«Ο Τολμών Νικά» έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, αλλά και οι Theatre of Hate. Οι δεύτεροι μάλιστα το είπαν αρχικά δύο φορές σε τίτλο δίσκου τους, αλλά δεν αρκέστηκαν σε αυτό, αφού επανέρχονται ύστερα από τόσα χρόνια, για να μας το θυμίσουν άλλες τρεις! Ναι, δεν αντιλέγω πως θα μπορούσε κάποιος να δει κάτι τέτοιο ως «ψύχωση», αλλά θα έσπευδα να προσθέσω στο χαρακτηρισμό αυτό το επίθετο «ευχάριστη». Όπως ήδη καταλάβατε, εδώ έχουμε να κάνουμε από τη μία με την υλοποίηση του πιο ανεκπλήρωτου ονείρου κάθε σκληροπυρηνικού οπαδού τους και από την άλλη με ένα απίστευτο ζωντανά ηχογραφημένο overdose από το απώτερο και το πρόσφατο παρελθόν.
Τους Theatre of Hate, ακόμα και όσοι δε γνωρίζουν ότι τους… γνωρίζουν, τους ξέρουν τουλάχιστον από το Original Sin. Θυμάμαι κάμποσους που στο άκουσμα της εισαγωγής του και μόνο αναφωνούσαν «Τι τραγουδάρα είναι αυτή!». Όταν τους ρωτούσες ποιο συγκρότημα παίζει, σε κοιτούσαν με απορία κι όταν μάθαιναν ότι ήταν οι Theatre of Hate έλεγαν κάτι ανάλογο του «Έι, τους ξέρω αυτούς». Εκτός όμως από τους ημιμαθείς (χωρίς παρεξήγηση, ελπίζω), υπήρχαν και οι γνώστες, που παρακολουθούσαν την πορεία του Kirk Brandon από τη δεκαετία του ’70. Αυτοί που έζησαν τις γεμάτες ενέργεια punk εκρήξεις της πρώτης μπάντας του, των The Pack. Έχοντας ζωντανή την κληρονομιά τους, δημιουργήθηκαν από τις στάχτες τους (για να παραμείνουμε σε εκφράσεις που παραπέμπουν στη δική μας πολιτιστική κληρονομιά) στο ξεκίνημα της επόμενης δεκαετίας οι Theatre of Hate, μέσω των οποίων η ενέργεια αυτή διοχετεύθηκε κατά κανόνα σε post-punk διαδρομές. Η νέα μπάντα έμελλε σύντομα να καταξιωθεί στο μεσουρανούντα την εποχή εκείνη ανεξάρτητο χώρο, τόσο μετά από αρκετά επιτυχημένα σαρανταπεντάρια, όσο, κυρίως, λόγω των εκρηκτικών ζωντανών εμφανίσεών της. Κι αυτές ακριβώς έχουν με το παραπάνω την τιμητική τους στο πενταπλό He Who Dares Wins.
Η αρχική σύνθεση του συγκροτήματος αποτελούνταν από τον ιθύνοντα νου, κιθαρίστα και τραγουδιστή Kirk Brandon, τον κιθαρίστα Steve Guthrie, το μπασίστα Stan Stammers, το σαξοφωνίστα John ‘Boy’ Lennard και τον ντράμερ Luke Rendle. Μετά από αρκετά singles και ένα ζωντανά ηχογραφημένο δίσκο τους με τίτλο He Who Dares Wins, το Φεβρουάριο του 1982 κυκλοφόρησαν το πρώτο στούντιο άλμπουμ τους με τίτλο Westworld, η παραγωγή του οποίου έγινε από τον κιθαρίστα των Clash, Mick Jones. Στο άλμπουμ αυτό περιλαμβάνεται το πολύ επιτυχημένο single Do You Believe in the Westworld, που έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε εδώ, όχι μόνο στα μεταγενέστερα live της κυκλοφορίας του άλμπουμ, αλλά και σε μια προγενέστερη χρονικά εκδοχή του. Μετά την προσθήκη του κιθαρίστα Billy Duffy, οι Theatre of Hate κυκλοφόρησαν το δεύτερο ζωντανά ηχογραφημένο δίσκο τους με τίτλο (μαντέψτε…) He Who Dares Wins: Live In Berlin, αλλά πριν την ολοκλήρωση του στούντιο άλμπουμ Aria of the Devil τα πράγματα στράβωσαν και η μπάντα διαλύθηκε, με τον Kirk να πηγαίνει στους Spear Of Destiny. Για την ιστορία, ο Kirk πριν μερικά χρόνια ξαναέφτιαξε τους Theatre Of Hate, με τους οποίους κυκλοφόρησε τον περασμένο Οκτώβριο το στούντιο άλμπουμ Kinshi.
Όπως είπαμε και παραπάνω, το συγκεκριμένο He Who Dares Wins δεν είναι το αρχικό τους ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ. Για την ακρίβεια, δεν είναι μόνο αυτό. Υιοθετεί μεν τον τίτλο του και, φυσικά, περιλαμβάνει τον φερώνυμο δίσκο αναφοράς, που ηχογραφήθηκε στο Warehouse του Leeds στις 27/1/1981, αλλά και το He Who Dares Wins, το οποίο ηχογραφήθηκε στις 12/9/1981 στο Tempodron του Δυτικού Βερολίνου. Οι δύο αυτές remastered ηχογραφήσεις, που είχαν αρκετά χρόνια να κυκλοφορήσουν σε ψηφιακή μορφή, συνοδεύονται από άλλες δύο κατά πολύ μεταγενέστερες, που έγιναν επίσης κάτω από τον ίδιο τίτλο αφού η μπάντα επανενώθηκε. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχει το τρίτο He Who Dares Wins, που ηχογραφήθηκε στο Academy του Manchester στις 26/4/2007 και το τέταρτο, που ηχογραφήθηκε στο (αγαπημένο μου) Fleece του Bristol στις 9/5/2012. Κι αν προς στιγμή νομίσατε ότι τελειώσαμε, μάθετε ότι υπάρχει και ένα πέμπτο ακυκλοφόρητο ως τώρα, που ανάγεται στον παλιό (καλύτερο) καιρό, από τη συναυλία που έγινε στο Ancienne των Βρυξελών στις 24/5/1982.
Αν αναρωτιέστε σχετικά με το ποια τραγούδια περιλαμβάνονται σε κάθε δίσκο, λάβετε υπόψη ότι αυτά, εκτός του ότι δεν είναι εκτελεσμένα με τον ίδιο τρόπο, δεν είναι και ακριβώς τα ίδια. Καλό θα είναι να ξέρετε αυτό που γνωρίζουν οι περισσότεροι: ότι οι ζωντανές εμφανίσεις τους είναι γεμάτες ενέργεια και πάθος, ενώ ταυτόχρονα αναδύουν, ιδιαίτερα στις παλιότερες ημερομηνίες, μια πολύ ελκυστική «ακατέργαστη» αίσθηση της ανεξάρτητης μουσικής της δεκαετίας του ’80. Τώρα, αν μπω στη διαδικασία να ξεχωρίσω κάποια τραγούδια, σίγουρα θα έχω αδικήσει όλα τα άλλα. Απλά, επιτρέψτε μου να συγκρίνω τις εκτελέσεις τους και να πω ότι το Original Sin μου αρέσει το ίδιο και στις τέσσερις εκτελέσεις που ακούμε εδώ (ομολογώ πως θα μου άρεσε ακόμα και στο mute), το Do You Believe in the Westworld είναι εξαιρετικό και στις τρεις, το The Wake είναι καλύτερο στον πρώτο δίσκο, επειδή μου θυμίζει πιο πολύ τους Eyeless in Gaza, το Judgement Hymn, αν και πιο «κατεργασμένο» ακούγεται καλύτερα στο δεύτερο δίσκο, το Love is a Ghost πηγαίνετε να το ακούσετε απευθείας από τον τρίτο, ενώ το Conquistador στον τέταρτο μοιάζει καλύτερο στα σημεία από ό,τι το 1981.
Κι όσοι από εσάς είναι, εκτός από ακουστικοί, οπτικοί τύποι, μπορούν να διαβάσουν στο καθιερωμένο βιβλιαράκι σχετικές σημειώσεις του συντάκτη του Mojo, Pat Gilbert, να βρουν αποσπάσματα από συνεντεύξεις μελών της μπάντας, αλλά και να δουν χαρακτηριστικές φωτογραφίες.
7,5/10