Η δεύτερη μέρα (και δυστυχώς τελευταία, μετά την ακύρωση της τρίτης λόγω του προβλήματος υγείας του Jay Kay των Jamiroquai) του φετινού Release Athens μας έβαλε σε ατμόσφαιρα... Glastonbury, καθώς η απρόσμενη βροχή έκανε μούσκεμα όσους πήγαν απροετοίμαστοι στην (κυριολεκτική πλέον) Πλατεία Νερού. Ακόμα κι έτσι όμως η βραδιά κατέληξε (αφού σταμάτησε σταδιακά και η βροχόπτωση) σε ένα πάρτι για μερικούς χιλιάδες Αθηναίους.
Chinese Basement
Παρασκεύη 16 Ιουνίου (το τονίζω αυτό) και το μόνο σίγουρο είναι ότι οι Chinese Basement θα ανοίξουν την αυλαία της δεύτερης μέρας του Release Festival στην Πλατεία Νερού. Μαζί με αυτούς θα ανοίγαν και οι ουρανοί μετά από λίγο για το πρώτο κύμα βροχής. Για να εστιάσουμε στο μουσικό κομμάτι, οι Chinese Basement φέρνουν έναν garage punk ήχο με απίστευτη ενέργεια και φρεσκάδα, με 2 LP στο δυναμικό τους και έχουν τις δυνατότητες να πάνε πολύ μακριά. Προσωπικά ενώ τους έχω παρακολουθήσει μόνο σε unplugged mode σαν “Ζητιάνους” (στα οποία shows διευρύνουν πάρα πολύ το ρεπερτόριο τους) περίμενα πολλά από τη ζωντανή τους εμφάνιση και τα πήρα όλα και με το παραπάνω, όπως και οι ίδιο έλαβαν το ζεστό χειροκρότημα. Αψήφησαν ξεκάθαρα τη βροχή, όπως άλλωστε και ο κόσμος που πίστευε ότι πρόκειται απλά για μια μπόρα. Μετά το τέλος του προγραμματισμένου setlist η βροχή δυνάμωσε και ο κόσμος άρχισε να ψάχνει τρόπους να προστατευτεί - και βρισκόμασταν ακόμα στην αρχή του Festival.
Omega Ray
Η δυνατή και συνεχής βροχόπτωση έστειλε το λιγοστό ηρωικό κοινό κάτω από όποια υπόστεγα/ομπρέλες/τέντες ήταν διαθέσιμα. Επίσης επέφερε μία μεγάλη χρονικά διακοπή, άρα έπρεπε να γίνουν δραστικές αλλαγές στο υπόλοιπο πρόγραμμα της βραδιάς που μόλις είχε αρχίσει. Έτσι οι Omega Ray του Γιώργου Καρανικόλα - τους οποίους λογικά θα ξαναδούμε σύντομα - πήραν πάνω τους το ρόλο του άτυχου της βραδιάς, καθώς (υποθέτουμε με ασφάλεια πως δεν ήταν δύσκολη η επιλογή έναντι των Kadebostany λόγω των σχετικών logistics) ήταν εκείνοι που αναγκάστηκαν να περικόψουν το καθορισμένο πρόγραμμά τους και να παίξουν μόλις δύο κομμάτια στην Πλατεία Νερού. Με την μπάντα σε πλήρη παράταξη και τον Καρανικόλα σε πολύ καλή “παικτική” διάθεση, οι Omega Ray διψούσαν να παρουσιάσουν το υλικό τους μπροστά σε ένα κάπως πιο μεγάλο κοινό, όμως αυτό θα γίνει κάποια άλλη στιγμή. Τα κομμάτια Κυκλικός Χορός (που έμοιαζε με τον απόηχο μίας psych rock ορχήστρα με τον Mark Lanegan στη φωνή) και Ξενιστής (αν απορείτε για τους ελληνικούς τίτλους και στίχους σε σχέση με το κυρίως παρελθόν του Καρανικόλα, αναζητήστε το project Το Φως Και Η Σκιά Του) διανύουν μία σεβαστή απόσταση από την αμιγώς rock’n’roll εικόνα των Last Drive στο… Mediterranean Gospel, όπως γράφει το δελτίο τύπου, όρος ο οποίος μου ακούγεται ταιριαστός και τον υιοθετώ. Ειδικά ο Ξενιστής είναι από τα τραγούδια που ως πιο εντυπωσιακά και grande ξεχωρίζουν από το πρώτο άκουσμα. Κρίμα που δεν είχαμε τη δυνατότητα να ακούσουμε σε ζωντανή απόδοση περισσότερο υλικό από το ντεμπούτο τους. Μικρή αλλά όμορφη και ανθρώπινη λεπτομέρεια του live, τα τρυφερά αν και πεταχτά βλέμματα που αντάλλασαν ο Καρανικόλας με την κόρη του Αριάννα, η οποία είχε την φροντίδα των πλήκτρων...
Kadebostany
Η Ευρωπαική Δημοκρατία του Kadebostany είναι δίπλα στον πολίτη και συγκεκριμένα στη Πλατεία Νερού. Αψηφώντας την βρόχη που επίμονα προσπαθούσε να χαλάσει τη δεύτερη μέρα του Release Athens Festival, τα μέλη των Kadebostany εμφανίστηκαν στη σκηνή του Φαλήρου, μπροστά σε ένα ιδιαίτερα ζεστό κοινό μιας και η χώρα μας έδειξε από την πρώτη στιγμή να ανταποκρίνεται πολύ θετικά στη μουσική τους. Yπήρχε αλλαγή σε σχέση με το αρχικό line-up και συγκεκριμένα στη νέα frontwoman Kristina, την οποία προσωπικά προτιμώ μιας και εκτός από την εντυπωσιακή της εμφάνιση έδειξε ότι έχει μεγάλα μουσικά προσόντα. Ακούστηκαν κυρίως κομμάτια από την τελευταία τους δισκογραφική δουλειά, καθώς και πολύ ιδιαίτερες προσθήκες όπως το Crazy in Love της Beyonce και η εξαιρετική εκτέλεση του Heroes του David Bowie. Φυσικά όλοι περίμεναν τα δύο πιο χαρακτηριστικά κομμάτια τους, το Castle in the Snow και το Walking with a Ghost, παίρνοντας όμως μόνο την μισή ικανοποίηση με το πρώτο, το οποίο έκλεισε και το setlist για τους Kadebostany. Το κοινό όμως δεν είχε ικανοποιηθεί, ζήτησε περισσότερο και πήρε αυτό που ήθελε: encore με παρουσιάση του συγκροτήματος και παιχνίδι με το κοινό με συντονιστή τον ιθύοντα νου των Kadebostany, William Jeremiah ή Kadebostan. Το πασίγνωστο Early Morning Dreams έκλεισε τη βροχερή εμφάνιση τους που απέσπασε έντονο χειροκρότημα και μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι θα τους ξαναδούμε πολύ σύντομα σε κάποιο Αθηναικό συναυλιακό χώρο (όπως συμβαίνει ήδη συχνά, δηλαδή).
Archive
Οφείλω να ομολογήσω πως η σχέση μου με τους βρετανούς Archive σταμάτησε μετά το live τους το 2010 στο θέατρο Badminton. Το συγκρότημα είχε δώσει τότε ένα τρομερό live το οποίο είχε μαγνητοσκοπηθεί και είχε κυκλοφορήσει την επόμενη χρονιά σε DVD με τίτλο Live In Athens. Έκτοτε το σχήμα συνέχισε να είναι πολύ δραστήριο, επέστρεψε ξανά στη χώρα μας ωστόσο η δημοτικότητα τους δεν έφτανε τα επίπεδα της δεκαετίας των '00s. Η συμμετοχή τους στο line up του φετινού Release Athens ήταν μια ευκαιρία για αρκετούς να «ξανασυνδεθούν» με την μπάντα.
Το ξεκίνημα τους θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν άκρως δυναμικό, καθώς το συγκρότημα εμφανίστηκε all black, με την εισαγωγή του Driving in Nails από τον τελευταίο δίσκο The False Foundation υπό δυνατούς ηλεκτρονικούς ήχους και ταιριαστές προβολές από πίσω του. Όπως ήταν λογικό οι Archive επικεντρώθηκαν στο πρώτο μισό της εμφάνισης τους στο νέο υλικό. Αυτό είχε βέβαια ως αποτέλεσμα τα πράγματα να παραμείνουν «συγκρατημένα» καθώς η πρόσφατη παραγωγή τους δεν είναι τόσο γνωστή στο κοινό (αλήθεια πόσοι γνωρίζουν ότι την τελευταία πενταετία έχουν κυκλοφορήσει τέσσερα άλμπουμ;). Οι πρώτες ενθουσιώδες αντιδράσεις εκδηλώθηκαν με την εναρκτήρια μελωδία του αγαπημένου You Make Me Feel (από το δεύτερο τους άλμπουμ Take My Head του 1999) τα φωνητικά του οποίου ανέλαβε η Holly Martin (η δεύτερη ωραία παρουσία της ημέρας μετά την τραγουδίστρια των Kadebostany). Από εκεί και πέρα το παρελθόν είχε τον πρώτο λόγο. Πρώτα με το Bullets σε μια πολύ δυναμική εκτέλεση, στη συνέχεια με το τραγούδι αγάπης Fuck U με τα γλυκόλογα στους στίχους (με γνωστό τον αποδέκτη τους) και το μεγάλης διάρκειας Controlling Crowds (από τον ομώνυμο δίσκο του 2009) και ως φινάλε το Numb από το θαυμάσιο You All Look The Same to Me (2002).
1 ώρα και 20 λεπτά έμειναν στη σκηνή οι Archive, χρόνος αρκετός για δεύτερο όνομα σε φεστιβάλ. Η αλήθεια είναι ότι το show τους ήταν πολύ προσεγμένο και καλά στημένο. Σε αυτό το κομμάτι δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν ενστάσεις. Ωστόσο στο τέλος κάτι έμοιαζε να λείπει και εδώ οδηγούμαστε στην γνωστή κουβέντα σχετικά με το setlist. Γίνεται να πας σε συναυλία των Archive και να μην ακούσεις το prog έπος Again (από τις πιο εντυπωσιακές συνθέσεις των τελευταίων 20 χρόνων) ή έστω νεότερα κομμάτια σαν το υπέροχο Collapse/ Collide; Σε τελική ανάλυση όμως είναι δικαίωμα του κάθε καλλιτέχνη να διαρθρώσει τη λίστα τραγουδιών όπως το επιθυμεί δίνοντας έμφαση στην πρόσφατη παραγωγή του.
Από εκεί και πέρα στο εκτελεστικό κομμάτι το συγκρότημα αποδείχθηκε για άλλη μια φορά αξιόπιστο. Ο Dave Pen, κατά την γνώμη μου, υπήρξε πολύ πιο ουσιαστικός και καίριος στις ερμηνείες του σε σχέση με τον έτερο τραγουδιστή τους Pollard Berrier, τον οποίο πιθανότατα έχει καταλάβει ο δαίμονας με όνομα Ian Astbury καθώς η εμφάνιση του έφερνε περισσότερο σε frontman των Cult παρά των Archive. Τέλος, πρέπει να εκφράσουμε το απέραντο respect μας στον Darius Keeler, ιδρυτικό μέλος των Archive, ο οποίος ήταν πραγματικά αεικίνητος και επιδιδόταν σε ατελείωτο… air drumming. Μπορεί η εικόνα αυτή να φαινόταν ελαφρώς αστεία, θυμίζοντας λίγο… συγκεκριμένους έλληνες μουσικοσυνθέτες, ωστόσο μόνο σεβασμός αξίζει σε μουσικούς που παθιάζονται τόσο με το έργο τους. Στην άλλη άκρη (όχι μόνο της σκηνής) ο έτερος πυλώνας του γκρουπ, ο Danny Griffiths ήταν μονίμως ανέκφραστος και βλοσυρός (μάλλον έχει αποφοιτήσει από τη «Σχολή Lanegan»).
Thievery Corporation
Οι Thievery Corporation, όπως και οι Archive τους οποίους διαδέχθηκαν στη σκηνή, ανήκουν στα ονόματα εκείνα που δημιούργησαν μια δυνατή σχέση με το κοινό από τις αρχές των 00s με αποτέλεσμα να μας επισκέπτονται πολύ συχνά, πάντοτε με αξιοσημείωτη επιτυχία. Η κολεκτίβα από την Washington DC όποτε έχει νέα δουλειά δεν παραλείπει να εντάξει τη χώρα μας στο πρόγραμμα της ευρωπαϊκής της περιοδείας. Έτσι έχοντας κυκλοφορήσει πριν λίγους μήνες το καλό άλμπουμ The Temple of I & I (σαφώς ανώτερο από τον προκάτοχο του Saudade του 2014) ήταν απολύτως αναμενόμενο ότι θα επιστρέψουν στα μέρη μας είτε για δική τους συναυλία είτε σε κάποιο από τα καλοκαιρινά φεστιβάλ, όπως και έγινε.
Και στην περίπτωση τους τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα: νέος δίσκος σημαίνει πολλά νέα κομμάτια, με ο,τι αυτό συνεπάγεται. Από το νέο υλικό, τα τραγούδια που ξεχώρισαν ήταν το True Sons of Zion και το Letter to the Editor με την εντυπωσιακή Τζαμαϊκανή Racquel Jones στα φωνητικά. Η αλήθεια είναι ότι το σχήμα επέλεξε για τη συνέχεια αρκετά down tempo κομμάτια, έχοντας όμως απέναντι του ένα κοινό που «διψούσε» για χορό και δυνατά beats. Αυτό γινόταν ακόμα πιο φανερό κάθε φορά που γυρνούσαν στο παρελθόν. Χαμός όταν ακούστηκαν το υπέροχο Amerimacka, το The Heart’s a Lonely Hunter (πόσο πολύ μας έλειψαν τα φωνητικά του David Byrne…) και το καταιγιστικό Warning Shots (καθόλου τυχαία και τα τρία περιλαμβάνονταν στο Cosmic Game, μια από τις καλύτερες δουλειές τους). Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε ότι το ίδιο συνέβη όταν παίχτηκαν στην διάρκεια του encore τα Lebanese Blonde και Richest Man In Babylon, δύο από τις γνωστότερες συνθέσεις τους. Ως εκείνη τη στιγμή όμως δεν είχαμε πολλές στιγμές με τον κόσμο να ξεφαντώνει.
Αναπόφευκτα και εδώ η κουβέντα καταλήγει στο καταρτισμό του setlist. Όταν δεν (προ)τιμούνται κομμάτια, για παράδειγμα, όπως το Sound The Alarm (για να μην αναφερθούμε σε παλιότερα σαν το Shadows of Ourselves) τόσο λιγότερες αφορμές δίνονται στο κοινό για να ενθουσιαστεί και να διασκεδάσει. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι το συγκρότημα υστέρησε. Ίσα ίσα ήταν άκρως επαγγελματικό και ταυτόχρονα ενθουσιώδες. Όταν ο Rob Garza, που πλέον βρίσκεται μόνος πίσω από τα decks καθώς το έτερο ιδρυτικό μέλος Eric Hilton δεν ακολουθεί εδώ και χρόνια τις περιοδείες, δήλωνε ότι είναι η Ελλάδα είναι η καλύτερη χώρα στον κόσμο για να παίζουν live έμοιαζε να το εννοεί, δεν είχε λόγους απλώς να κολακεύσει ένα κοινό εκ των προτέρων θετικά διακείμενο. Δυο γεμάτες ώρες (παρότι ήταν στα πλαίσια ενός φεστιβάλ) έπαιξαν οι Thievery Corporation, ωστόσο η τελική αίσθηση που έμεινε ήταν ότι δεν έφτασαν στα επίπεδα του live του 2014 στον ίδιο χώρο, κάτι που σίγουρα δεν έχει να κάνει με την απόδοση της μπάντας αλλά οφείλεται κυρίως στις επιλογές των κομματιών, όπως εξηγήσαμε παραπάνω.
Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος, Παναγιώτης Μαλαφής, Μιχάλης Κουρής / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής