Το φεστιβάλ Cult Of The Amps στις μέχρι τώρα διοργανώσεις του επιχειρεί να αναδείξει το ενδιαφέρον που κρύβει η εγχώρια σκηνή μέσω ονομάτων που έχουν συνήθως μικρή αλλά ουσιαστική δημιουργική διαδρομή. Οι τέσσερις συμμετέχοντες της τρίτης εκδοχή του φεστιβάλ, αποτέλεσαν το καλύτερο παράδειγμα.
Πρώτος ανέβηκε στη σκηνή λίγο πριν τις 9:00 ο Ghone, δηλαδή ο Γιάννης Κοντανδρεόπουλος, ο οποίος είναι γνωστός στους περισσότερους από τη συμμετοχή του σε αθηναϊκές μπάντες εδώ και κάμποσα χρόνια (έχοντας πάντα ως σταθερή βάση τους Afformance). Υπό το συγκεκριμένο moniker επιδίδεται σε θορυβώδεις ηχητικούς πειραματισμούς, με τη βοήθεια της τεχνολογίας προφανώς, οι οποίοι έχουν αποτυπωθεί και στην μέχρι σήμερα δισκογραφία του. Μέσω των ήχων που παρήγαγε επί σκηνής δημιούργησε ένα σκοτεινό, κλειστοφοβικό σύμπαν, στο οποίο ο ακροατής καλούνταν να βρει τις διόδους για να το παρακολουθήσει. Στη σύντομη performance του παρουσίασε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της δουλειάς του, ενώ απέφυγε το σκόπελο της κατάχρησης χρόνου στο οποίο «σκοντάφτουν» συχνά αντίστοιχα εγχειρήματα.
Ακολούθησε ρεκόρ αλλαγής επί σκηνής καθώς σε λιγότερο από πέντε λεπτά οι Message In A Cloud ήταν ήδη πανέτοιμοι για να ξεκινήσουν το δικό τους live. Το σκηνικό βέβαια άλλαξε άρδην ηχητικά, μιας και πλέον οι κιθαριστικές μουσικές παρέλαβαν την σκυτάλη. Το πενταμελές σχήμα κυκλοφόρησε πέρσι το ντεμπούτο του Anassa (το είχαμε παρουσιάσει τότε στη στήλη Local Jams) και στη συγκεκριμένη εμφάνιση είχαμε την ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε (ή να γνωρίσουν, όσοι δεν τους είχαν ξαναδεί) το συγκεκριμένο υλικό (συν κάποιο μη ηχογραφημένο ακόμα). Στις μακροσκελείς -συνήθως- instrumental συνθέσεις τους οι Message In A Cloud καταπιάνονται με post rock μοτίβα διανθισμένα με μπόλικα blastbeats και νοοτροπία που παραπέμπει σε ατμοσφαιρικά metalακούσματα. Προσωπικά τους θεωρώ από τα πιο ενδιαφέροντα νέα γκρουπ στον συγκεκριμένο ήχο και με τη συμμετοχή τους στο παρόν φεστιβάλ έδειξαν ότι οδεύουν σε σωστό μονοπάτι. Βέβαια, επειδή ο εχθρός του καλού είναι πάντοτε το καλύτερο, έχουν αρκετά περιθώρια βελτίωσης (για παράδειγμα στα πλήκτρα χρειάζεται λίγη περισσότερη φροντίδα ώστε να ακούγονται ενταγμένα πλήρως στο σύνολο), οπότε κάθε live που «γράφουν» θα είναι μια ευκαιρία να βελτιώνονται.
Οι Church of the Sea μπορεί να βρέθηκαν λόγω αντικατάστασης στο line up του φεστιβάλ, ωστόσο η επιλογή τους έμοιαζε απολύτως ταιριαστή. Για το trio έχουμε καταθέσει ήδη τη θετική μας άποψη από την πρώτη κιόλας ακρόαση του πρώτου τους EP Anywhere but Desert (2018) και οι επιλεγμένες ζωντανές εμφανίσεις τους προσελκύουν πάντα το ενδιαφέρον μας. Έχοντας δει ήδη το σχήμα σε μικρότερους χώρους ανέμενα με αρκετή περιέργεια να διαπιστώσω πως θα λειτουργήσει το παράδοξο κράμα ηλεκτρονικής μουσικής, pop και doom. Η αλήθεια είναι πως στη μεγάλη σκηνή του Gagarin αναδείχθηκε ακόμα περισσότερο η doom ατμόσφαιρα των συνθέσεων τους με τον όγκο τους να απλώνεται στο χώρο. Μπορεί στη διάθεση τους να έχουν μόνο κιθάρα και πλήκτρα, ο ήχος όμως που παράγεται είναι ιδιαίτερα πυκνός. Ακούγοντας τους, ως πιθανή αναφορά έμοιαζαν άλλοτε οι Sunn O))) και άλλοτε οι Dead Can Dance (στο κομμάτι των φωνητικών)! Και αυτή τη φορά κατάφεραν να χτίσουν μια μυσταγωγική ατμόσφαιρα έχοντας ως πρωθιέρεια την Ειρήνη Αργύρη, το άστρο της οποίας έλαμψε για άλλη μια φορά. Το εκπληκτικό At the Edge of the World, με το οποίο μας αποχαιρέτισαν, έμοιαζε σαν ανανέωση του ραντεβού για την επόμενη συναυλία τους. Φυσικά και θα είμαστε συνεπείς.
Έχοντας ακολουθήσει τη διαδρομή των Tuber από το ξεκίνημα τους κυριολεκτικά, ανέμενα με αδημονία τη στιγμή που θα έπαιζαν headliners σε ένα μεγάλο χώρο σαν το Gagarin. Μπορεί να άργησε λίγο να συμβεί αλλά κάλιο αργά παρά ποτέ. Οι Σερραίοι έχουν καταφέρει να εντυπωσιάσουν με τα κατορθώματα τους τη τρέχουσα δεκαετία και τους άξιζε μια τέτοια καταξίωση (για κανένα εγχώριο γκρουπ δεν είναι μικρό πράγμα να εμφανίζεται ως πρώτο όνομα σε ένα venue χωρητικότητας του Gagarin).
Το γεγονός πως έχουν ως βάση μια περιφερειακή πόλη έχει ως συνέπεια να τους βλέπουμε αραιά, το οποίο όμως παράλληλα κάνει τις εν Αθήναις εμφανίσεις τους αυτομάτως «συλλεκτικές». Προσωπικά τους είχα δει τελευταία φορά μόλις το περασμένο καλοκαίρι στο πλαίσιο του New Long Fest αλλά ήδη ένοιωθα ότι μου είχαν λείψει όταν έκαναν την εμφάνιση τους στη σκηνή. Και η αλήθεια είναι πως μας αντάμειψαν με τον καλύτερο τρόπο, με ένα εντυπωσιακής ομορφιάς live.
Ναι, όντως, οι Tuber ήταν τόσοι καλοί κατά τη διάρκεια της εμφάνισης τους και δεν έδειξαν στιγμή πρωτάρηδες σε τέτοιου είδους καταστάσεις. Είναι μεγάλο πράγμα η εμπειρία και το γεγονός πως η μπάντα έχει σημαντική εμπειρία σε εμφανίσεις στο εξωτερικό της προσφέρει την απαραίτητη αυτοπεποίθηση για να ανταποκριθεί σε οποιαδήποτε πρόκληση.
Όσον αφορά το καθαρά μουσικό σκέλος, το ηχητικό υβρίδιο heavy/ post rock που έχει εμπλουτιστεί πλέον με ηλεκτρονικές πινελιές (όπως διαφάνηκε στο Out of the Blue του 2017) είναι τόσο συναρπαστικό ούτως ώστε οποιαδήποτε σύνθεση κι αν έβρισκε θέση στο setlist θα γινόταν αποδεκτή με ευχαρίστηση. Ποιος άλλωστε δεν θα ήθελε να ακούσει live θαυμάσια κομμάτια σαν το Russian ή το Desert Overcrowded (το οποίο ως συνήθως αποτέλεσε ένα από τα highlight της βραδιάς).
Οι Tuber, εν τέλει, στη μεγαλύτερη μέχρι στιγμής headline εμφάνιση τους αποδείχθηκαν άξιοι επικεφαλής του φεστιβάλ, προσφέροντας ένα live που δύσκολα θα απωθήσουμε από τη μνήμη μας. Είναι κρίμα που δεν είχαν απέναντι τους τόσο πυκνό κοινό όσο θα έπρεπε, αλλά μικρή σημασία έχει αυτό (όσοι απουσίασαν, κακό του κεφαλιού τους). Ευχόμαστε η επόμενη τους επίσκεψη να μην αργήσει πολύ και να συνδυαστεί με νέο υλικό.
Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος
Φωτογραφίες: Χρήστος Λεμονής