Ένα συγκρότημα από τη Θεσσαλονίκη, οι Ψύλλοι στ’ Άχυρα, ήρθαν με το ντεμπούτο τους να μας ξαναθυμίσουν ένα ήχο που αγαπήθηκε πολύ και κυριάρχησε για πολλά χρόνια στη χώρα μας. Η συζήτηση μαζί τους αποδείχθηκε ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και έλυσε τις απορίες σχετικά με το μουσικό τους υπόβαθρο, το λογο επιλογής του Ελληνικού στίχου και την οπτική τους σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση της χώρας.
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε το ντεμπούτο σας. Ποια είναι η διαδρομή του συγκροτήματος μέχρι να φτάσει ο δίσκος στα χέρια μας;
Η μπάντα υπάρχει στην ουσία από Γενάρη του '15. Σε όλο αυτό το διάστημα δουλεύαμε ένα ένα τα τραγούδια ήρεμα και ωραία και φυσικά δίναμε συναυλίες σε Θεσσαλονίκη και όχι μόνο. Λίγο πριν κλείσουμε δύο χρόνια, και αφού είχαμε ξεκινήσει λιγάκι να ψαχνόμαστε, δηλαδή να στέλνουμε ένα demo σε διάφορους ενδιαφερόμενους (παραγωγούς, ηλεκτρονικά περιοδικά, φεστιβάλ κτλ) δεχτήκαμε την πρόταση από την Puzzlemusik. Μιλήσαμε και συνεργαστήκαμε τελικά με τον Χρήστο Αλεξόπουλο, κάτι το οποίο ήταν εντελώς πρωτόγνωρο και ενδιαφέρον για εμάς. Ο Χρήστος από την αρχή αισθανθήκαμε πως αφουγκράστηκε το ύφος και την αισθητική της μπάντας. Γνώριζε πολύ καλά πως μπορούμε να αποφύγουμε βασικές παγίδες και να επιμείνουμε σε βασικές λεπτομέρειες. Τον Ιούνη του '17 – μες την κάψα – κατεβήκαμε για ένα Σαββατοκύριακο στην Αθήνα και γράψαμε μέσα σε 2 δωδεκάωρα τον δίσκο. Έβαλε και ο Χρήστος πιάνο σε κάποια τραγούδια και ο Γιώργος ο Αβραμίδης τρομπέτα και βγήκε ο πρώτος ομότιτλος μας δίσκος.
Οι ηλεκτρικές κιθάρες μοιάζουν να έχουν κυρίαρχο ρόλο στα περισσότερα κομμάτια του άλμπουμ. Αυτό προέκυψε λόγω του ύφους των συνθέσεων ή επιθυμούσατε εξαρχής τον ηλεκτρισμό στη μουσική σας;
Μάλλον το πρώτο. Πέρα από ένα πολύ γενικό πλάνο, δεν είχαμε προαποφασίσει τίποτα σχετικά με το πώς θα αποδοθεί η μουσική. Ο ηλεκτρισμός, όπως και όλα τα υπόλοιπα που έχει μαζί της η μπάντα ήταν προϊόν ζυμώσεων.
Σε μια εποχή που ο Αγγλικός στίχος κυριαρχεί ολοκληρωτικά, πόσο εύκολη είναι η απόφαση να επιλέξει κάποιος τα Ελληνικά; Για να το διατυπώσω λίγο διαφορετικά, για ποιο λόγο πιστεύετε ότι οι περισσότεροι νέοι μουσικοί αποφεύγουν τη μητρική τους γλώσσα;
Γελούσαμε και κλαίγαμε στα ελληνικά οπότε δεν το σκεφτήκαμε και πολύ. Ωστόσο, δεν έχουμε καμιά οπαδική τάση με το ελληνόφωνο απαραίτητα. Δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα με τις μπάντες που τραγουδούν αγγλόφωνα.
Πράγματι οι αγγλόφωνες μπάντες στην Ελλάδα είναι πολλές. Δεν χρειάζεται να το δει κανείς με κακό μάτι. Είναι πολύ πιθανόν να θεωρούν πως το αγγλόφωνο παντρεύεται πιο εύκολα με τον ήχο τους. Από την άλλη, ποιος ξέρει, διόλου απίθανο να θεωρούν πως ο ελληνικός στίχος είναι πιο σύνθετος και να θέλουν να το αποφύγουν. Πολύ συχνά έχει να κάνει και με το ύφος που θέλει να δώσει η μπάντα. Με τους ροκάδες συμβαίνει αυτό συχνά, δεν θα δεις ας πούμε κανέναν έντεχνο να παίζει στα αγγλικά.
Φαντάζομαι πως οι στίχοι παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία δημιουργίας των τραγουδιών σας, με δεδομένο, και σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης, ότι πρέπει κάτι να πουν στους ακροατές, κάτι που δεν συμβαίνει απαραιτήτως με τον Αγγλικό στίχο, που ο ακροατής μπορεί να μην τον κατανοεί καν. Είναι όντως έτσι;
Όλη αυτή η ιστορία γίνεται για να επικοινωνήσουμε με ανθρώπους. Σκαλίζουμε τους εαυτούς μας και ό,τι βγαίνει από εκεί το λέμε στον κόσμο. Οι στίχοι φυσικά και παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο, αν δεν παίζανε, δεν θα τους βάζαμε. Θα κάναμε ορχηστρική μουσική ή δεν ξέρω και εγώ τι άλλο. Τραγουδώντας στα ελληνικά σίγουρα εκτίθεσαι ανοιχτά και καθαρά. Ο κόσμος είναι συχνά καχύποπτος με τον ελληνικό στίχο, ευτυχώς είναι και απαιτητικός. Μπορεί να ακούγεται λιγάκι οξύμωρο αυτό, μιας και στον αγγλικό στίχο δεν είναι σχεδόν ποτέ (όπως και ποτέ δεν ξεχώρισε κάποιος έλληνας ως στιχουργός στα αγγλικά, ακόμα και όταν τα έλεγε καλά) μα είναι η μητρική γλώσσα και ό,τι και να λέμε. θέλει δεν θέλει. αν το ακούσει κάτι θα ξεκινήσει να σκέφτεται.
Υποθέτουμε ότι τα γκρουπ της δεκαετίας του ’90 (Τρύπες, Ξύλινα Σπαθιά, Διάφανα Κρίνα κτλ) ανήκουν στα ακούσματα σας. Τώρα που έχει μεσολαβήσει αρκετός χρόνος από τότε, τι πιστεύετε ότι ήταν αυτό που τα έκανε τόσο σημαντικά και επιτυχημένα;
Αρχικά να πούμε πως δεν ακούσαμε απαραίτητα όλες εκείνες τις μπάντες του ’90. Μεγαλώσαμε και με πολλά ξένα γκρουπ. Σχεδόν καμία μπάντα εκείνης της εποχής δεν είδαμε live, τις ακούσαμε ετεροχρονισμένα. Κάποιες από αυτές τις αγαπήσαμε και άλλες όχι.
Εκείνη την εποχή βγήκαν πράγματι πολλά γκρουπ που μίλησαν στα ελληνικά. Δεν ξεχώρισαν όμως απαραίτητα όλα-το αντίθετο και σίγουρα κάποια αδικήθηκαν. Αν τώρα μιλάμε για αυτές τις μπάντες που αναφέρεις και στην ερώτηση παραπάνω ή και κάποιες ακόμα που φάνηκαν περισσότερο ήταν επειδή δεν έμειναν σε στεγανά, είχαν να πουν πολλές αλήθειες σε μια εποχή καλοπέρασης, δεν τραγουδούσαν για να σώσουν το τομάρι τους στο όνομα του ροκ και είχαν ιδέες.
Πόσο δύσκολη είναι η διαδικασία να φτάσει η μουσική των νέων καλλιτεχνών στο κοινό τη στιγμή που ο δρόμος προς το ραδιόφωνο δεν είναι πια προσβάσιμος (εν αντιθέσει με τα ονόματα που αναφέρθηκαν ως παράδειγμα παραπάνω, που ακούγονταν κατά κόρον την εποχή εκείνη στα ραδιόφωνα); Ποιες είναι οι εναλλακτικές που υπάρχουν για την προσέλκυση του ενδιαφέροντος των δυνητικών ακροατών;
Πρώτα από όλα, υπάρχει ένας σοβαρός λόγος να γράφονται ‘’όμορφα’’ καινούργια κομμάτια, που έχουν να πουν κάτι για το σήμερα και το αύριο. Και ευτυχώς υπάρχουν αρκετά. Οι μουσικοί πολύ συχνά γκρινιάζουν πως δεν τους προβάλει κανείς. Φυσικά δεν είναι καθόλου λίγες οι φορές που έχουν δίκιο - αλλά αν διατηρείς την πίστη σου, στις αρχικές σου αξίες και αιτίες που κάνεις μουσική (τέχνη), όπως ας πούμε η εσωτερική σου αναζήτηση, τότε έχεις φίλο τον χρόνο και πορεύεσαι. Για έναν περίεργο λόγο, το ραδιόφωνο έχει ακόμα δύναμη και σπάνια σου δίνει σημασία - εκτός από φωτεινές εξαιρέσεις που έτσι κι αλλιώς δεν αλλάζουν την κατάσταση. Ωστόσο, όταν μια δουλειά αξίζει, κάπου θα βρει την άκρη της, με λίγο κόσμο είναι το πιο πιθανόν αλλά τουλάχιστον δεν χάνεται διότι οι εναλλακτικές, το διαδίκτυο, το διαδικτυακό ραδιόφωνο υπάρχουν ήδη και πηγαίνουν καλά. Απλώς εκεί υπάρχει και το χάος και μέσα σε όλα μπορεί και να χαθείς. Πάντως μπορώ να φανταστώ πως σε κάθε εποχή υπήρχαν περίπου οι ίδιες δυσκολίες στην Ελλάδα.
Πως σας φαίνεται το γεγονός ότι πολλά νέα σχήματα και καλλιτέχνες ενσωματώνουν τα τελευταία χρόνια παραδοσιακούς και λαϊκούς ήχους στη μουσική τους; Ήταν κάτι που ήταν καιρός να συμβεί ή απλά πρόκειται για παροδική τάση;
Είναι μια πολύ καλή στιγμή αυτή για την νέα σκηνή αρκεί να μην γίνεται κατάχρηση. Είναι μια ανάγκη τελευταία των μουσικών να επιστρέφουν στις ρίζες τους και να ψάχνουν και από εκεί απαντήσεις για το μέλλον, και δικιά μας. Φυσικά δεν φτάνει μόνο η παράδοση. Έχουν ξανασυμβεί αυτά και πιο παλιά στην Ελλάδα αλλά μετά την Θανάση Παπακωνσταντίνου - και όχι μόνο - εποχή βρήκαν έδαφος. Από την άλλη, καλό θα είναι να μην μένουμε μόνο σε διασκευές όσον αφορά την παράδοση αλλά να την ενσωματώνουμε και να την μεταμορφώνουμε σε ένα σημερινό ήχο και ύφος.
Στο κομμάτι «Σκάρτος» είναι φανερή η αγωνία για την παρούσα κατάσταση στη χώρα. Είσαστε αισιόδοξοι για το μέλλον ή η όποια διέξοδος αργεί πολύ ακόμα;
Η εποχή της μεταπολίτευσης και του νεοέλληνα σχόλασε πριν λίγα χρόνια. Καλά έκανε, αλλά είδαμε να ξεκινά η εποχή κάποιου ‘’Σκάρτου’’. Το βαθύ κράτος ξέρει μάλλον εδώ και χρόνια να κάνει την δουλειά του. Έχουν βγάλει νεοναζί και επιδέξιους δολοφόνους από τις τρύπες τους και απειλούν την ισονομία.
Ο κοινωνικός ρόλος της τέχνης είναι να θυμίζει στον άνθρωπο πως πρέπει να μην φοβάται, να μην σκύβει κανένα κεφάλι και να διώξει τον σκοταδισμό που θέλει να σκεπάσει το σπίτι του. Αφού τραγουδάμε και λέμε αυτά τα λόγια στο κόσμο φυσικά και είμαστε αισιόδοξοι. Αν μιλάς είσαι, αν δεν μιλάς δεν είσαι.
«Να πάει στον διάολο η φασιστική εικασία»
Τώρα που ο δίσκος σας έχει πια κυκλοφορήσει, ποια είναι τα επόμενα βήματα σας, τα άμεσα σχέδια για την προώθηση του;
Πριν λίγο καιρό κάναμε την παρουσίαση του δίσκου στην Θεσσαλονίκη, με πολλούς φίλους, και σε λίγο καιρό πρόκειται να κατέβουμε Αθήνα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας αλλά δεν ξέρουμε πότε ακόμα. Θα είμαστε εδώ να σας πούμε τα νεώτερα! Σας ευχαριστούμε πολύ!