Δεν χρειάζεται να σας πούμε εμείς πως πάντα σε δύσκολες περιστάσεις η μουσική αποτελεί καλή συντροφιά, το γνωρίζετε ήδη. Από την πλευρά μας σας προτείνουμε για ακρόαση τρεις εγχώριους δίσκους, σε διαφορετικό ύφος, που καλύπτουν ένα ευρύ ηχητικό φάσμα, από το garage και το post punk μέχρι τα blues.
Μινέρβα – Konserva (Sound Effect, 2020)
Το ντεμπούτο των Μινέρβα κυκλοφόρησε τους πρώτους μήνες του 2020 και εικάζουμε ότι θα ακουστεί αρκετά μέσα στη χρονιά. Το εκ Κορίνθου ορμώμενο γκρουπ ανήκει σε μια ομάδα (ολιγάριθμη, είναι η αλήθεια) συγκρoτημάτων που προτιμούν να εκφράζονται τόσο στα Αγγλικά, όσο και στη μητρική τους γλώσσα, με πιο επιτυχημένο παράδειγμα φυσικά τους Bazooka. Αυτή η επιλογή δείχνει τουλάχιστον μια ευελιξία και συνεπακόλουθα ελευθερία ως προς την σύνθεση των κομματιών τα οποία τα ίδια “επιβάλλουν” τη γλώσσα των στίχων. Στην πρώτη ολοκληρωμένη ηχογράφηση τους οι Μινέρβα επιλέγουν την ισορροπία, καθώς σε 6 κομμάτια ακούμε Αγγλικά και σε 4 Ελληνικά. Από την πρώτη υποομάδα ξεχωρίζουν το ξέφρενο garage Eye on You και το ρυθμικό Turn Me On και από τη δεύτερη το “Δράμα” -σαφώς η κορυφαία σύνθεση του δίσκου- και το τσαμπουκαλεμένο “Με Νεύρα”, ενώ το “Καλά Μυαλά”, είναι δύσκολο να μη σου φέρει στο νου τους Bazooka. Εδώ οφείλω να σημειώσω πως άκουσα το Konserva μόλις κυκλοφόρησε αλλά επέστρεψα σε αυτό λίγο καιρό μετά όταν παρακολούθησα live το σχήμα ως support στους John, καθώς η ζωντανή απόδοση του υλικού ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. Η αλήθεια είναι πως ο συγκεκριμένος ήχος που αναβιώνει το γκαράζ των παλαιότερων δεκαετιών έχει ακουστεί και “φορεθεί” πολύ τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, οπότε επιβάλλεται η κριτική προσέγγιση, ωστόσο οι Μινέρβα μέσω της πρώτης τους δουλειάς δείχνουν πως αξίζουν και δεν ακολουθούν απλώς το συρμό.
Toxic Rabbits – City of Dead Lights (Sound Effect, 2019)
Ένα ενδιαφέρον ντεμπούτο που ήρθε στα χέρια μας μέσα στο 2019, αλλά δεν προλάβαμε να γράψουμε για αυτό, είναι το City of Dead Lights των Toxic Rabbits. Το αθηναϊκό κουαρτέτο ξεκίνησε την πορεία του το 2016 και αφού έκανε την απαραίτητη διαδρομή που περιελάμβανε εμφανίσεις σε μικρά κλαμπ και φεστιβάλ, κατέθεσε πέρσι το πρώτο του πόνημα. Η μουσική των Toxic Rabbits μπαίνει κάτω από την ομπρέλα του alternative rock καθώς είναι εμφανές πως οι αναφορές τους πηγάζουν κυρίως από το post punk. Οι συνθέσεις του δίσκου είναι κατά βάση ρυθμικές, με χαρακτηριστικά στιβαρό μπάσο και ωραίο ήχο στις κιθάρες (τα Prisons, Underpass, Nuns Driving Rally, Mr Judge και Letters, αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα), ωστόσο δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ένα υπόγειο αίσθημα μελαγχολίας που το χαρακτηρίζει σε αρκετά σημεία (The Well, Sleepwalkers) με αποκορύφωμα το σπαρακτικό Goodbye Syria, το οποίο κλείνει το άλμπουμ. Στο τελευταίο πρέπει να σταθούμε λίγο παραπάνω καθώς πέρα από το φλέγον θέμα με το οποίο καταπιάνεται, φανερώνει μια γενικότερη φιλοσοφία του γκρουπ μιας και οι στίχοι του έχουν σαφή κοινωνικοπολιτική χροιά σε όλα σχεδόν τα κομμάτια, ξεφεύγοντας λίγο από τη συνήθη θεματολογία που συναντάμε στις δουλειές των περισσότερων νέων σχημάτων. Οι Toxic Rabbits, κρίνοντας βάσει του City of Dead Lights, διαθέτουν ποιότητες που δεν περνάνε απαρατήρητες, το ζητούμενο είναι πως θα τις χρησιμοποιήσουν και θα τις αναδείξουν στα επόμενα βήματα τους. Οι συνθέσεις του ντεμπούτου τους μπορεί να μην στέκονται όλες στο ίδιο επίπεδο αλλά συνηγορούν πως έχουμε να κάνουμε με μια μπάντα με ικανότητες και προοπτικές.
