Ήρθε η ώρα που σε αυτό το ταπεινό μουσικό περιοδικό θα μιλήσουμε για μόδα και στυλιστικές παρεμβάσεις - και μάλιστα από την σκοπιά του πλέον αναρμόδιου να γράψει σχετικώς. Ο καθείς, βεβαίως, έχει τη δική του άποψη για την αισθητική, άλλος σε μεγαλύτερο και άλλος σε μικρότερο βαθμό, η οποία μάλιστα αισθητική μπορεί να διαμορφωθεί ανάλογα με τις εικόνες και τις εμπειρίες του κάθε ατόμου. Στους Arcturus η αισθητική έχει παίξει τεράστιο βαθμό στο πώς αντιλαμβάνονται τη λογική και το σκεπτικό της μπάντας οι εκάστοτε ακόλουθοι, αλλά και οι τυχαίοι περαστικοί / επίδοξοι fans.
Ξεκινάμε από τις παλαιές εποχές, λίγο πριν η τριάδα που απαρτίζει τους death metallers Mortem αποφασίσει να αγγίξει διαφορετικά μουσικά πεδία. Το demo τους (Slow Death) κυκλοφορεί ήδη (και) μέσω tape trading στους ενδιαφερόμενους. Οι νεαροί, κοντα 20άρηδες, Marius Vold, Steinar Johnsen & Jan Axel Blomberg έχουν το no-image απλών metal fans - άλλωστε κατ’ ουσία αυτό είναι. Ο Jan βέβαια παίζει ήδη drums στους σαφώς πιο high-profile (για τα δεδομένα της Νορβηγίας εκείνης της εποχής, τουλάχιστον) Mayhem ως Hellhammer και έτσι αναγράφεται και στην κασέτα του Slow Death. Βρισκόμαστε χρονικά ακόμη στο 1989.
Η τριάδα διατηρεί ανεπισήμως τους Mortem και συνεχίζει να δημιουργεί υπό το όνομα των Arcturus, αλλάζοντας μουσικό προσανατολισμό. Περισσότερη ατμόσφαιρα (την οποία πλέον μπορείς να καλέσεις black metal), περισσότερα πλήκτρα, χαμηλότερες ταχύτητες και κάποια συμφωνικά στοιχεία κάνουν την εμφάνισή τους, προμηνύοντας το μέλλον της μπάντας. Το μοναδικό demo των Arcturus κυκλοφορεί το 1991 σε επτάιντσα διαφόρων χρωμάτων. Τα δύο κομμάτια του demo (My Angel, Morax) εντυπωσιάζουν. Ο Marius αποχωρεί από το σχήμα και οι δύο λοιποί εντοπίζουν έναν 18χρονο τύπο που θα αποδειχτεί στο μέλλον Η φωνή: τον Garm των Ulver. Οι τρεις τους, μαζί με τον Samoth των παντοδύναμων Emperor, ηχογραφούν 4 κομμάτια για το ΕΡ Constellation. Σαν κάτι να γίνεται τώρα… Το οπισθόφυλλο του ΕΡ αναφέρει μόνο τα ψευδώνυμα των συμμετεχόντων και ασπρόμαυρα πορτρέτα τους με στήσιμο που παραπέμπει ξεκάθαρα στο black metal που πλέον κυριαρχεί ως η νέα μουσική (και όχι μόνο…) στο νορβηγικό underground, όμως χωρίς βαμμένες με corpsepaint μούρες. Η εικαστική αισθητική άποψη των Arcturus δεν έχει διαμορφωθεί ακόμη.
Βρισκόμαστε πλέον στο 1996 και οι Arcturus, έχοντας περάσει σε κομβικές αλλαγές στη σύνθεσή τους, στρατολογώντας τον μπασίστα Skoll (που εκείνη την εποχή έπαιζε στους Ulver & Ved Buens Ende - κάτι ασήμαντες μπαντούλες, μην δίνετε σημασία...) και τον κιθαρίστα Carl August Tidemann, έχουν πλέον στα χέρια τους το πρώτο τους ολοκληρωμένο άλμπουμ. Το Aspera Hiems Symfonia κλείνει μέσα του την σκοτεινιά του black metal και τη μαγεία της συμφωνικής μουσικής σε έναν σπουδαίο συνδυασμό. Ακόμη πιο μαγευτικό είναι όμως το λογότυπο της μπάντας, που σχεδίασε ο (διάσημος πλέον στους μεταλλικούς κόλπους) Christophe Szpajdel και συνοδεύει για πρώτη φορά - και δυστυχώς, τελευταία, αν εξαιρέσουμε κάποιες μεταγενέστερες επανεκδόσεις του Constellation - δίσκο της μπάντας. O γράφων πιστεύει στην συμβολή του χαρακτηριστικού λογότυπου ενός οποιουδήποτε οργανισμού (στην περίπτωσή μας, ένα μουσικό συγκρότημα) στην εικόνα που θέλει να περνάει προς τα έξω. Στο δίσκο αυτό, το λογότυπο κερδίζει την παράσταση από το εξώφυλλο (ένα σέλας στον Νορβηγικό ουρανό ως υπόβαθρο για τη σιλουέτα των κλαδιών ενός δέντρου), συμπληρώνοντας τις υφές του και αποτυπώνοντας, ουσιαστικά, την ατμόσφαιρα ενός δίσκου γραφιστικά: Η τεχνοτροπία του προέρχεται ξεκάθαρα από το black metal, αλλά τα γράμματα είναι σαφώς πιο εκλεπτυσμένα, παραπέμποντας μάλιστα στο νεοκλασικισμό. Λογότυπο πραγματικό κόσμημα και ιδιαίτερα εκφραστικό.
Το image της μπάντας στις προωθητικές φωτογραφίσεις δεν αφήνει περιθώριο να υπάρξει σύγχυση με οποιοδήποτε άλλο σχήμα κυκλοφορεί εκείνη την περίοδο στο μαυρομεταλλικό φάσμα. Από τη μία, ως blackmetallers που σέβονται τους εαυτούς τους φωτογραφίζονται ομαδικώς με φόντο ένα δάσος, με σχεδόν επίσημη, αλλά απλή ενδυμασία χωρίς ιδιαίτερες στυλιστικές υπερβολές, σοβαρό έως αδιάφορο και οριακά απειλητικό ύφος.
Στο οπισθόφυλλο του δίσκου, πάλι, δεσπόζουν τα πορτραίτα των 4 μόνιμων μελών να (μας) ταξιδεύουν στο διάστημα ανάμεσα στα άστρα, ένα θέμα που θα αναπτυχθεί περισσότερο σε επόμενα άλμπουμ. Σοβαρότητα και μαύρο (pun intended) χιούμορ βαδίζουν χέρι χέρι. Οι στιγμές της πλήρους συνειδητοποίησης πόσο μακριά μπορεί να φτάσει αυτή η μπάντα πλησιάζουν.
Το La Masquerade Infernal βρίσκεται στις προθήκες των δισκοπωλείων το 1997, ένα μόλις χρόνο μετά το Aspera… O μεταλλικός κόσμος δεν ήξερε από πού του ήρθε. Η all-star μπάντα των Arcturus έχει περάσει σε δυσθεώρητα επίπεδα συνθετικής ικανότητας, αδιαφορώντας για οποιοδήποτε trend και βασικά δημιουργώντας το δικό τους. Avant-garde black metal το είπαν τότε (και το λέμε ενίοτε ακόμη και σήμερα, 20+ χρόνια μετά), αλλά κι αυτός ο όρος είναι τόσο γενικός που αδυνατεί να περιγράψει το νέο συνθετικό ύφος τους. Μετεξέλιξη με του παλιού, αλλά τόσο διαφορετικό με τα καθαρά (!) φωνητικά του Garm να εκπλήσσουν και να ξεχωρίζουν, το νεοκλασικό συμφωνικό ύφος να μπερδεύεται άμεσα με το black metal και μάλιστα με ολοκάθαρο ήχο. Διόλου απίθανο να επηρεάστηκε άμεσα ο Garm για το δίσκο των Ulver (Themes From William Blake’s Marriage Of Heaven And Hell) που ακολούθησε λίγο καιρό μετά… Στο οπτικό κομμάτι, η μπάντα παίζει με το concept της “κολασμένης μασκαράτας” και ντύνεται με μάσκες και πολύχρωμα εντυπωσιακά ρούχα που παραπέμπουν σε μεσαιωνικά πάρτυ “ευγενών”. Οι μεταμφιέσεις γίνονται από εδώ και πέρα εγγενές κομμάτι της προσωπικότητας των Arcturus. Α ναι, σε κάποια κομμάτια βοηθάει στα φωνητικά κάποιος κύριος Simen Hestnaes - συγκρατήστε το όνομα για το άμεσο μέλλον.
Fast forward στο 2002, καθώς τότε έχουμε την πρώτη συλλογή νέου υλικού σε δίσκο. Ως τότε, τα compilations (έστω και όχι αυτές που είχαμε συνηθίσει) και οι επανακυκλοφορίες παλαιότερου υλικού βοηθούν τους Arcturus να παγιώσουν και να επεκτείνουν το κοινό τους. Το The Sham Mirrors έχει πιο space ηχητική, θεματολογία και οπτική αποτύπωση. Στη φωνή ζωγραφίζει ο Trickster G - δεν είχαμε αλλαγή μέλους, απλώς είναι το προσωνύμιο που προτιμά εκείνη την περίοδο ο Garm (κατά κόσμον Kristoffer Rygg, για να μην ξεχνιόμαστε). Στο CD δεν υπάρχει αυτή τη φορά ούτε μία φωτογραφία κάποιου μέλους, ενώ η promotional φωτογράφιση που βγαίνει στα περιοδικά αποτελεί άμεση συνέχεια αυτής του Masquerade... , αλλά χωρίς - απαραίτητα, όπως βλεπετε στη 2η φωτογραφία - μάσκες και με τυπικά ειρωνικό ύφος που προτιμούν οι black metallers που αρέσκονται στο να ξεπερνούν τα στεγανά του ύφους (βλέπε π.χ. Ved Buens Ende)
Το αστρικό concept συνεχίζεται και στο επόμενο άλμπουμ, Sideshow Symphonies (2005), τόσο στο εξώφυλλο και το artwork του δίσκου, όσο και στo ενδυματολογικό κομμάτι. Το concept αυτή τη φορά απεικονίζει έξι steampunk αστροταξιδιώτες που μάλλον ζουν στην διαγαλαξιακή παρανομία. Πλέον τα φωνητικά στους Arcturus έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου ο Simen Hestnaes - ή ICS Vortex - και μαζί με άλλες αλλαγές στη σύνθεση της μπάντας συμβάλλει αποφασιστικά στην ελαφρά, αυτή τη φορά, κλίση του ύφους του δίσκου σε σχέση με το άμεσο παρελθόν. Εντωμεταξύ, οι Arcturus έχουν ήδη δώσει τα πρώτα τους live shows, συμπεριλαμβάνοντας και την Ελλάδα στους σταθμούς της περιοδείας τους, με τον Øyvind Hægeland των Spiral Architect στη φωνή και άθικτο το μεσαιωνικό ενδυματολογικό concept.
Το 2007 ανακοινώνεται η διάλυση της μπάντας, κατάσταση που δεν κράτησε πολύ, καθώς το 2011 επανήλθαν στη δράση για κάποια live, περνώντας ένα χρόνο μετά ξανά από την Ελλάδα. Ο ICS Vortex παραμένει πιο συνεπής ενδυματολογικά σχετικά με το concept του Sideshow Symphonies. Όπως πιθανώς παρατηρείτε, ο χρόνος δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου το στυλιστικό κομμάτι. Άλλωστε ως συναυλίες επαναδραστηριοποίησης, ίσως ένιωθαν πως όφειλαν στο κοινό τους μία υπενθύμιση...
Λίγα χρόνια μετά, το 2015, κυκλοφορεί το νέο άλμπουμ των Arcturus, με τον όχι τόσο πρωτότυπο τίτλο Arcturian. Το εξώφυλλο με τη μάσκα γελωτοποιού προμήνυε επιστροφή στο παρελθόν (βλέπε Masquerade…), κάτι που μουσικά ίσχυε εν μέρει, καθώς το γενικότερο ύφος των συνθέσεων έχει παγιωθεί εδώ και χρόνια. Μιλάμε πάντως για μια εξαιρετική επιστροφή που αντάμειψε την αναμονή και τις υψηλές προσδοκίες που έχουμε από συγκροτήματα τέτοιου επιπέδου. Οι προωθητικές φωτογραφίσεις παραμένουν εντελώς απόκοσμες στο steampunk ύφος του προηγούμενου και με μία κιτς αίσθηση του χιούμορ. Δηλαδή πώς αλλιώς θα σχολιάζατε την παρακάτω φωτογραφία;;
Όπως πιθανώς παρατηρείτε, ειδικά όσοι έχετε ακούσει τους δίσκους των Arcturus, η εικόνα πηγαίνει χέρι χέρι με την ηχητική κατεύθυνση της μπάντας. Είναι σαφές πως θεωρούν εξίσου σημαντικό το ενδυματολογικό κομμάτι, τουλάχιστον στις promotional φωτογραφίσεις, καθώς ενισχύεται η αντίληψη της ατμόσφαιρας της μουσικής τους. Βέβαια, όσο περνούν τα χρόνια και το μουσικό ύφος παγιώνεται, τόσο λιγότερες διαφοροποιήσεις συμβαίνουν στην εξωτερική εμφάνιση της μπάντας. Περιμένουμε, φυσικά, το live της Παρασκευής (στην Αθήνα - Σάββατο στη Θεσσαλονίκη) για να διαπιστώσουμε σε ποιο σημείο βρίσκεται αυτήν την στιγμή η αγαπημένη μπάντα.