Πέμπτη, 24 Ιουλίου 2025 07:24

Live Review: Beth Gibbons / Bill Ryder-Jones @ Release Athens Festival, Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού, 20/7/2025

Written by 

Πράγματι, είναι εντυπωσιακό το πόσο «ζωντανοί» εξακολουθούν να παραμένουν μέχρι σήμερα οι Portishead, με αιχμή του δόρατος το μάλλον ανεπανάληπτο στο είδος του Dummy, αλλά και τα άλλα δύο στούντιο άλμπουμ τους. Κάτι που μου φαίνεται απόλυτα φυσιολογικό, χωρίς παράλληλα να μπορώ να κρύψω ότι μου προκάλεσε ως ένα βαθμό έκπληξη το ότι η όλη αυτή δυναμική αποτελεί την κινητήρια δύναμη, η οποία ωθήσει τόσο πολύ κόσμο να προστρέξει σε μια συναυλία της Beth Gibbons που αφορά κατά κυριότατο λόγο την παρουσίαση στο σύνολό του του πρόσφατου προσωπικού της δίσκου. Κι αυτή ακριβώς είναι η λεπτή διαφορά: δεν έχουμε να κάνουμε με μια επετειακή εκτέλεση του Dummy τριανταένα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του, αλλά με τον περυσινό ντεμπούτο σόλο δίσκο της με τίτλο Lives Outgrown. Η εξήγηση είναι μάλλον απλή, τουλάχιστον σε όσους έχουν παρακολουθήσει την τελείως κάτω από τα ραντάρ επιλεκτική πορεία μιας ερμηνεύτριας και τραγουδοποιού, που έχει προσωπικότητα και εκφραστική δυναμική που παραπέμπουν στην -πώς να το κάνουμε;- χρυσή εποχή των ‘60s και των ‘70s, η οποία είναι ηχηρά απούσα εδώ και δεκαετίες.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

 

Bill Ryder-Jones

Σύμφωνα με το πρόγραμμα, η βραδιά θα άνοιγε στις 20.30’ με τον Bill Ryder-Jones. Μέχρι να βγει στη σκηνή ο Bill, ο μάλλον πολύς ο κόσμος που είχε ήδη συγκεντρωθεί αρκετά νωρίς είχε την ευκαιρία να ακούσει από τα ηχεία μερικές υπέροχες συνθέσεις, από τις οποίες -με ιδιαίτερη έκπληξη και λατρεία- ξεχώρισα το The Floating World των Soft Machine. Η έκπληξή μου όμως έπιασε ταβάνι με την επιλογή του The Experience of Swimming τωνJapan, λίγο πριν ξεκινήσει η Beth. Ειλικρινά, δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω ποιος έκανε τις επιλογές, αλλά μπορώ να πω ότι ένιωσα υπέροχα, ακούγοντας αγαπημένα τραγούδια σε μέρη όπου δε θα φανταζόμουν ποτέ -ιδιαίτερα στις μέρες μας- ότι θα τα άκουγα.

Ο πρώην βασικός κιθαρίστας των The Coral βγήκε στη σκηνή στις 20.28’, μαζί με την τσελίστρια Evelyn Kate Halls, και περίμενε υπομονετικά να περάσουν δύο λεπτά για να αρχίσει ακριβώς στην ώρα του. Respect, Bill. Μας χαιρέτησε με ένα… bonjour και όταν πήγε η ψυχή μου στη θέση της, αφού ξεπέρασα το στιγμιαίο αιφνιδιασμό μπας και η Ελλάδα είχε κάποτε διατελέσει προτεκτοράτο της Γαλλίας, ασχολήθηκα αποκλειστικά με το κατά πόσο η μουσική που θα μας έπαιζε (που γενικά κάποιες φορές δεν ευθυγραμμίζεται πιστά στις στούντιο εκτελέσεις) θα είχε σχέση με την ελαφρά ψυχεδελική folk-rock και indie rock ταυτότητα της πρώην μπάντας του. Και, πολύ σύντομα, διαπίστωσα ότι δεν είχε. Ειλικρινά, κανένα απολύτως πρόβλημα, αγαπητέ μου Watson, που θα έλεγε κι ο Sir Arthur Conan Doyle, αν δεν ήταν και πολύ της -ανύπαρκτης τότε- indie φάσης.

Ακούγοντας τον Bill Ryder-Jones θυμήθηκα πολύ συχνά τον Bill Pritchard και λιγότερο συχνά, αλλά σε άξιο λόγου σημείο, τις σόλο κυκλοφορίες της Les Disques du Crépuscule. Με δυο λόγια, το σετ του Bill ήταν προσαρμοσμένο και ευρύτερα «σεβαστικό» σε εκείνο που θα ακολουθούσε, συνεπώς η επιλογή του ως support δεν ήταν καθόλου άστοχη. Η γλυκιά μελαγχολία του Don't Be Scared I Love You έσπασε τον πάγο και χειροκροτήθηκε αρκετά, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να ακούσουμε το πρώτο από τα πολλά «ευχαριστώ» που ακολούθησαν στη γλώσσα μας. Ουφ, είπα κι εγώ… Μα, ήταν δυνατό να μου είχε διαφύγει η παρουσία της Γαλλίας ως προστάτιδας δύναμης;

Ευγενή τον λες σίγουρα τον Bill, αλλά όχι και χιουμορίστα. Το επιχείρησε δύο φορές, αλλά δεν του βγήκε, όταν καταπιάστηκε με το κοινό και τους τύπους που δεν πλήρωσαν εισιτήρια, παρακολουθώντας τη συναυλία από τα παρακείμενα βραχώδη όρη. Κι έτσι έπιασε το A Bad Wind Blows in My Heart, αλλά το κοινό μάλλον ένιωσε δροσιά, χειροκροτώντας δυνατά. Κάτι ακόμα που δεν του βγήκε του Bill, αν και φαντάζομαι πως θα το είχε σιγουράκι, ήταν το «κόλπο» με τα γνωστά riffs. 

Εκεί που περιμέναμε να ακούσουμε το επόμενο τραγούδι, να ‘σου και ακούμε ολίγο από το Shine on you Crazy Diamond, με το κοινό να μην αντιδρά σχεδόν καθόλου, με εξαίρεση μόνο έναν τύπο που καθόταν μπροστά. Κάτι ανάλογο έγινε και μετά το επόμενο τραγούδι με δύο riffs, ένα των La's και ένα των Smiths, αλλά δεν τσίμπησε ούτε ο “Remember when you were young…”, οπότε ο Bill δεν το ξανάκανε. Ευτυχώς. Πιθανότατα θα σκέφτηκε κάτι ανάλογο του «αφού δε γνώριζαν τους Pink Floyd και τους Smiths, σιγά μην είχαν ακούσει το “There She Goes”». Αλλά, Bill, «μην αναβάλλεις για αύριο ό,τι μπορείς να κάνεις σήμερα» λέει ο ρόκερ λαός και κάτι ξέρει. Γιατί, αφού ξεκινάς κάτι, είσαι αναβλητικός; Το γενναιόδωρο όμως κοινό χτυπούσε ρυθμικά παλαμάκια στο If Tomorrow Starts Without Me, με τον Bill να «συγκινείται» λέγοντάς μας ότι αυτό ήταν πολύ γλυκό εκ μέρους μας. Α, μην το κάνει θέμα, Βασίλη.

Ύστερα μας είπε ότι έχει ακόμα περίπου ένα τέταρτο στη διάθεσή του, το οποίο γέμισε με το This Can't Go On και το καλύτερο τραγούδι του, το Seabirds, το ρεφρέν του οποίου τραγούδησε μαζί με την Evelyn. Η ώρα ήταν 21.08’ όταν μας ευχαρίστησε και μας αποχαιρέτησε χαρούμενος (προοικονομία το λες αυτό άνετα), με την ευχή να απολαύσουμε τη συναυλία της Beth. Κι εμείς το κάναμε.

 

Beth Gibbons

Καταρχάς, δε νομίζω να υπήρχε έστω και ένας από τους πάρα πολλούς παρευρισκόμενους που δε γνώριζε τι θα ακολουθούσε. Τι κι αν τη σκηνική παρουσία της Beth δε μπορείς να την πεις συναρπαστική για το μικρό ηλικιακά κοινό, τι κι αν δε τη λες τραγουδίστρια που επιδιώκει να αποκτήσει οικειότητα μαζί του, τι κι αν δεν κινείται πάνω κάτω στη σκηνή, παραμένοντας σχεδόν ακίνητη καθώς τραγουδάει; Μα, αυτά ακριβώς μόνο μυστικά δεν ήταν, αλλά μερικοί από τους λόγους που όλοι πίστευαν ότι λίγο - πολύ θα παρακολουθούσαν μια συναυλία άλλης εποχής, με έμφαση στο στίχο και τα φωνητικά. Επίσης, όλοι γνώριζαν ότι θα ακουγόταν στην ολότητά του το Lives Outgrown, όπως επίσης και κάποιες άλλες στιγμές από τη μη προσωπική καριέρα της. Το «στοίχημα» είχε να κάνει με το κατά πόσο ένα βαθιά προσωπικό και όχι διασκεδαστικής θεματολογίας άλμπουμ όπως αυτό, θα μπορούσε να αιχμαλωτίσει το κοινό σε μια συναυλία σε ανοιχτό χώρο. Κι αυτό το «ρίσκο» η Beth το περιόρισε, ανεβάζοντας το τέμπο σε μερικές συνθέσεις.

Η λιγομίλητη και όπως αποδείχτηκε στο τέλος ενθουσιώδης για την ανταπόκριση του κοινού Beth, μίλησε πολύ λίγο, παραλείποντας να παρουσιάσει τα επί σκηνής άτομα που την πλαισίωναν. Δυστυχώς, αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, ή όταν όντως συμβαίνει δεν είναι δυνατό να συγκρατήσεις τα ονόματα, ενώ ακόμα συχνότερες είναι οι περιπτώσεις που είναι αδύνατο να βρει κάποιος πέραν πάσης αμφιβολίας τα στοιχεία των μουσικών αυτών. Επισημαίνοντας το επισφαλές της εικασίας μου, υποθέτω ότι αυτοί ήταν οι Eoin Rooney, Tom Herbert, Jason Hazeley, Sophie Hastings, Howard Jacobs, Emma Smith και Richard Jones. Επί τη ευκαιρία, θα ήθελα να επισημάνω ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, τα δεύτερα φωνητικά δεν ήταν του επιπέδου που θα άξιζε να πλαισιώσει εκείνα της Beth. Sorry, guys…

Ο Bill βγήκε στη σκηνή δύο λεπτά νωρίτερα, ενώ η Beth δύο λεπτά αργότερα, δηλαδή στις 21.42’, οπότε ξεκίνησε αμέσως χωρίς να πει λέξη με το Tell Me Who You Are Today (τεράστια αλήθεια η ουσία του τίτλου αυτού), που ανταμείφθηκε με θερμό χειροκρότημα, όπως και όλα ανεξαιρέτως τα τραγούδια, οπότε θα κάνω μνεία μόνο στις περιπτώσεις που αυτό ήταν θερμότερο του θερμού. Εν μέσω λευκών καπνών ακολούθησε το Burden of Life, μετά το τέλος του οποίου η Beth έκανε ό,τι και στη συνέχεια: πήγαινε προς το πίσω μέρος της σκηνής, όπου έμενε μέχρι να αρχίσουν οι επόμενες νότες. Ύστερα ήρθε η σειρά για το πιο συναυλιακό κομμάτι της, το Floating on a Moment, στο οποίο -απολύτως δικαιολογημένα- έγινε χαμός.

Το Rewind ακούστηκε σε πιο δυνατή εκτέλεση από εκείνη του δίσκου, πιο ψυχεδελικό με μια ‘70ς αύρα και δικαιολογημένα επιβραβεύτηκε με πολύ χειροκρότημα. Ακολούθησε το For Sale και το καλό Mysteries, το οποίο ήταν το πρώτο από τα δύο τραγούδια μέσα από το Out of Season (2002), που κυκλοφόρησε σε συνεργασία με τον Rustin Man (aka Paul Douglas Webb, ντράμερ των Talk Talk), με δεύτερο χρονικά το ακόμα καλύτερο up tempo και σε στυλ Portishead εκτελεσμένο Tom the Model, που ξεσήκωσε το κοινό. Αμέσως μετά το πρώτο, η Beth μας μίλησε για πρώτη φορά, λέγοντας αρχικά «ευχαριστώ» και στη συνέχεια «ευχάριστο» και μετά “Thank you for coming by”. You are very welcome, love, που λένε και στο Bristol.

Μια ακόμα ερμηνεία που παρέπεμπε στους Portishead ήταν εκείνη του Lost Changes, ενώ το Oceans μάλλον «επισκιάστηκε» από την πιο ψυχεδελική εκτέλεση του Beyond the Sun και την κορυφαία, κατά τη γνώμη μου, folky ‘60s εκδοχή του Whispering Love (εδώ είμεθα, που έλεγε κι ο Μάνος), που είχε υπέροχα φωνητικά και καθοριστικό φλάουτο και μπάσο. Αυτό το καλύτερο -πλην εκείνων των Portishead- τραγούδι της βραδιάς σήμανε το τέλος του κύριου σετ στις 22.39’. Εκείνη τη στιγμή, απελευθερωμένη από το «βάρος» των στίχων, είδαμε μια διακριτικά ενθουσιασμένη Beth, που κατ’ επανάληψη μας ευχαρίστησε στη γλώσσα μας.

Δύο λεπτά αργότερα ακολούθησε χάος με την πρώτη νότα του Roads και συνεχίστηκε αμείωτο καθόλο το Glory Box, με κορύφωση το wah-wah σόλο κιθάρας. Ο οριστικός επίλογος ήρθε με το αγαπημένο της Reaching Out, όπου ξύπνησε το ξωτικό της Kate Bush, για να μας δείξει γλυκά το δρόμο της προσαρμογής στο παρόν. Όσο κι αν έχω απεκδυθεί από τη ζωή μου την απίστευτα επικίνδυνη ερώτηση “what if…”, δε μπόρεσα για μια τόση δα στιγμή να μη σκεφτώ τι θα ζούσαμε, αν ακούγαμε ολόκληρο το Dummy.

Η ώρα ήταν ήδη 22.57’ και η Beth καταχαρούμενη μας ευχαριστούσε, όπως άλλωστε κι εμείς για όσα «άθελά της» και ελέω της τέχνης, αλλά και της συγκεκριμένης βραδιάς, μας έχει προσφέρει εδώ και τόσα χρόνια.

 

Κείμενο: Τάκης Κρεμμυδιώτης / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα