Barclay James Harvest – ΜΕΡΟΣ 1ο
Μια ωραία πεταλούδα….
Σε ένα αφιέρωμά μου για το Soundgaze στους καταπληκτικούς Strawbs είχα γράψει ότι ήταν καταδικασμένοι να παραμείνουν «…στην Β’ Εθνική του Αγγλικού αρτ-ροκ παρέα με τους Barclay James Harvest, τους Gentle Giant ή τους πολύ καλούς progressive folkers Renaissanse που κοσμούσαν το Αγγλικό ρεύμα την εποχή εκείνη….». Καιρός είναι λοιπόν να ασχοληθούμε με άλλο ένα από τα ονόματα αυτά που μπορεί να γνώρισαν (και στην Ελλάδα) τεράστια επιτυχία στην εποχή τους, πλην όμως σήμερα δεν τους ακούμε πια και είμαι σίγουρος ότι στους 45ρηδες και άνω θα ανασύρουν αφόρητη νοσταλγία: τους Barclay James Harvest.
Φτιάχτηκαν στο Oldham της Αγγλίας (στα περίχωρα του Manchester) το 1966 από τους John Lees (κιθάρες, φωνητικά), Les Holroyd (μπάσο, φωνητικά), Mel Pritchard (ντράμς) και Stuart «Woolly» Wolstenholme (πλήκτρα, φωνητικά). Για το όνομά τους η επικρατέστερη εκδοχή λέει ότι όλα τα μέλη έγραφαν τυχαίες λέξεις τις έριχναν στον κλήρο και αν τους άρεσαν τις κράταγαν, αν όχι τις πέταγαν. Ε, αυτές που απέμειναν και βρήκαν σύμφωνους όλους ήταν το Barclay από την ομώνυμη τράπεζα της Αγγλίας, το James από ένα φίλο τους και το Harvest επειδή έμεναν όλοι μαζί σε ένα αγροτόσπιτο και μ΄ αυτή τη σειρά συμφώνησαν να τις προσφωνούν, καθώς ήταν και η πιο «ευήκοη». Υπέγραψαν αρχικά το 1968 στην ΕΜΙ και κυκλοφόρησαν σε αυτή το παρθενικό τους single «Early Morning». Εκείνη την εποχή όμως η ΕΜΙ ορμώμενη από το παράδειγμα της Decca \ Deram ήθελε και αυτή να φτιάξει μια «θυγατρική» εταιρεία που θα στέγαζε τα πρωτοποριακά «art» συγκροτήματα της εποχής και ήταν σε αναζήτηση ονόματος. Ο θρύλος λέει ότι κάποιος εκ των διευθυνόντων συμβούλων της πρότεινε να την ονομάσουν Harvest από τους τέσσερις φίλους μας που -άγνωστο πως- ήταν παρόντες εκείνη τη στιγμή, αφού πρώτα πήραν και την συγκατάθεσή τους και την υπόσχεση ότι θα τους εντάξουν στο δυναμικό της!! Και έτσι εγένετο η θρυλική Harvest με το κιτρινοπράσινο σήμα, στην οποία έγραψαν τα έπη τους οι Deep Purple, Eloy, Pink Floyd, Syd Barrett, Babe Ruth, Edgar Broughton Band και οι δικοί μας Πυξ-Λαξ μεταξύ άλλων!!
[Από αριστερά: Stuart «Woolly» Wolstenholm, John Lees, Mel Pritchard, Les Holroyd]
Η πορεία τους είχε πολλά σκαμπανεβάσματα και συνεχίζεται μέχρι τις ημέρες μας έστω και με «διασπασμένο» τον αρχικό πυρήνα (βλ. παρακάτω), αλλά αυτό που μένει δεν είναι παρά η ομόφωνη από τους ανά την υφήλιο κριτικούς διαπίστωση ότι ουδέποτε υπήρξε συγκρότημα του προγκ ή του συμφωνικού ροκ που να υπήρξε μελωδικότερο από αυτούς! Οι άριστες (συνθετικές και εκτελεστικές) μουσικές γνώσεις των μελών τους γέννησαν άπιαστες μελωδικές γραμμές που μπορεί μεν να μην ελίσσονται σε οργιώδεις λαβύρινθους σαν αυτούς των Genesis ή των King Crimson ας πούμε, στέκουν όμως και μόνες τους βασανίζοντας γλυκά τ΄ αυτιά μας και φτάνουν σε κορυφώσεις που ουδέποτε προσέγγισαν οι συνοδοιπόροι τους Moody Blues για παράδειγμα. Τη μερίδα βέβαια του λέοντος στα τραγούδια τους την κρατούσε στιβαρά το δίδυμο Lees\Holroyd αλλά (δυστυχώς) τα φωνητικά τους υπολείποντο κάτω του μετρίου και πολλές φορές τα έβαζαν διπλά για να καλύψουν τις ατέλειες, αλλά (κι εδώ είναι το παράξενο) τα ψέκαζαν με τόσες πολύχρωμες τονικότητες που ώρες – ώρες (ειδικά όταν χρησιμοποιούσαν χορωδιακά μέρη) τα χαρακτήριζες ουράνια! Στο παίξιμό τους σίγουρα ξεχωρίζει ο Wolstenholme, του οποίου τα κλαβιέ θα μπορούσαν να είναι εφάμιλλα αυτών του Greenslade η του Pinter (όχι όμως του Emerson, του Wakeman ή του Banks). Για τον δε Lees όταν «κλαίει» πάνω τα τάστα του εμένα τουλάχιστον μου φαντάζει ως ο πιο ΑΔΙΚΟΧΑΜΕΝΟΣ κιθαρίστας του προγκρέσιβ ροκ με πενιές σωστά εργόχειρα που ουδέποτε τις βαριέσαι και τόσο λεπτοδουλεμένες (πάντα για το προγκρέσιβ μιλάμε κι όχι για το χέβυ μέταλ ή το μπλούζ) που όταν τις ακούς δεν σου έρχεται τίποτε άλλο στο μυαλό παρά τα πανέμορφα χρώματα της πεταλούδας.
Είπα πεταλούδα;
Ίσως να μην είναι τυχαίο που το αξιολάτρευτο αυτό έντομο «κόσμησε» αρκετά από τα άλμπουμ τους, αφίσες, συναυλίες και κατέληξε το «σήμα κατατεθέν» τους…
Ας ξεφυλλίσουμε λοιπόν μαζί ετούτη την χρυσαλλίδα από τα χρόνια που περίμενε υπομονετικά μέσα στο πολύχρωμο μεταξένιο κουκούλι της μέχρι να γίνει κάμπια και από κει ώριμη πεταλούδα πλέον να χαθεί στα ουράνια έτοιμη να κατακτήσει τον κόσμο:
1.) Barclay James Harvest (1970)
Track listing: Taking Some Time On – Mother Dear – The Sun Will Never Shine - When the World Was Woken - Good Love Child - The Iron Maiden - Dark Now My Sky.
(Harvest SHVL 770)
Παραγωγή: Norman Smith
Μέσα στο Βιτρώ εξώφυλλο κρύβεται ένα «άχρωμο» ντεμπούτο που το χαρακτηρίζει το αργό και νωχελικό παίξιμό τους αλλά που και που ο Lees βασανίζει λίγο την κιθάρα του αφήνοντας παρακαταθήκη για το μέλλον πασχίζοντας να μας αποσπάσει την προσοχή από τα πολύ μέτρια φωνητικά του που καταλήγουν τελείως φάλτσα στα When the World Was Woken και The Sun Will Never Shine παρά την «επική» χροιά του δεύτερου με πνευστά και βιολιά από το οποίο «σκάει» και μια αχτίδα έντεχνου ροκ (όχι δεν μιλάμε ακόμα για prog…)
Το κουφάρι των Beatles όμως είναι ακόμα ζεστό και δεν γίνεται να μην επηρεαστούν απ΄ αυτούς ειδικά απ΄ το White Album στο Taking Some Time On με χαρντ κιθάρα που σπάνια θα συναντήσουμε στους δίσκους τους, από το Revolver στο Good Love Child και από το Eleanor Rigby στην μπαλάντα της οκάς Mother Dear με περάσματα από βιολιά-μελλοτρον.
Ο στριγκός μονόλογος «μη με ρωτάς πως ξέρω ότι αυτός ο σκοτεινός ουρανός σύντομα θα γίνει γαλάζιος» και το μισότρελο γελάκι που εισάγουν το Dark Now My Sky με ογκώδη θέματα πνευστών και βιολιών και εκκλ. οργάνων από το μέλλοτρον του Wolstenholme (που εδώ δείχνει για πρώτη φορά πόσο επιδέξιος είναι) και η έκρηξή τους σε ένα καλούτσικο σολάκι της κιθάρας, το καθιστούν ενδιαφέρον αλλά μέχρι εκεί, διότι ο Lees δεν φτάνει που δεν το έχει με τα φωνητικά, μας τα λέει και ψιθυριστά και ψευδίζει κι από πάνω!! Αδόμητο και κουραστικό κομμάτι που όμως πρέπει να ήταν από τα αγαπημένα των Scorpions (των δύο πρώτων δίσκων), των Eloy και των Nektar, αλλά συνάμα και η πρώτη τους απόπειρα να χαρακτηριστούν προγκ (και πάλι) πολύ πριν την ώρα του. Σημειωτέον ότι ο δίσκος χάνει και από την μεγάλη διάρκεια των κομματιών (θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν mini Lp) που πλατειάζουν επαναλαμβάνοντας τα ίδια και τα ίδια και κουράζουν. Αλλά είμαστε στο 1970 και η εποχή άρχιζε να το προστάζει…
Το μοναδικό κομμάτι που ξεχωρίζει είναι η ροκ μπαλάντα The Iron Maiden (…) με φλάουτα και παράξενα φωνητικά που αν την έπιανε μέταλ συγκρότημα θα έφτιαχνε παπάδες.
Εν τέλει τούτο το ντεμπούτο τους δείχνει αποπροσανατολισμένους στο τι θέλουν γι΄ αυτό και αντιγράφουν συνεχώς αλλά τουλάχιστον στέκονται με δικά τους κομμάτια (ποτέ άλλωστε δεν διασκεύασαν…). Από δω όμως μας δείχνουν τις πρώτες ενδείξεις ότι τους ενδιαφέρει πολύ η μελωδία, παρά ο ρυθμός και το χιτ….
Παρ΄ όλα αυτά μάλλον ούτε οι ίδιοι θα θέλουν να τον θυμούνται σήμερα…
(*½)
2.) Once Again (1971)
Track listing: She Said – Happy Old World – Song for Dying – Galadriel - Mocking Bird – Vanessa Simmons – Ball And Chain – Lady Loves.
(Harvest SHVL 788)
Παραγωγή: Norman Smith
Η συμμετοχή σε τούτο το άλμπουμ πλήρους ορχήστρας (μόδα της εποχής) υπό τον μαέστρο Robert John Godfrey δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να βάφει με έντονα μωβ χρώματα τη θλίψη και τη μελαγχολία που κυλάει από μέσα του. Ένα ήσυχο «μπαλαντοειδές» άλμπουμ χωρίς πολλές ροκ γραμμές αλλά εδώ η μελωδία και ο λυρισμός παίζουν κυρίαρχο ρόλο, οι κιθάρες του Lees αρχίζουν να μαρσάρουν όπως στο Lady Loves, τα φωνητικά όμως εξακολουθούν να είναι μέτρια έως κακά.
Τα Happy Old World και Song for Dying δεν είναι παρά βαρετές αντιγραφές των Procol Harum, τη χυλόπιτα που έφαγε ο Lees από την Vanessa Simmons αγανάκτησε και την έκανε μπαλάντα με το παράπονο ότι «δεν είναι η αγάπη αυτό που θέλεις από μένα» (άραγε έγινε τίποτε μετά απ΄ αυτό με τη μικρή;) και το Ball And Chain είναι μια καταϊδρωμένη (αλλά απρόσφορη) απόπειρα να παίξουν μπλουζ. Οι Butterfiled Blues Band θα πρέπει να έβαλαν τα γέλια μόλις το άκουσαν… και δεν μπορούσαν να βρουν άλλο τίτλο; Κρίμα για το άλλο Ball And Chain που αστροποίησε η λευκή ιέρεια Janis…
Εδώ όμως τα πράγματα φαίνεται ν΄ αλλάζουν λίγο: το υπέροχο σλόου She Said (αλλά όχι το καλύτερό τους, αυτό θα έρθει αργότερα…) αγαπημένο για τους απανταχού φάνς τους με καλή κιθάρα κάνει εκλεκτή παρέα στο έτερο κομψοτέχνημα του δίσκου Galadriel με τα μελλοτρον να οργιάζουν και να μας προετοιμάζουν για ένα ατέλειωτο παραμύθι στολισμένο επιδέξια από μια ασύλληπτη, υπέροχη μελωδία κλασικών μοτίβων (από πού αλλού θα έπαιρναν άλλωστε;) που έχει την τιμή να πλαισιώνεται από την κιθάρα του… John Lennon!! Και πριν μείνετε με το στόμα ανοικτό να διευκρινίσω ότι ήταν ΜΟΝΟ η κιθάρα του (μάρκας Epiphone Casino) που ο θρυλικός Beatle την είχε αφήσει στο studio της Abbey Road την εποχή που οι BJH ηχογραφούσαν τον δίσκο και ο Lees την «βούτηξε» για λίγο για να παίξει στο εν λόγω κομμάτι, ένα συμβάν που εξιστορήθηκε λεπτομερώς αργότερα στο τραγούδι του 1990 "John Lennon's Guitar" από το άλμπουμ τους “Welcome To The Show”.
Το πρώτο τους αριστούργημα όμως που συναντάμε εδώ δεν είναι άλλο από το πραγματικά ασύλληπτο Mocking Bird φυσικά!!! Και επειδή για μένα είναι το ΚΑΛΥΤΕΡΟ που έγραψαν ποτέ (καθόσον δεν υπάρχει οποιαδήποτε αξιοσέβαστη prog συλλογή που να μην το βάζει μέσα) και έκτοτε συναυλιακό χαιλάιτ τους, νιώθω θλίψη που με τόσα άλμπουμ που ακολούθησαν δεν κατόρθωσαν ποτέ να το ξεπεράσουν. Όπως θλίψη αναδύει και το εν λόγω κομμάτι σε όποιον ακούει το ουράνιο κελάηδημα του κοτσυφιού («μίμου του πολύγλωσσου» κατά τις εγκυκλοπαίδειες για όσους ενδιαφέρονται από την εξαιρετική ικανότητα που έχει στη μίμηση τιτβισμάτων…) καθισμένος σε ένα παράθυρο γεμάτο πικροδάφνες και κρίνους.
Φημολογείται ότι ο Lees το είχε έτοιμο από το 1968 όταν συζούσε με την τότε κοπέλα του και μέλλουσα γυναίκα του Olwen στο σπίτι της (μπράβο ο μάγκας…) βασισμένο στο ποίημα του "Pools Of Blue" το οποίο με τη σειρά του εμπνεύστηκε από το διάσημο βιβλίο της Harper Lee «To Kill a Mocking Bird».
Ο παραγωγός Norman Smith σε αντίθεση με τις δάφνες που έδρεψε εποπτεύοντας τους δύο πρώτους δίσκους των Pink Floyd δεν φαίνεται με το Once Again να καταφέρνει και πολλά πράγματα. Κατόρθωσε όμως να καμαρώσει μαζί τους έναν δίσκο – ταυτότητα για το συγκρότημα με εξώφυλλο τη «μισή» πεταλούδα πριν αυτή τους στοιχειώσει για πάντα, αφού προκαθόρισε τη μετέπειτα μουσική γραμμή τους και άρχισε να γεννά λίγους αλλά φανατικούς οπαδούς και να αναγκάσει πολλά χρόνια αργότερα το Q και το Mojo να το κατατάξουν στο № 39 της λίστας «40 Cosmic Rock Albums».
(**)
3.) Barclay James Harvest And Other Short Stories (1971)
Track listing: Medicine Man – Someone There You Know – Harry’s Song – Ursula (The Swansea Song) – Little Lapwing – Song With No Meaning – Blue John’s Blues – After The Day.
(Harvest SHVL 794)
Παραγωγή: Barclay James Harvest, Wally Allen
Το απαίσιο εξώφυλλο με τις φωτογραφίες τους σαν από τα αρχεία της Scotland Yard αποκαλύπτει τη βιασύνη τους να βγάλουν δίσκο την ίδια χρονιά με τον προηγούμενο που φυσικά και δεν τους βγήκε σε καλό: Οι κιθάρες θάβονται, το μελό βαραίνει αφάνταστα και η έμπνευση δείχνει να τους εγκαταλείπει και όλα αυτά ενώ βρισκόμαστε μόλις στο 3ο τους άλμπουμ μην έχοντας καμία σχέση με τα κοσμήματα που θα ακούγαμε από αυτούς σε λίγα χρόνια. Η ορχήστρα (υπό τον Martyn Ford αυτή τη φορά) αντί να γλυκάνει την έλλειψη έμπνευσης την χειροτερεύει! Μοναδικές εξαιρέσεις το Ursula (The Swansea Song) με την μεσαιωνική χροιά του έστω μόνο για 3,5 λεπτά και το ψευτο – ψυχεδελικό Song With No Meaning με όμορφα ανέμελα φωνητικά που δανείζονται πολλά από τους America αλλά στέκεται όμορφα απέναντι στις μπούρδες που ακούμε στο δίσκο. Κι αυτές είναι πολλές: Τα Harry’s Song και Blue John’s Blues ξεθάβουν πάλι το πτώμα των Beatles που έχει πάψει πια να μυρίζει κι έχει αρχίζει να σαπίζει, στο Little Lapwing οι Eagles τραγουδάνε στο τζάκι μπουκωμένοι από το μπράντυ και το παστό λαρδί λίγο πριν τους πάρει ο ύπνος, το Medicine Man είναι μια έντεχνη μπαρούφα με βιολιά και πνευστά και το ασύνδετο και κοιμήσικο Someone There You Know ενοχλεί.
Έπρεπε να δουλέψουν λίγο περισσότερο τα κομμάτια τους προτού βγάλουν αυτή τη φολκ μπαρούφα. Το κακό είναι ότι αλλάζουν συνεχώς τους παραγωγούς τους μή στεριώνοντας πουθενά…
(*)
4.) Baby James Harvest (1972)
Track listing: Crazy (Over You) - Delph Town Morn - Summer Soldier - Thank You - One Hundred Thousand Smiles Out – Moonwater.
(Harvest SHSP 4023)
Παραγωγή: Barclay James Harvest
Ίδια γεύση και εδώ. Φαίνεται δεν το είχαν ούτε οι ίδιοι με την παραγωγή. Το μόνο που ξεχωρίζει είναι το μωρό του εξωφύλλου μέσα σε μια γλάστρα με ένα φύλλο πεταμένο κάτω να κοιτά απορημένα (ή μήπως φοβισμένα;) και η ιδροκοπημένη κιθάρα του Lees να προσπαθεί να αναπληρώσει τη μετριότητα των συνθέσεων σαν το Thank You, το Delph Town Morn παρά το ωραίο σόλο στο σαξόφωνο και το 7λεπτο One Hundred Thousand Smiles Out που κάτι πάει να κάνει και σε έμπνευση και σε εκτέλεση αλλά και πάλι το πνεύμα των Procol Harum το στοιχειώνει....
Δύο τινά έμειναν κι αυτές είναι όλες κι όλες οι prog προσεγγίσεις στην δισκογραφία τους:
Στο 10λεπτο Summer Soldier οι καμπάνες, τα τύμπανα παρέλασης και ο στρατιωτικός βηματισμός μέσα σε κραυγές (αυτή που φωνάζει «Kill! Kill!» ξεχωρίζει) και ριπές πολυβόλου προλογίζουν μια αντιπολεμική μπαλάντα που στους στίχους ο Lees λέει πόσο πολύ λυπάται για όλα αυτά που έφερε ο πόλεμος χαμένη στη μετριότητα κι αυτή παρά το καλό σόλο στην κιθάρα. Από τη μέση όμως και μετά αλλάζει μορφή και μεταμορφώνεται σε μια μίνι σουΐτα πολύ έξω απ΄ αυτά που μας είχαν συνηθίσει μέχρι τώρα. Αφετέρου στη σουίτα Moonwater οι φόλκ μυθολογίες της πατρίδας τους οδηγούν τα μέλλοτρον σε ουράνιες υφαντές λεπτοβελονιές που επιτέλους δείχνουν δύο πράγματα: τη στόφα τους ως συνθέτες και ότι αρχίζουν να παίρνουν τα πράγματα στα σοβαρά. Και όλα αυτά μόλις σε 8λεπτά σε τούτο τον επίλογο του δίσκου που μαζί του αποχαιρετούν με πολύ ωραίο τρόπο την (όποια) συμφωνική και ορχηστική καταβολή τους και παράλληλα και την Harvest γιατί οι ορχήστρες αποδείχτηκαν πανάκριβες για τα δεδομένα τους (ποιος θα πλήρωνε τόσους μουσικούς;) και φυσικό ήταν να τους διώξει αφού «δεν έβλεπε φως» σε αντίθεση ας πούμε με τους Deep Purple που εκείνη την εποχή πουλούσαν με τα…containers! Η Polydor όμως καραδοκούσε (ίσως κάτι ήξερε…) και τους έκλεισε αμέσως.
(*½)
5.) Everyone Is Everybody Else (1974)
Track listing: Child of the Universe - Negative Earth - Paper Wings - The Great 1974 Mining Disaster - Crazy City - See Me See You - Poor Boy Blues - Mill Boys - For No One.
(Polydor 2383 286)
Παραγωγή: Rodger Bain
Τρία πράγματα συντέλεσαν στην εκ βάθρων μεταμόρφωση της μπάντας που ακούμε εδώ.
1ο : Η μεταγραφή τους στην Polydor που τους χάρισε καλύτερη προώθηση καθώς η εν λόγω εταιρεία δεν δίσταζε να προωθεί γκρουπ της και στα underground κυκλώματα εξασφαλίζοντας τρελό airplay στο δίσκο από το παράνομο ακόμα τότε Radio Caroline καρφώνοντάς τον στο №13 από τους ακροατές του στη λίστα Top 100 All Time Album Chart, πράγμα που τράβηξε την προσοχή του JohnPeel ώστε να τους καλέσει στο BBC Radio 1 να παίξουν.
2ο : Η κατάληψη της κονσόλας του παραγωγού από τον πολύπειρο Rodger Bain με προϋπηρεσία στους Budgie αλλά και στους μεταλλουργικούς αρχιερείς Black Sabbath και Judas Priest και οι υπεράνθρωπες προσπάθειες που κατέβαλλε για να τους κάνει να αλλάξουν τον ήχο τους ενώ οι φίλοι μας ήταν «κολλημένοι» στα ίδια μοτίβα, βγάζοντας τον καλό ροκ εαυτό τους που οι ίδιοι προσπαθούσαν να τον κρύψουν και τον ανακάτεψε με μελωμένα μέλλοτρονς προκαθόρισε την ειδοποιό διαφορά που τους έλειπε και τους εκτόξευσε σε ένα μεγαλύτερο ροκ πια ακροατήριο.
3ο : Το ότι εδώ αρχίζουν να διαμορφώνουν πλέον το δικό τους στυλ που τους διαφοροποιεί από την επανάληψη προτύπων των Moody Blues και των Procol Harum που καταδυνάστευαν τις προηγούμενες δουλειές τους φτιάχνοντας έναν δίσκο που θεωρείται από πολλούς ως η κορωνίδα τους (αλλά όχι από εμένα…), που «σάρωσε» στην Γαλλία, Γερμανία και Ελβετία δημιουργώντας πυρήνες φανατικών οπαδών τους, αλλά όχι στα τσαρτς της πατρίδας τους!! Η ειρωνεία είναι ότι το πρώτο live άλμπουμ τους της ίδιας χρονιάς (αν και κατά τη γνώμη μου το Live Tapes του 1978 παρ΄ ότι κακά ηχογραφημένο έχει μεγαλύτερο παλμό και δέσιμο στη μπάντα), από την προηγούμενη δισκογραφική τους εταιρεία μπήκε στο Νο 40 της Αγγλίας!!
Αυτοί οι τρεις παράγοντες φτιάχνουν κομμάτια σαν το Paper Wings με πανέμορφα μέλλοτρον και ενορχήστρωση και ωραίο σόλο στην κιθάρα να του δίνει μια prog metal αντήχηση πολύ πριν την εποχή του και πιθανός ύμνος εάν το διασκεύαζαν οι Iron Maiden με το ροκ γρήγορο γύρισμά του και τον στροβιλισμό της κιθάρας μετά τη μέση ως το τέλος. Παράξενο γιατί δεν μας είχαν συνηθίσει σε τέτοια και ούτε πρόκειται να ξαναφτιάξουν τέτοιο κομμάτι ever!! Προσπερνάμε την αδιάφορη μπαλάντα The Great 1974 Mining Disaster γραμμένη για τη μεγάλη απεργία των ανθρακωρύχων που έριξε την κυβέρνηση και το See Me See You παρά το ωραίο σόλο της κιθάρας και λυπούμαστε που οι Eagles στοιχειώνουν άλλη μια φορά το Mill Boys.
Ούτε που «τους το είχαμε» να ακούσουμε από αυτούς στίχους όπως «I'm a child of South Africa/I'm a child of Vietnam/ I'm a child of Northern Ireland/ I'm a small boy with blood on his hands/ Yes I'm a child of the universe/ You can see me on the TV every night» στο Child of the Universe που έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους παρ΄ ότι αργότερα δήλωσαν ότι δεν τους άρεσε (Φαίνεται πολλές φορές άλλα ζητά ο μουσικός και άλλο ο κόσμος!). Κακώς ο Ron Howard δεν συμπεριέλαβε το Negative Earth στο soundtrack του Apollo 13 γιατί ακριβώς σε αυτό το συμβάν αναφέρεται («για 55 μέρες πετάω γύρω απ΄ τον κόσμο… η γη είναι τόσο καθαρή») κι ας κλέβει το Spirits in the Night στην εκτέλεση των Manfred Mann. Καλό και το Crazy City με ωραία φωνητικά. Δεν χρειάζονταν οι φαζαρισμένες κιθάρες στην αρχή και στο τέλος του κομματιού όμως. Η μοναδική τους ενασχόληση με την country στο Poor Boy Blues δεν είναι κι άσχημη όταν μάλιστα δείχνει τι απέγινε ο έρωτας μεταξύ ενός πλουσιοκόριτσου και ενός φτωχού: «…να σου έλεγα ότι φεύγω αύριο \ θα καταλάβαινες το γιατί \ ένα φτωχό παιδί δουλεύει σκληρά για το μεροκάματο \ όταν ο πλούσιος παίζει \ το λοιπόν αντίο χάρηκα για τη γνωριμία…» (κι άλλη χυλόπιτα για τον Lees μήπως;). Η πρώτη και η τελευταία λέξη του τίτλου αργότερα όπως θα δούμε θα αποτελούσαν τον τίτλο της μεγαλύτερης επιτυχίας τους.
Δεν μπορούμε να μην υποκλιθούμε στις υπέροχες κιθάρες, στα πολύ ωραία φωνητικά (σπάνιο για τον Lees) και φυσικά στα πολύχρωμα μέλλοτρονς του Wolstenholme που κοσμούν το ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΤΟΥ ΔΙΣΚΟΥ For No One και έκτοτε «πάγιο» στα λάιβ τους.
Με τούτο τον δίσκο εκτοξεύονται και αδιαφορούν με το που θα τους βγάλει και ίσως να μην έχουν το πάρει ακόμα χαμπάρι. Ή αντίθετα ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν και μας το κρατάνε για έκπληξη.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που μας χασκογελάνε στο εξώφυλλο…
(***)
Κάπου εδώ η χρυσαλλίδα γίνεται πεταλούδα και δειλά – δειλά σκίζει το κουκούλι της, παγιδεύεται στην απόχη των φίλων μας κι όλοι μαζί αρχίζουν την ένδοξη πτήση τους που θα είναι τόσο έντονη και ξαφνική, όσο κι η πτώση τους. Όλα αυτά όμως θα τα δούμε στο 2ο μέρος του ανά τις οθόνες σας αφιερώματος.
ΤΕΛΟΣ 1ου ΜΕΡΟΥΣ