Mickey Pantelous / Dr. Albert Flipout's One Can Band – Undercover (Woogie Boogie, 2019)
Ο Mickey Pantelous είναι γνωστός εδώ και αρκετά για τους μερακλίδικους δίσκους που φτιάχνει έχοντας πάντοτε ως βάση τη βαθιά αγάπη και γνώση για τα blues. Πριν λίγους μήνες κυκλοφόρησε η τέταρτη δουλειά του υπό το όνομα Dr. Albert Flipout's One Can Band, το συγκρότημα δηλαδή του οποίου αποτελεί το μοναδικό μέλος (έχοντας ωστόσο τη συνδρομή του τενεκεδένιου Dr Albert Flipout και της μυστηριώδους Jess). Το Undercover θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως υβριδικό άλμπουμ καθώς περιέχει τόσο διασκευές όσο και συνθέσεις του ίδιου του Pantelous. Ως προς τις επιλογές των κομματιών προς διασκευή μπορούμε να πούμε πως κάποιες θα σας εκπλήξουν. Οι Depeche Mode και οι Guns n' Roses σίγουρα δεν αποτελούν προφανείς επιλογές, όχι γιατί τα κομμάτια τους δεν διασκευάζονται συχνά – κάθε άλλο- αλλά γιατί αισθητικά δεν μοιάζουν κοντά στα ακούσματα του Pantelous. Ωστόσο εδώ το Personal Jesus τυγχάνει μιας μπλουζίστικης εκτέλεσης και το Sweet Child O' Mine αποδίδεται σε σαφώς αργότερο τέμπο σε σχέση με το πρωτότυπο. Υπάρχουν βέβαια και συνθέσεις που μοιάζουν να βρίσκονται πλησιέστερα στο μουσικό του ύφος όπως το παραδοσιακό Catfish Blues (που τόσοι και τόσοι το έχουν τιμήσει) αλλά και το I'm Long Long Gone του Frankie Lee Sims. Εντελώς απρόσμενη, από την άλλη, η επιλογή του να καταπιαστεί με ένα κομμάτι των εγχώριων prog metallers Need και συγκεκριμένα το Nickels and Dimes (το οποίο είναι αφιερωμένο στον Dimebag Darell των Pantera), στο οποίο διατήρησε τους στίχους αλλά έγραψε καινούρια μουσική η οποία μοιάζει πιο κοντά στο στυλ του Tom Waits. Ο τελευταίος δεν θα μπορούσε να λείπει από την παρούσα ηχογράφηση, έτσι το δικό του Tango Till They're Sore διασκευασμένο αναλόγως κλείνει το δίσκο. Όσο για τις συνθέσεις που ανήκουν στον Pantelous, το Last Night είχε ηχογραφηθεί παλιότερα με άλλο σχήμα του και εδώ δουλεύεται ξανά, ενώ το Your Friends θεματικά εμπνέεται από το γνωστό παραδοσιακό “Τα παιδιά της γειτονιά σου με πειράζουνε”. Συνολικά μιλάμε για μια προσπάθεια με πολύ μεράκι -και γιατί όχι και τρέλα- που θα εκτιμήσουν όσοι έχουν ήδη έρθει σε επαφή με τον πρότερο μουσικό βίο του Pantelous.