Δευτέρα, 03 Φεβρουαρίου 2025 22:00

Live Review: Actors / Sacred Skin @ Gazarte Ground Stage, 1/2/2025

Written by 

Όσον αφορά τους ACTORS, έχοντας το δεδομένο της εμφάνισής τους στο Death Disco Open Air Fest 2023, γνωρίζαμε καλά με ποιους είχαμε να κάνουμε από συναυλιακής πλευράς, οπότε δεν υπήρξε κανένας αιφνιδιασμός. Η έκπληξη όμως ήρθε από τους Sacred Skin, που γνωρίζαμε μόνο από κάποια live βίντεο μέσω του ίντερνετ. Για όσους ζήσαμε σε πραγματικό χρόνο τη μουσική στα ‘80s, το συγκεκριμένο βράδυ αναμφίβολα ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες μας, όντας νοσταλγικό και ταυτόχρονα τρυφερό. Μας έφερε πίσω στην εποχή που κάποια μουσικά «είδη» γεννιούνταν ή επαναπροσδιορίζονταν, χωρίς όμως να υπόκεινται στην οριοθέτηση και προκατάληψη που τα χαρακτηρίζει στις μέρες μας. Τότε που δεν υπήρχε πρόβλημα αν τα τραγούδια σου μεταπηδούσαν από το post-punk στο δίδυμο αδελφάκι new-wave ή τη synth-pop. Σε αυτήν ακριβώς την εποχή γυρίσαμε, με δύο συγκροτήματα που αγαπούν αυτή τη συνύπαρξη και προσπαθούν αρκετά επιτυχημένα να την επανεντάξουν στο παρόν μας.

 

Αυτό που θα ήθελα να επισημάνω αρχικά, είναι η καταφανής, όχι μόνο από τα λεγόμενα των frontmen, αλλά και από τα πρόσωπα των μελών των δύο συγκροτημάτων χαρά που έπαιζαν ζωντανά μπροστά μας. Κάτι τέτοιο μπορεί να διαπιστώσει κάποιος σχεδόν αποκλειστικά σε μπάντες που δεν έχουν γνωρίσει ευρύτερη αποδοχή και δεν αποτελούν πρώτη προτεραιότητα των διοργανωτών συναυλιών, λόγω του αυτονόητου ρίσκου. Συνεπώς, όταν έχεις μπροστά σου μια ανάλογη ευκαιρία στην οποία μετέχουν ενδιαφέροντα γκρουπ την αρπάζεις, γνωρίζοντας καλά ότι το λιγότερο που θα παρακολουθήσεις είναι μια όσο πιο «τίμια» των δυνατοτήτων τους παράσταση. 

Πρώτο στη βραδιά είχε προγραμματιστεί το ντουέτο των Sacred Skin από το Los Angeles της California, που σχηματίστηκε το 2019 και αποτελείται από δύο Brian! Τον Brian DaMert (κιθάρα, φωνητικά) και τον Brian Tarney (κιθάρα, synths, φωνητικά), που είχαν μαζί τους για τις ανάγκες του live την ηθοποιό και σκηνοθέτιδα Vanessa Rae Robinson (μπάσο, synths) και τον Delano Duran Hillard (ντραμς).

 

Η μπάντα μας μετέφερε από τις πρώτες κιόλας νότες που έπαιξε στη δεκαετία του ’80, με τραγούδια που εκτείνονταν σε ένα ευρύ φάσμα της, που περιλάμβανε pop, synth-wave, new-wave, post-punk και rock στιγμές. Βγήκε στη σκηνή στις 21.54’ δείχνοντας αμέσως τις διαθέσεις της και διακτινίζοντας το κέφι της στο κοινό, αν και ξεκίνησε πιο ροκάδικα από ό,τι περίμεναν πολλοί. Τα φωνητικά του DaMert μου φάνηκαν ακόμα καλύτερα από ό,τι στις στούντιο ηχογραφήσεις, κάτι που ανέφερα και στον ίδιο μετά το τέλος του set τους.

Έπαιξαν δύο συνθέσεις που μας θύμισαν τις μέρες που μεσουρανούσαν οι Duran Duran, με καλύτερη κατά τη γνώμη μου το Call It Off που αρχίζει με τον τηλεφωνικό ήχο κλήσης και έδωσε την ευκαιρία στην Robinson να ποζάρει λάγνα στο ρυθμό του. Να το γράψω αλλιώς με δυο λόγια: πιο ‘80s πεθαίνεις! Η electro pop του πολύ καλού Too Hard to Find έκανε τους περισσότερους να λικνίζονται, όπως και η «σκανδιναβική pop» του Show You Love, μετά το τέλος της οποίας ο Brian μας είπε ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που έρχεται στην Ευρώπη και ότι είναι πολύ ενθουσιασμένος που βρίσκεται στην Αθήνα.

Όπως ήταν αναμενόμενο, από τις καλύτερες στιγμές της βραδιάς ήταν το εξαιρετικό Waiting, ενώ το καλοπαιγμένο Static Blue χειροκροτήθηκε θερμά. Η πολύ ευχάριστη έκπληξη για μένα ήρθε από το Paranoid, που θα τολμούσα να πω ότι δεν έμοιαζε στην επηρεασμένη από το post-punk στούντιο εκτέλεσή του, αλλά μεταμορφώθηκε σε κάτι πιο όμορφο και πιο σκληρό, έτσι ώστε κάποιες στιγμές να μην ακούγεται καθόλου “post”, αλλά σκέτο “punky”. Κι αυτό προφανώς δεν άρεσε μόνο σε μένα, αλλά και στο κοινό, που χειροκρότησε πολύ έντονα. Ακόμα πιο πολύ όμως χειροκροτήθηκε το τελευταίο τραγούδι με τίτλο Eyes Closed, που επίσης ακούσαμε σε πιο ροκάδικη εκδοχή, με υπέροχο μπάσο και σόλο κιθάρας. Οι Sacred Skin κατέβηκαν από τη σκηνή στις 22.47’, για να δώσουν τη σειρά τους δεκατρία λεπτά αργότερα στους ACTORS.

 

Η γνωστή σε κάποιους από τις όχι και τόσο ευνοϊκές για την ευρύτερη post-punk ατμόσφαιρα καιρικές συνθήκες του καλοκαιριού του 2023 μπάντα από το Vancouver, βγήκε στη σκηνή και απέπνεε την αναμενόμενη για κάθε μπάντα του χώρου σοβαρότητα, παρά τις χιουμοριστικές παρεμβολές του ιδρυτή της, κιθαρίστα και τραγουδιστή Jason Corbett. Αυτός στεκόταν στη μέση φορώντας μπλουζάκι Joy Division και έχοντας πλάι του τις ομοιόμορφα ντυμένες στα μαύρα δερμάτινα Shannon Hemmett (keyboards, δεύτερα φωνητικά) και Kendall Wooding (μπάσο, δεύτερα φωνητικά), ενώ πίσω του βρισκόταν ο Adam Fink (ντραμς).

Πριν περάσουμε στα τραγούδια που έπαιξαν, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι, κατά την άποψή μου, η καρδιά της μπάντας ήταν η Kendall Wooding, της οποίας το μπάσο ακουγόταν… τρισδιάστατο. Από ό,τι φάνηκε στην πορεία, ανάλογη άποψη είχαν και αρκετοί άλλοι. Σε κάποια στιγμή, όταν ο Jason παρουσίασε τα μέλη του συγκροτήματος, ξεκίνησε από την Kendall, στο άκουσμα του ονόματος της οποίας το κοινό χειροκρότησε πολύ έντονα, ενώ όταν αυτός συνέχισε με τον Adam το χειροκρότημα ήταν χλιαρό, πράγμα που τον έκανε Jason να το επαναλάβει παροτρύνοντάς μας με χειρονομίες να χειροκροτήσουμε περισσότερο. Με δυο λόγια, τι κι αν η Shannon λόγω βιογραφικού κατέβαινε ως φαβορί της προτίμησης του κοινού; Η Kendall ήταν μια μπάντα από μόνη της. Τόσο απλά.

Με το «καλημέρα», που άκουγε στον τίτλο L'appel du Vide το κοινό ξεσηκώθηκε. Εδώ που τα λέμε, δεν ήθελε και πολύ με ό,τι είχε προηγηθεί. Το καλοκαιρινό Slaves έκανε το Dead Inside να θυμίσει ακόμα πιο πολύ τους Joy Division, αλλά και τους πολυαγαπημένους μου Great Northern, και ίσως γι’ αυτό χειροκροτήθηκε πολύ. Το In Real Life ήταν το πρώτο (από τα κάθε άλλο παρά λίγα) τραγούδι που ανέδειξε τη δύναμη που αποκτούσε το μπάσο στα χέρια της Kendall, ενώ το βουτηγμένο στην παραμόρφωση Object of Desire απέσπασε πολύ χειροκρότημα.

 

Δε χρειάζονται πολλά λόγια για το υπέροχο Love U More με τα τέλεια δεύτερα φωνητικά, που ξεσήκωσε τον κόσμο. Κάπου εδώ, στο μέσο περίπου του set τους, ακούστηκαν τα καλύτερα τραγούδια στη σειρά, με το αγαπημένο μου post-punk Like Suicide να εκτοξεύει τη διάθεση, μέσα από τον υπέροχο ρυθμό του, τα όμορφα φωνητικά του Jason και το μπάσο ξέρετε εσείς ποιας. Χαμός! Ακολούθησαν δύο επίσης πολύ όμορφα τραγούδια, το Only Lonely που μας έφερε στο νου τους Love and Rockets και είχε υπέροχο σόλο κιθάρας και το δυνατό Killing Time (Is Over).

Ύστερα ο Jason ευχαρίστησε το Λεωνίδα Σκιαδά, για τη δυνατότητα που τους έδωσε να ξαναπαίξουν στην πόλη μας και η μπάντα συνέχισε με τα Cold Eyes, Obsession και Strangers, όπου η rhythm section λειτούργησε άψογα. Η δυνατή pop του Crystal χειροκροτήθηκε θερμά, όπως και το Bury Me, με το We Don't Have to Dance να κερδίζει στα σημεία, παρασύροντας τους πάντες στο ρυθμό του. Το ρολόι έδειχνε 00.07’, όταν μας αποχαιρέτησαν, για να ξαναβγούν ένα λεπτό αργότερα για τα encore.

Πριν αρχίσουν, ο Jason μας είπε ότι θέλει να πει στη μαμά του ότι έπαιξαν περισσότερα τραγούδια στην Αθήνα, οπότε ξεκίνησαν με το δικό του αγαπημένο και πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε το 2012 PTL (Post Traumatic Love), το οποίο το κοινό δέχτηκε με ενθουσιασμό. Αυτό που ξεχώρισε από το How Deep is the Hole ήταν το ακόμα πιο υπερτονισμένο από τη στούντιο εκτέλεση μπάσο, με τη βραδιά να κλείνει στις 00.21’, όταν έσβηναν οι τελευταίες νότες του Face Meets Glass μέσα σε έντονες επιδοκιμασίες. 

Κείμενο / Φωτογραφίες: Τάκης Κρεμμυδιώτης

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα