Ο Αμερικανός καλλιτέχνης, που έχει αγαπηθεί ιδιαίτερα από το ελληνικό κοινό, έρχεται δεύτερη φορά την ίδια χρονιά για να μας χαρίσει ένα από τα ξέφρενα live του. Ο Nick Waterhouse εμφανίστηκε την Παρασκευή 8/11 στο Fuzz μετά από έναν τέταρτο δίσκο που γνώρισε παγκόσμια επιτυχία.
Καθώς το live του περασμένου Μαρτίου έγινε sold out και παίρνοντας αξιοπρόσεχτες κριτικές, οι προσδοκίες μου ήταν μεγάλες.Φτάνοντας στις 9:30 στο Fuzz είχαν ήδη αρχίσει το dj set οι Coal Miners. Παίζοντας τα δισκάκια τους 45 στροφών με Jazz, soul και RnB μουσικές, με ανάγκασαν από νωρίς να πάρω το πρώτο μου ποτό. Η ιδέα του dj set μου είχε φανεί καλύτερη από κάποιο άλλο opening act και όντως στάθηκε ένα πολύ καλό ζέσταμα για αυτό που θα ακολουθούσε.
Αφού περιπλανήθηκα για σχεδόν μία ώρα στο χώρο, ο Νικόλας (όπως έγραφε και η playlist που είχε στα πόδια του) βγήκε περί τις 10:30 με όλη την κομπανία λαμβάνοντας θερμά χειροκροτήματα από τον κόσμο. Χωρίς να χάνουν χρόνο, ξεκίνησαν αμέσως με το “Some Place” δίνοντας την εντύπωση πως θα ακολουθήσει ένα μεγάλο μαγικό πάρτι που αν χορέψεις τον μυστικό χορό θα ταξιδέψεις σε μια άλλη εποχή. Η συνέχεια δόθηκε με το άκρως ρυθμικό “Is That Clear”. Σε αυτή την συναυλία δεν ήταν απαραίτητο να είσαι λάτρης του rock ‘n’ roll, των blues και της soul, με μία τόσο καλοκουρδισμένη μπάντα, με εξαιρετικούς καλλιτέχνες να την πλαισιώνουν. Αρκεί να ήσουν μουσικόφιλος για να εκτιμήσεις το μεγαλείο τους. Τι να πρωτοσχολιάσω; Τα απολύτως ρυθμικά ντραμς; Τα σαξόφωνα που αλληλοσυμπληρώνονταν; Ένα εξαιρετικό τενόρο που προσωπικά δεν πήρα τα μάτια μου από πάνω του, αλλά και ένα εκπληκτικό βαρύτονο (πίσω από αυτό ήταν η "Moist" Paula Henderson) που γέμιζε όπου έπρεπε με την βραχνάδα του. Φυσικά δεν έλειπαν τα βελούδινα φωνητικά, το μπάσο και τα πλήκτρα όπου έκαναν το αποτέλεσμα ακόμα πιο ολοκληρωμένο. Όσο για τον Waterhouse, στην κιθάρα τα λόγια είναι περιττά και από άποψη ενέργειας και ικανοτήτων. Του έδωσε και κατάλαβε. Πίσω από τα μαύρα – νερντ γυαλιά του, κρύβεται μία τσαχπινιά - να το πω; Καλύτερα εξωστρεφής προσωπικότητα να το πω. Στο ενδιάμεσο των κομματιών είχε επικοινωνία με τον κόσμο, σχολίαζε, μιλούσε για την Ελλάδα: ασυγκράτητος ο ενθουσιασμός του.
Εν συνεχεία, στο πρόγραμμα δεν παρέλειψε τραγούδια από τον τελευταίο του δίσκο, που φέρει το όνομά του, τα οποία έχουν ήδη γίνει αγαπητά, αφού το κοινό δεν έμεινε αμέτοχο. Τραγουδούσαν μαζί του, χόρευαν και χτυπούσαν παλαμάκια στον ρυθμό, χωρίς καν να το ζητήσει ο ίδιος. Μερικά από αυτά ήταν τα “Which was writ”, “Wreck the rod“, ”Thought & Act “, ”Wherever She Goes”, ”Black Glass” ενώ για το τέλος μας άφησε το “Song For Winners”, το οποίο έγινε χιτάκι από την πρώτη μέρα κυκλοφορίας. Δικά του έκανε τα κομμάτια “Don’t you forget it” - των φίλων και συνεργατών του Allah- Las και από μία άλλη ματιά το “Pushin too hard” των The Seeds, ενώ ενθουσίασε και η ενδιαφέρουσα διασκευή του “Down in Mexico”, που σίγουρα θα ήταν υπό τις ευλογίες των The Coasters. Αυτό το βράδυ Παρασκευής συνέχισε να κυλάει στο ίδιο σχεδόν τέμπο για δύο ώρες. Εξακολουθούν, μετά από τέσσερα albums, να τραβούν την προσοχή τα κλασσικά “I can only give you everything”, “This is a game”, “Say I Wanna Know” και το “Katchi”, το οποίο ξεσήκωσε το κοινό σαν κανένα άλλο τραγούδι.
Γύρω στις 12 έγινε ο πρώτος αποχαιρετισμός, χωρίς όμως να αποχωρεί κανένας από τον χώρο. Ίσως ο κόσμος γνώριζε πως δεν ήταν η κατάλληλη ώρα για το τέλος και πράγματι ο Nick επέστρεψε με την μπάντα του για ακόμα 3 κομμάτια, πράγμα που προφανώς συνεπάγεται άλλα 10 λεπτά χορού. Αφού μας καληνύχτισε και μας ευχαρίστησε έφυγε για δεύτερη φορά από την σκηνή. Δεδομένου πως θα τον δούμε ξανά σύντομα, ο χωρισμός δεν ήταν αβάσταχτος. Αλλά εγώ είχα δει την τσαχπινιά στο μάτι: το “σύντομα” ήταν τελικά πιο άμεσο αφού γύρισε και πάλι για ακόμα ένα τελευταίο. Δεν ήταν άλλο από το “Song For Winners”. Όσοι είχαν ήδη προλάβει να φύγουν έκαναν μεταβολή και επέστρεψαν τρέχοντας.
Δικαίως, ο Nick Waterhouse έχει πιστό ακροατήριο, το οποίο όλο και μεγαλώνει. Ίσως ευθύνεται και η επιθυμία – νοσταλγία του κόσμου για το παλιό και η αγάπη του για την vintage αισθητική, την οποία ο Waterhouse ξέρει καλά να χειρίζεται και να προωθεί. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, εκπροσωπεί με έναν άρτιο τρόπο τη σημερινή rhythm and blues και soul μουσική, έχοντας πάντα ως επιρροή καλλιτέχνες όπως οι Mose Allison, Bert Berns και John Lee Hooker: Βέβαια, χωρίς να έχει την διάθεση να τους μιμηθεί, αποδίδοντας σύγχρονη αίσθηση στον ήχο του.
Κείμενο: Κική Ψαράκη
Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής