Το live των Boy Harsher θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα από τα πιο αναμενόμενα events της χρονιάς. Μετά από μεταθέσεις ημερομηνιών (λόγω covid), αλλαγές χώρων διεξαγωγής, απανωτά sold out, τελικώς έλαβε χώρα σε δυο μέρες σε δυο διαφορετικούς χώρους και σίγουρα συζητήθηκε πολύ.
Οι Αμερικάνοι Hide βγήκαν περίπου στην ώρα τους, με τον Seth Sher να ανακοινώνει στους φωτογράφους που είχαμε μαζευτεί μπροστά την πρόθεση της μπάντας να μην φωτογραφηθεί. Σεβαστό, οπότε αποχωρήσαμε από το photo pit - και ήταν κρίμα, διότι έτσι χάσαμε (και χάσατε) την ευκαιρία να απαθανατίσουμε την έντονη εκφραστικότητα στις κινήσεις και στις εκφράσεις της Heather Gabel, αδιαμφισβήτητης πρωταγωνίστριας στο μουσικοσωματικό performance των Hide. Μιας performance που οπτικά διέθετε μονάχα strobo lights να φωτίζουν την Heather, αλλά που αρκούσαν για να υπερτονίσουν τον ψυχικό κόσμο που εξωτερίκευε με την ερμηνεία της. Ο Seth με τα ηλεκτρονικά του επαύξανε σε βιομηχανικούς τόνους την ένταση και τα screams της vocalist του, σε ένα σετ που στόχος του ήταν, μεταξύ άλλων, να δημιουργήσει ποικίλα δυσάρεστα και άβολα συναισθήματα στους θεατές. Σίγουρα ο συνδυασμός αυτός θα είχε περισσότερους αποδέκτες υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με ένα γεμάτο μεγάλο club, κυρίως γιατί απαιτεί την εγγύτητα και την μικρότερη κλίμακα για να πετύχει τον σκοπό του, όμως εμείς πήγαμε την Τρίτη στην Άνοδο και όχι τη Δευτέρα στο Temple. Από τις απολογιστικές αντιδράσεις πάντως που “αλιεύσαμε” από συζητήσεις του κοινού μετά το τέλος της εμφάνισής τους, δεν θα πρέπει να ήταν λίγοι εκείνοι που εντυπωσιάστηκαν και δυνητικά θα αναζητήσουν τη μουσική τους σε δεύτερο χρόνο.
Η ανυπομονησία είχε φτάσει στο κατακόρυφο όταν μετά τις 11 το ντουέτο των Boy Harsher πάτησε τελικά στη σκηνή. Η αδημονία ήταν ιδιαίτερα κατανοητή ειδικά για όσους είχαν προμηθευτεί το εισιτήριο πριν δυο χρόνια, αλλά ελέω κορονοϊού το live δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί στο μεσοδιάστημα. Βεβαίως αρκούσε και μόνο η είδηση ότι και οι δυο μέρες είχαν γίνει sold out για να αντιληφθούμε ότι πάρα πολύς κόσμος το περίμενε εναγωνίως. Όντας παρόντες στη δεύτερη από τις δύο μέρες, πήραμε μια πρώτη γεύση ήδη από τη μεγάλη ουρά που είχε σχηματιστεί επί της Πειραιώς. Όταν λοιπόν η Jae Matthews και ο Gus Muller ανέβηκαν στη σκηνή και γνώρισαν την αποθέωση, την ίδια στιγμή εύλογα πρόβαλλε το ερώτημα αν και πώς θα κατάφερναν να ανταποκριθούν στις μεγάλες προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί έστω και άθελα τους.
Το ντουέτο ξεκίνησε με άκρως δυναμικό τρόπο με την τριάδα Give me a Reason – Morphine – Fate να ανάβει από νωρίς τη σπίθα, με το κοινό που έδειχνε να διψάει για χορό αμέσως να ανταποκρίνεται. Τα beats έρχονταν με ευκρίνεια και ένταση από το ηχοσύστημα του χώρου (από τα αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα των πολιτιστικών κέντρων αυτού το είδους), τουλάχιστον στον εξώστη που συνήθως αποτελεί ασφαλές καταφύγιο σε τέτοιες περιπτώσεις, τη στιγμή που το πυκνό σκοτάδι επί σκηνής μόνο κατ' εξαίρεση μετριαζόταν από τα φώτα. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το σκοτάδι είναι απολύτως ταιριαστό με τη μουσική τους. Κι αν τα περισσότερα κομμάτια του setlist ήταν αναμενόμενα, με δεδομένο πως η δισκογραφία τους δεν είναι δα και τεράστια σε έκταση, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για το πολυδιασκευασμένο Wicked Game του Chris Isaak (εκτός αν ανήκετε σε αυτούς που κρυφοκοιτάτε το setlist.fm πριν πάτε σε μια συναυλία).
Η βραδιά κυλούσε όμορφα και με πολύ ενθουσιασμό μέχρι το σημείο που η Matthews με την βοήθεια διερμηνείας ανακοίνωσε ξάφνου πως το σχήμα ακύρωνε την υπόλοιπη περιοδεία λόγω σοβαρής ασθένειας της μητέρας της και πως αυτή ήταν συνεπώς η τελευταία της στάση. Παρά τη συναισθηματική φόρτιση της στιγμής, η τραγουδίστρια των Boy Harsher βρήκε το σθένος και εν μέσω λυγμών κατάφερε να ολοκληρώσει το επόμενο τραγούδι.
Όταν πια είχε φτάσει η ώρα για το φινάλε, το τρομερό Pain έμοιαζε αρκούντως λυτρωτικό. Με αυτό μας αποχαιρέτησαν οριστικά, ξεπερνώντας και το ψυχολογικό φράγμα της μιας ώρας ως προς τη διάρκεια. Προσωπικά θα ήθελα να ακουστεί και το καταπληκτικό Machina (με τη διακριτική italo disco εσάνς, όπως παρατήρησε και ο Τάκης Κρεμμυδιώτης) που βρίσκεται στο φετινό τους soundtrack The Runner και στο οποίο συμμετέχει στα φωνητικά η Mariana Saldana, αλλά χωρίς την παρουσία της κάτι τέτοιο ήταν μάλλον απίθανο.
Κάνοντας ταμείο, αν έπρεπε να δώσουμε κάποια εξήγηση για τη δημοφιλία που γνωρίζει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας το ντουέτο, κάποια πειστική απάντηση δεν διαθέτουμε, άλλωστε προσωπικά δεν έχω παρακολουθήσει εξαντλητικά την μέχρι σήμερα διαδρομή του. Ίσως η αναζωπύρωση της αποδοχής που γνωρίζει ο darkwave ήχος ξανά εσχάτως να έπαιξε τον πρωτεύοντα λόγο. Ίσως πάλι τα social media ή η στόμα με στόμα φήμη τους να έκανε τη δουλειά. Όπως και να έχει, έστω και χωρίς να είμαι ο μεγαλύτερος φαν τους, έφυγα πλήρως ικανοποιημένος και ευχαριστημένος εν γένει. Για κάποιον φανατικότερο ίσως τα συναισθήματα να ήταν ανάμεικτα. Το σίγουρο είναι πως η διπλή εμφάνιση των Boy Harsher προκάλεσε πολύ κουβέντα και είναι εξίσου βέβαιο ότι στο μέλλον θα τους συναντάμε συχνά μπροστά μας, είτε για κάποια συναυλία είτε για κάποια νέα δουλειά τους.
Μέχρι τότε, κουράγιο και δύναμη στη Jae Matthews.
Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος (Boy Harsher), Μιχάλης Κουρής (Hide) / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής