Τετάρτη, 13 Ιανουαρίου 2016 13:24

His Gift Of Sound And Vision

Written by 

Θα ήθελα να ξεκινήσω αυτό το κείμενο λέγοντας ότι είναι γραμμένο κάτω από συνθήκες μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης. Όχι επειδή είναι γραμμένο μόλις μια ημέρα μετά την απόλυτα σοκαριστική ανακοίνωση του θανάτου του David Bowie, αλλά κυρίως επειδή είναι ένα κείμενο για την απώλεια ενός καλλιτέχνη που κυριολεκτικά με έχει σημαδέψει και  το έργο του έχει ντύσει ηχητικά, αμέτρητες φορές, τα όνειρα και τους εφιάλτες και της δικής μου μικρής ιστορίας σε αυτόν τον κόσμο. Συνεπώς, η ίδια φόρτιση θα υπήρχε και αν το  κείμενο αυτό γραφόταν ένα χρόνο αργότερα.

Το 1983 ήμουν 10 χρονών και δεν ήξερα τίποτα για την μουσική. Είχα την ατυχία να μεγαλώνω στην Ελλάδα σε ένα περιβάλλον που αυστηρά αγνοούσε οτιδήποτε «ξενόφερτο» και οι ευκαιρίες να εκτεθείς σε διαφορετικά ακούσματα ήταν ελάχιστες. Συγκεκριμένα για ένα παιδί 10 χρονών η εξής μια:  το «Μουσικόραμα» του Γιώργου Γκούτη στην ΕΡΤ.

Εκεί λοιπόν άκουσα για πρώτη φορά (και είναι και το πρώτο Αγγλόφωνο τραγούδι που μπορώ συνειδητά να ανακαλέσω στην μνήμη μου) το Modern Love του David Bowie. To video του κομματιού ήταν από την Serious Moonlight Tour της ίδιας χρονιάς στα πλαίσια του promotion του θρυλικού πλέον άλμπουμ Let's Dance. Αυτή ήταν η επίσημη είσοδος μου σε μια μαγεία ήχων και εικόνων που δεν θα σβήσει και δεν θα ξεθωριάσει ποτέ, ακόμα και αν ο μάγος της δεν είναι πια εδώ δυστυχώς.

O Βowie δεν έκανε τέχνη. Ήταν τέχνη. Κάνουν λάθος όσοι πιστεύουν ότι «προσέγγιζε» την τέχνη ολιστικά. Η τέχνη του φυσικά και ήταν ολιστική αλλά μόνο γιατί ήταν ο ίδιος πολλά πράγματα που έβρισκαν διέξοδο μέσα από τους ήχους και τις εικόνες που απλόχερα μας  χάρισε επί τόσες δεκαετίες. Το ανεκτίμητο δώρο του ήταν να μας κάνει μύστες και συνοδοιπόρους της δικής του πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που είναι πολύ περισσότερο διασκεδαστική και ουσιαστική για το welfare της ψυχής, από την δική μας, που συνήθως παραπαίει μέσα σε συμβιβασμούς, καταναγκασμούς και την απόλυτα ψυχοφθόρα πλήξη της καθημερινότητας και των αναγκών της, που ο ίδιος είχε την φυσική άνεση να καταλύει συντριπτικά.

Αρκούσε η εμφάνιση του στο Top Of The Pops του 1972 με το Starman, για να αρχίσει η Βρετανική νεολαία των γκρίζων συντηρητικών αρχών των 70ς  να ονειρεύεται και τελικά να ζει μια άλλη ζωή που την εξέφραζε πολύ περισσότερο από αυτή που της είχαν ήδη ετοιμάσει. Αρκούσε να αποκηρύξει τον Rock ‘n’ Roll θρόνο του Ziggy Stardust και να ηχογραφήσει μαζί με τον Brian Eno τo αριστουργηματικό Low σε μια εποχή που τα synthesizers θεωρούνταν απλώς μια εφήμερη ιδιοτροπία, για να ξεκινήσει η ηλεκτρονική εποχή της μουσικής. Πόσοι θα τολμούσαν κάτι τέτοιο; Το Low μαζί με το Man Machine των Kraftwerk είναι η αφορμή και η αιτία της άνθισης της ηλεκτρονικής μουσικής που έλαβε χώρα στην πορεία. Αρκούσε στα 80s να αγκαλιάσει με το Let’s Dance τον νέο ήχο της νέας δεκαετίας χωρίς κανένα κομπλεξισμό και χωρίς να εγκλωβίζεται σε μια ασφαλή εικόνα ενός καταξιωμένου '70s rock star (ο όποιος εγκλωβισμός ήταν πάντα ό,τι αντιμαχόταν με όλη του την δύναμη), για να της δώσει ακόμα μεγαλύτερη λάμψη. Έτσι κι αλλιώς τα '80s όπως πλέον τα έχει καταγράψει η ιστορία δεν θα μπορούσαν ποτέ να έχουν υπάρξει εάν δεν είχε προϋπάρξει ο μεγαλοφυής Bowie. Δεν υπάρχει ούτε ένας καλλιτέχνης που ανδρώθηκε και μεγαλούργησε στα 80s και που να μην έχει δηλώσει ξεκάθαρα και επανειλημμένα το ότι οφείλει την ύπαρξη του (ολοκληρωτικά ή μερικώς) στον Bowie. Ακόμα και στα 90s στα οποία συχνά η δουλειά του τελείως λανθασμένα παραβλέπεται ως όχι και τόσο σημαντική, έκανε εκπληκτικές πειραματικές δουλειές πολλές φορές με «δυσκολοχώνευτους» και απρόβλεπτους ηλεκτρονικούς ήχους και μας έδωσε, αν μη τι, άλλο τροφή για σκέψη σχετικά με το πόσο μπορείς να μεταλλάξεις τις κλασσικές φόρμες σύνθεσης και arrangement σε ένα τραγούδι. Το I’m Deranged προσωπικά το θεωρώ ένα από τα καλύτερα τραγούδια που γραφτήκαν ποτέ από άνθρωπο (ή εξωγήινο). Στα zeros επίσης μας έδωσε έναν κατά την γνώμη μου από τους καλύτερους δίσκους της δεκαετίας το Heathen. Και φυσικά αν κάποιος είναι αρκετά βλάκας ώστε να μην εντυπωσιάζεται από όλα αυτά (που έτσι κι αλλιώς είναι απλώς και μόνο μια επιγραμματική αναφορά σε μερικούς σταθμούς της τεράστιας καριέρας του) υπάρχει πάντα το The Rise and Fall of Ziggy Stardust and the Spiders from Mars, ένα - καθολικά αποδεκτό- από τα καλύτερα και επιδραστικότερα άλμπουμ όλων των εποχών.

Ανατριχιαστικότερο όλων όμως θεωρώ το καινούργιο του εξαιρετικό άλμπουμ Blackstar το οποίο ηχογράφησε γνωρίζοντας ότι πεθαίνει. To κύκνειο άσμα του, το ρέκβιεμ για τον θάνατο του. Το τελικό του δώρο σε όλους εμάς. Για να μας διδάξει για μια ακόμα φορά ότι όλα είναι Τέχνη. Ακόμα και ο θάνατος. Και ότι  μόνο μέσα από την τέχνη μπορούμε να ζήσουμε πραγματικά για να πεθάνουμε κάποτε τελικά. Γιατί αν δεν έχεις ζήσει πως είναι δυνατόν και να πεθάνεις; Και αν για να ζήσεις πρέπει να γίνεις Τέχνη, τότε θα πεθάνεις και σαν Τέχνη.

Η Τέχνη όμως δεν είναι κάτι το απρόσωπο, κλεισμένο σε ένα σκοτεινό δωμάτιο που περιμένει τον όποιο τυχάρπαστο να την ανακαλύψει και αναλόγως της γενναιοδωρίας του να την προσφέρει στην ανθρωπότητα. Αν και πολύ μελάνι έχει χυθεί προς υπεράσπιση της αντίθετης άποψης, για μένα ο καλλιτέχνης δεν είναι μια ξεχωριστή οντότητα από την Τέχνη του. Είναι ένα και το αυτό. Γι’ αυτό και όταν ένας καλλιτέχνης πεθαίνει, πεθαίνει και η Τέχνη του μαζί του. Σίγουρα η κληρονομιά του παραμένει και εμπνέει και διδάσκει. Αλλά η Τέχνη πεθαίνει. Και όσο πιο μεγάλος ο καλλιτέχνης τόσο μεγαλύτερο το κομμάτι της Τέχνης που ξεθωριάζει μαζί του. Και έτσι χθες όλα βουβάθηκαν και τα μάτια γης και ουρανού γέμισαν δάκρυα όταν μάθαμε ότι ο David Bowie δεν είναι πια εδώ μαζί μας. Τόσο τεράστια προσωπικότητα ήταν και ποτέ δεν θα υπάρξει κάποιος όμοιος του. Και αν κάποιος νομίζει ότι γίνομαι μελοδραματικός ή υπερβολικός, ειλικρινά Ι don’t give a fuck.

Τελειώνοντας θα ήθελα να πω τούτο μόνο. Δυστυχώς έχουν φύγει πολλοί σημαντικοί καλλιτέχνες τα τελευταία χρόνια και για όλους ένιωσα θλίψη. Χθες όμως ήταν αλλιώς. Πάγωσα και χάθηκε η γη κάτω απ’τα πόδια μου. Για ώρα παρακάλαγα να είναι απλά ένα καλοστημένο αστείο. Δυστυχώς όμως δεν ήταν και ακόμα δυσκολεύομαι να το διαχειριστώ ως γεγονός. Και για όσους απορήσουν γιατί θρηνώ τόσο βαριά για κάποιον που δεν ήταν ποτέ μέρος της ζωής μου ως φυσική παρουσία (όπως ένας συγγενής ή ένας φίλος) το μόνο που έχω να τους πω είναι ότι όποιος  τρέφει  τα όνειρα μας, αυτά στα οποία  πάντα κρυβόμαστε για να μάθουμε ποιοι είμαστε, είναι πολύ πιο σημαντικός από πολλούς από αυτούς ζουν και περπατούν στην πραγματικότητα μας και ενίοτε αποφασίζουν πόσο άνυδρη και άχρωμη θα είναι αυτή.

Don't you wonder sometimes
'Bout sound and vision

Blue, blue, electric blue
That's the color of my room
Where I will live
Blue, blue

Pale blinds drawn all day
Nothing to do, nothing to say
Blue, blue

I will sit right down, 
Waiting for the gift of sound and vision
And I will sing, waiting for the gift of sound and vision
Drifting into my solitude,
over my head

Κωνσταντίνος Δορλής

Κωνσταντίνος Δορλής

 

Ο Κωνσταντίνος Δορλής έχει γεννηθεί στην Ελλάδα το 1973, αλλά συνήθως συστήνεται ως γέννημα θρέμμα της Γηραιάς Αλβιόνας  χωρίς κανείς να γνωρίζει τον λόγο αυτής της φαιδρής συμπεριφοράς του. Ο ίδιος όταν ερωτάται σχετικά, απαντά ασυνάρτητα απαγγέλλοντας στίχους του Percy Shelley. Δηλώνει μουσικός και στα hobbies του συγκαταλέγονται ο εκλεκτικός μισανθρωπισμός και η μακροχρόνια ανικανότητα ανεύρεσης μιας στοιχειωδώς γελοίας και ανούσιας μισθωτής εργασίας, σε μια προσπάθεια εναρμόνισής του με το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα