι κοινός παρονομαστής για όλους μας. Οι συνθέσεις λοιπόν δεν θα μπορούσαν να προκύψουν διαφορετικές όταν έχεις τόσες προσλαμβάνουσες και τόσα άτομα ενεργά στη συνθετική διαδικασία.

Η χώρα μας παρότι δεν έχει κάποια ιδιαίτερα παράδοση στο χώρο του heavy rock, διαθέτει μια από τις δυνατότερες σκηνές στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Ποια είναι η δική σας εξήγηση για αυτό;

Δεν έχει παράδοση στο heavy rock μεν, αλλά έχει τρομερή παράδοση στις ηλεκτρικές κιθάρες εν γένει. Από το ελληνόφωνο ροκ μέχρι και το ακραίο μέταλ, έχουμε μουσικούς που δημιουργούν και στέκονται επάξια, πολλά χρόνια τώρα. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πρωτογενές υλικό για να παραχθεί μουσική αξιώσεων σε διάφορες εκδοχές του ηλεκτρικού ήχου. Το heavy rock σαν ιδίωμα απλά είναι σημείο των καιρών.

Τα τραγούδια σας μοιάζουν σαν μικρές αυτοτελείς ιστορίες. Είναι όντως έτσι; Είναι οι στίχοι αυτοί που καθορίζουν το ύφος καθενός από αυτά;

Είναι αυτοτελείς ιστορίες ενταγμένες σε ένα γενικότερο κονσεπτ. Οι στίχοι καθορίζουν αλλά και καθορίζονται από την ιστορία που θέλουμε να αφηγηθούμε.

Οι συνθέσεις σας ηχούν, τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά, άκρως κινηματογραφικές. Αν είχατε τη δυνατότητα να διαλέξετε εσείς ένα σκηνοθέτη (Έλληνα ή ξένο) να χρησιμοποιήσει τη μουσική σας, ποιος θα ήταν αυτός; (Να τολμήσω μια πρόβλεψη: Jim Jarmusch;).

Σε ευχαριστούμε για το σχόλιο, είναι ζητούμενο μας αυτό. Από σκηνοθέτες, σίγουρα ο Jarmusch θα ήταν η πρώτη επιλογή. Ακολουθούν Tarantino, Sergio Leone, Νίκος Νικολαΐδης.  

Οι ζωντανές σας εμφανίσεις είναι αρκετά αραιές (αν δεν κάνω λάθος, η τελευταία φορά που παίξατε στην Αθήνα ήταν πέρυσι τον Σεπτέμβρη στο Τριανόν). Πρόκειται για συνειδητή επιλογή ή προέκυψε λόγω άλλων παραγόντων;

Από τον Αύγουστο του 2016 και μετά το πέρας των ηχογραφήσεων του Ballads for the Wasteland, 2 από τα μέλη της μπάντας κατοικούν μόνιμα στα Χανιά. Με αυτό το δεδομένο, το να κάνουμε συχνά λάηβ είναι δύσκολο αν όχι ανέφικτο. Αποφασίσαμε λοιπόν να αραιώσουμε τις ζωντανές εμφανίσεις μας, προσπαθώντας όμως να τις κάνουμε όσο γίνεται ιδιαίτερες και μοναδικές για μας αλλά και για τον κόσμο μας. Για παράδειγμα η εμφάνιση στο Τριανόν ήταν πολύ σημαντική γιατί μας έδωσε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε τη μουσική μας με την συνοδεία προβολής βίντεο και με το κοινό να μας παρακολουθεί καθισμένο σε καθίσματα κινηματογράφου.

Μιας και η μπάντα μετρά λίγα χρόνια ζωής, πώς οραματίζεστε το μέλλον της; Έχετε θέσει κάποιους συγκεκριμένους στόχους προς επίτευξη ή απλώς προέχει το παρόν;

Προς το παρόν προέχει η προώθηση του δίσκου μας, με στοχευμένες εμφανίσεις εντός και εκτός Αθήνας, ελπίζουμε να καταφέρουμε κάποια στιγμή και εκτός Ελλάδας. Στην πορεία για την επίτευξη αυτού του στόχου θα δούμε πως θέλουμε να κινηθούμε όσον αφορά καινούριο υλικό.

Σε λίγες μέρες θα μοιραστείτε τη σκηνή με τους Underground Youth, ο τελευταίος δίσκος των οποίων τιτλοφορείται What Kind Of Dystopian Hellhole Is This? Συμφωνείτε με τη ζοφερή διατύπωση του τίτλου ή η δική σας οπτική είναι περισσότερο αισιόδοξη για το παρόν και το μέλλον;

Δυστυχώς ζούμε σε μια εποχή που τα δυστοπικά σενάρια δεν φαντάζουν ουτοπικά πλέον. Οι κοινωνίες στρέφονται ξανά στην ακροδεξιά και στο φασισμό, λες και η Ιστορία δεν έχει μάθει στην ανθρωπότητα τίποτα. Η τυχόν αισιοδοξία που μπορεί να έχει κανείς πηγάζει μόνο από τις προσπάθειες λίγων – ατόμων και συλλογικοτήτων ώστε να σταματήσει η εξάπλωση της μισαλλοδοξίας και του σκοταδισμού.

Έχοντας πλέον στα χέρια σας το Ballads for the Wasteland τι σχέδια υπάρχουν για την προώθηση του; Να περιμένουμε να πυκνώσουν τα live σας;

Η προώθηση του δίσκου έχει ήδη ξεκινήσει δυναμικά τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων και είμαστε χαρούμενοι καθώς η ανταπόκριση είναι παραπάνω από θετική. Στο σημείο αυτό να ευχαριστήσουμε για την τρομερή προσπάθεια που καταβάλουν για αυτό το σκοπό τόσο την δισκογραφική μας, Archaeopia και τον Θοδωρή Πρασίδη, όσο και την 3P Lab και τον Δημήτρη Κότση. Τα live μας θα πυκνώσουν, πάντα στα προαναφερθέντα πλαίσια φυσικά, μπορείτε να μαθαίνετε τα νέα από τη σελίδα μας.

Ευχαριστούμε πολύ!

Εμείς σε ευχαριστούμε Κωνσταντίνε!

 

Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

 

 

Ο Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 (συγκεκριμένα τη χρονιά για την οποία έχει τραγουδήσει ο Jimi Hendrix), όταν πια οι Joy Division είχαν πάψει ήδη να υπάρχουν από καιρό (ευτυχώς υπήρχαν οι New Order!). Μετά από χρόνια αναζητήσεων ανακάλυψε αυτό που έψαχνε σε μια έρημο, έκτοτε λατρεύει οτιδήποτε σχετίζεται με τους Kyuss. Πιστεύει ότι αν δεν υπήρχε το rock & roll θα έπρεπε να το έχουμε ανακαλύψει. Επίσης, είναι βέβαιος ότι ο Έλβις ζει κάπου ανάμεσα μας… 

Latest from Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος

Related items