Οι συντάκτες του Soundgaze αποτίουν το δικό τους προσωπικό φόρο τιμής σε μία φιγούρα που χαρακτήρισε ανεξίτηλα το rock 'n' roll.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Πόσοι μουσικοί του ευρύτερου εναλλακτικού φάσματος έχουν συγκινήσει τόσο, ώστε την ημέρα του θανάτου τους η είδηση να παίζει σε κάθε ραδιοσταθμό, να έχει γραφεί και στα πιο απίθανα sites, να ακούγεται παντού;
Ο Lemmy έκανε τόσο ντόρο με το θάνατό του, όσο και με τη μουσική και τα κατορθώματά του, όσο ζούσε. Ήταν, είτε μας αρέσει είτε όχι, ένας λαϊκός ήρωας που η μουσική του ακουγόταν από τα μπιλιάρδα του Τάσου στο Αγρίνιο, μέχρι εισαγωγικό σε γάμους (μου έχει τύχει, παραδοσιακό κατά τα λοιπά ζευγάρι να μπαίνει στο κέντρο υπό τους ήχους του Ace of Spades). Πείτε μου, ποιο τραγουδιστής έχει γίνει όνομα συνδέσμου οπαδών στην Ελλάδα; (ρωτήστε τους φίλους Παοκτζήδες…)
https://www.youtube.com/watch?v=1PtzFRA8a2I
Ο Lemmy, λοιπόν, ήταν μια φιγούρα αξιοζήλευτη. Οι περισσότεροι άνδρες θα ήθελαν να του μοιάσουν – στις αντοχές του στο ποτό (και σε υπόλοιπες ευγενείς ουσίες) και στο partying, στο ότι ήταν το σύμβολο του αγέρωχου και του ασυμβίβαστου. Οι περισσότερες γυναίκες θα ήθελαν να κοιμηθούν μαζί του. Οι περισσότεροι μουσικοί δεν μπορούν να πλησιάσουν τα επιτεύγματά του ούτε αν έπαιζαν 3 ζωές.
Εγώ τον ζηλεύω και για κάτι άλλο. Γιατί έζησε μια γεμάτη ζωή, γιατί κατάφερε να φτάσεi ως τα 70, αν και είχε κάνει το σώμα του αποθήκη κάθε επικίνδυνης ουσίας που κυκλοφορεί στον πλανήτη και διότι πέθανε ειρηνικά μαζί με την οικογένειά του και μάλιστα παίζοντας το αγαπημένο του videogame. Διάολε, ακόμη και την έξοδο από το μάταιο τούτο κόσμο την έκανε με στυλ. Και τον φαντάζομαι να αναφωνεί χαρούμενα με την χαρακτηριστική τραχιά φωνή του σε όσους σήμερα θρηνούν για την απώλεια:
Bye Bye, Bitches, Bye Bye
Γιώργος Χριστόπουλος
Οι περισσότεροι από εμάς χαρακτηρίζαμε εδώ και χρόνια τον Lemmy «απέθαντο», η ζωή όμως μας προσγείωσε στην σκληρή πραγματικότητα. Ο Lemmy έφυγε έτσι ξαφνικά, ελάχιστες μόνο ημέρες μετά τα 70α γενέθλια του (24 Δεκεμβρίου). Το γεγονός και μόνο ότι έζησε τόσα χρόνια από μόνο του μοιάζει με άθλος, αν αναλογιστούμε τον τρόπο ζωής που ακολουθούσε εδώ και δεκαετίες.
Ο Lemmy ήταν η προσωποποίηση του rock & roll. Ελάχιστοι μουσικοί κατάφεραν όσα πέτυχε αυτός στη καριέρα του. Αρχικά με τους Hawkwind, στους οποίους παρότι έμεινε λίγο άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του και κατόπιν, για τα επόμενα 40 χρόνια, με τους Motörhead. Σημαντικότερα όλων των άλλων επιτευγμάτων του, το γεγονός ότι δημιούργησε ένα ήχο μοναδικό, που θα φέρει για πάντα τη σφραγίδα του, καθώς και το ότι κατάφερε να απολαμβάνει το σεβασμό όλων, ακόμα και αυτών που σιχαίνονται το metal ή τη μουσική που έγραφε ο ίδιος.
Προσωπικά θεωρούσα τον Lemmy και τον Dio τις πιο ξεχωριστές φιγούρες του metal. Δυστυχώς και οι δύο έχουν πλέον εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση πια ότι οι αγαπημένοι μας μουσικοί ήρωες, γεννημένοι οι περισσότεροι την δεκαετία του ’40, θα μας εγκαταλείπουν σιγά σιγά όσο περνούν τα χρόνια. Ωστόσο η μουσική (κάθε είδους) δεν έχει τέλος, οπότε κατά κάποιον τρόπο έχουν εξασφαλίσει την αθανασία.
Μοναδικό μου παράπονο ότι δεν κατάφερα ποτέ να τον δω ζωντανά. Επειδή όμως τα πολλά λόγια είναι φτώχια και καθώς δεν είναι η κατάλληλη ώρα για μελοδραματισμούς το μόνο που απομένει να ειπωθεί είναι ένα μεγάλο ευχαριστώ από καρδιάς. Τέλος εποχής.
Kωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος
O Lemmy κατόρθωσε κάτι σπάνιο: ήταν αγαπητός σε όλους, ακόμη και σε όσους η μουσική του δεν άρεσε. Ήταν η δίκαιη ανταμοιβή για το ότι πάντοτε υπήρξε ο εαυτός του. Ο Lemmy, βλέπετε, ποτέ δεν προσποιήθηκε τον βαθυστόχαστο, τον προβληματισμένο, ποτέ δεν προσποιήθηκε ότι είναι κάτι άλλο πέρα από αυτό που πράγματι ήταν: ένας μουσικός που έπαιζε rock’n’roll δυνατά (πολύ δυνατά!), με πάθος, με κέφι, με αγάπη πάνω από όλα, για την ίδια την μουσική, για το κοινό του, τους φίλους και συνεργάτες του. Ήταν ο μουσικός που ένιωσε την ανάγκη να γράψει ένα από τα καλύτερα κομμάτια του για το road crew του. Ο ίδιος που δήλωσε ότι εφόσον μπορεί να συρθεί λίγα μέτρα μέχρι να φτάσει στην σκηνή δεν θα σταματήσει να κάνει live (και έτσι έγινε). Aλλά και ο ίδιος που, αυτοσαρκαστικά μας είπε πρόσφατα ότι για λόγους υγείας έκοψε το ουίσκυ και το «γύρισε» στη βότκα! Και είναι ειρωνικό ίσως, ότι παρά τις καταχρήσεις, ήταν ο καρκίνος που τελικά νίκησε αυτόν που ήταν «γεννημένος για να χάσει» αλλά «έζησε για να κερδίσει». Άσχετα όμως με την κατάληξη, ο Lemmy πραγματικά κέρδισε και μάλιστα πολλά. Πάνω από όλα, κέρδισε μία θέση στην καρδιά όσων εκτιμούν, πέρα από την μουσική, την τιμιότητα, την αυθεντικότητα και την ειλικρίνεια. Kαι για αυτόν τον λόγο μας λείπει ήδη πολύ...
Παναγιώτης Γαβρίλης
Fan του μουσικού genre που με απόλυτη συνέπεια υπηρέτησαν επί δεκαετίες οι Motörhead δεν υπήρξα ποτέ. Αρκετές φορές όμως σε δεδομένες στιγμές, απολαμβάνω υπέρ τον δέον κάμποσα κομμάτια των Motörhead (κυρίως για την ωμή ενέργεια της μουσικής και τις αφοπλιστικές αλήθειες των στίχων τους). Υπήρξα όμως ανέκαθεν 100% fan του Lemmy και όλων αυτών που αντιπροσώπευε και θα αντιπροσωπεύει για πάντα στην rock n’ roll σκηνή από καταβολής της. Δεν θα αναλύσω το τι είναι αυτό γιατί δεν χρειάζεται. Οι fans του και όσοι τον σέβονταν όπως εγώ, το ξέρουν πολύ καλά. A true life force, νομίζω ότι είναι η καλύτερη επιγραμματική περιγραφή που θα μπορούσα να δώσω για έναν μουσικό που ζούσε κάθε μέρα λες και ήταν η τελευταία του και που παρέμενε πάντα ευγενής και αληθινός με ασίγαστο πάθος για την μουσική, no matter what. Μέχρι χθες που ήταν όντως η τελευταία μέρα του, αλλά νομίζω ότι ήταν προετοιμασμένος για αυτήν και το πώς θα της γελάσει κατάμουτρα, όλη του την ζωή. Δεν λυπάμαι λοιπόν για τον Lemmy που έφυγε. Λυπάμαι για όλους εμάς που μένουμε πίσω, ολοένα και φτωχότεροι από την απώλεια μουσικών προσωπικοτήτων όπως ο Lemmy. So from now on, play your music loud in heaven mate, and send them all to hell…
Κωνσταντίνος Δορλής
Θα ήθελα να σου γράψω πολλά ρε φίλε Lemmy, αλλά σίγουρα θα μου έλεγες «σταματά τη φλυαρία και πιες καμιά μπύρα τώρα». Κρίμα που δε σε γνώρισα ποτέ - σε αυτή τη ζωή- να σου πω κατάματα ένα «Thanks for everything, man».
Σε ευχαριστώ γιατί μου έδειξες πως είναι να ζεις την κάθε μέρα σα να είναι η τελευταία σου.
Σε ευχαριστώ γιατί δε προσπάθησες ποτέ και σε κανένα να γίνεις αρεστός κάνοντας ή λέγοντας πράγματα που δε πίστευες. Μου έδειξες-μακάρι κάποτε να το καταφέρω- πως είναι να ζεις χωρίς «δήθεν» και «πρέπει».
Σε ευχαριστώ για την αυθεντική «βρωμιά» της μουσικής σου!
Σε ευχαριστώ γιατί μας έδειξες πώς είναι να αγαπάμε τη μουσική και να την υποστηρίζουμε σαν υπέρτατο αγαθό.
Μάγκα, είσαι «μέσα μας» και δε θα φύγεις ποτέ. Τα λέμε...
“I don't see why there should be a point where everyone decides you're too old. I'm not too old, and until I decide I'm too old I'll never be too fucking old.”
― Ian «Lemmy» Kilmister
Παναγιώτης Ιωαννίδης
Πρέπει να γυρίσω πίσω στο ‘94 με ‘95. Τότε που το ελληνικό Metal Hammer άρχισε να παίρνει δειλά τη θέση του ως προσωπική μου ενημερωτική περί τα μουσικά βίβλος, τότε που ο δίσκος βινυλίου ήταν ακόμη, χάρη στην χαμηλή συγκριτικά με το CD τιμή του, κραταιός στις δισκοθήκες γνωστών και φίλων ως μέσο ακρόασης της μουσικής - διότι πάντοτε υπήρχε η εναλλακτική της αντιγραμμένης κασέτας για να μας διδάξει τις χαρές της μεταλλοσύνης με σαφώς λογικότερο κόστος. Κάποιες τέτοιες 90λεπτες κασέτες αγόραζα με στόχο να εγγραφούν μετά το δανεισμό διαφόρων βινυλίων πύρινου κλασικού metal από πατέρα φίλου του αδερφού μου. Η καθοριστική πρώτη επαφή με τους πεπτωκότες αγγέλους του Heaven And Hell, το δέος από το εξώφυλλο/γκραβούρα του Long Live Rock N Roll και το Gates Of Babylon που αναδεικνυόταν μαγευτικά από τα αυλάκια του δίσκου, η απορία που γινόταν ντροπή απέναντι στο διφορούμενο εξώφυλλο του Balls To The Wall… και η πολύχρωμη μα βίαιη παράσταση του Another Perfect Day με ένα αδιευκρίνιστης προέλευσης γαμψόδοντο τέρας. Αναμφίβολα το σκληρότερο και πιο φασαριόζικο της τετράδας, άνοιξε - όπως βέβαια και τα τρία προαναφερθέντα - νέους δρόμους για μένα. Με έπειθε σαφώς περισσότερο από το Burner, που ως τότε ήταν η μοναδική μου επαφή με τους Motorhead μέσω του video clip που έδειχνε σε τακτικό rotation η Rock Hour του αλήστου μνήμης Seven X. Μέχρι που άλλαζα κανάλι στο συγκεκριμένο κομμάτι, απορρίπτοντάς το ως “πολύ βίαιο” για τα τότε γούστα μου (πού να ήξερα…). Προφανώς δεν ήμουν έτοιμος ακόμη τότε. Όμως αυτό ήταν ο Lemmy. Ο τύπος που δεν άντεχαν να ακούν τα εξευγενισμένα αυτιά και που ποτέ δεν τον ένοιαξε να περάσει εκείνος στη μεριά τους. Ήταν ειλικρινής, ήταν βλάσφημος, πρέσβευε πάντα την ελευθεριάζουσα πλευρά της ζωής, ήταν “συλλέκτης ειδών της Ναζιστικής Γερμανίας” (αν και κατηγορήθηκε πολλάκις για φιλοναζισμό, οι στίχοι και το γενικότερο lifestyle του δεν φαίνονταν να ασπάζονται τις ιδέες αυτές), ήταν αυτό που οι παλιοί θα έλεγαν “γυναικά” έχοντας στο “παλμαρέ” του ανυπολόγιστο αριθμό ερωτικών παρτενέρ, ήταν πότης (βελτιώνοντας τη “δίαιτά” του το τελευταίο διάστημα από ουίσκι σε… βότκα), θιασώτης του motto “ό,τι αξίζει να κάνεις, αξίζει και να το παρα-κάνεις”, η φωνή του έζεχνε καπνό, νικοτίνη και μπαρούτι, τιμούσε και υμνούσε τους φίλους του μέσα από τα τραγούδια του αλλά και διά ζώσης. Αν και πιθανότατα δεν θα έδινε δεκάρα ούτε τώρα για τον χαρακτηρισμό αυτό, δικαιούται στον μέγιστο βαθμό τον τίτλο του Θρύλου, κυρίως χάρη στην ασυμβίβαστη στάση ζωής που, με όλα τα θετικά και αρνητικά της, ενέπνεε τον σεβασμό φίλων και αντιπάλων. Χτες το timeline του Facebook κατακλύστηκε, χωρίς υπερβολή, από τραγούδια των Motörhead. Κάποιοι πιο τολμηροί ξέθαψαν μέχρι και τους… Sam Gopal για να αποτίσουν φόρο τιμής. Όποιος ασχολούταν με οτιδήποτε άλλο θεωρούταν άκαιρος.
Εκτίμησα πραγματικά τους Motörhead αργότερα, όταν μέσα από τις ακροάσεις των δίσκων, παλαιών και συγχρονων, προέκυψε πως ο Lemmy θα μου ύψωνε το μεσαίο δάχτυλο όταν δεν καταλάβαινα για ποιο λόγο λίγα πράγματα (στην πραγματικότητα, κανένα) είναι μεγαλύτερα από το rock ‘n’ roll και δη το δικό του rock ‘n’ roll. Όταν, ως φοιτητής πια, έπεσε στα χέρια μου το τότε φρέσκο Overnight Sensation, μου φανερώθηκε πως ήμουν έτοιμος για να δεχτώ τις διδαχές του Lemmy. Περιέργως, ο δίσκος δεν είχε κάποια ουσιαστική διαφορά απο΄τους προηγούμενους ή τους επόμενους των Motörhead - εγώ όμως είχα αλλάξει. Ο Lemmy απλώς περίμενε, ξεροκέφαλος ων, να έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να “νιώσω” και να “καταλάβω” εγώ. Εκείνος ήξερε πάντα - και θα συνέχιζε να δοκιμάζει την αντοχή των φωνητικων χορδών του και να τραντάζει το Rickenbacker μπάσο του με τον ίδιο τρόπο. Και θα συνέχιζε να παίζει live μέχρι κάποιος, κάτι να του έπαιρνε τη ζωή από τα χέρια. Πόσο ειρωνικό όμως, πόσο άδοξο να μην σβήσει τελικά από τόσες δεκαετίες ανηλεών καταχρήσεων ή από αυτό που αγάπησε και στο οποίο τάχθηκε (το rock ‘n’ roll ντε), αλλά από έναν ταχύτατα καλπάζοντα καρκίνο που ύπουλα τον περίμενε στη γωνία, βλέποντας πως τίποτα άλλο δεν αποδεικνύεται αρκετά δυνατό να τον καταβάλει οριστικά… Παρά τα προβλήματα υγείας των τελευταίων χρόνων, βαθιά μέσα μου πίστευα πως τελικά ο Lemmy θα τους κορόιδευε όλους, μέχρι και το θάνατο τον ίδιο, και θα ζούσε για πάντα. Τώρα που παίζει μπαρμπούτι και 31 με το Ψυχοπομπό, κατά μία έννοια δεν με διαψεύδει.
Μιχάλης Κουρής