Περιμένουμε με αγωνία μετά από πολλά χρόνια μία ακομη εμφάνιση των Katatonia στα μέρη μας (28/2 στο Gagarin 205). Πολλά έχουν αλλάξει από τότε στις ζωές μας, αλλά και στις τάξεις της μπάντας. Αυτό όμως που λογικά δεν θα αλλάξει, είναι η προσήλωση του setlist τους στην ύστερη, μετά-death εποχή τους. Αντί λοιπόν να σας παρουσιάσουμε μία ανασκόπηση στην σύγχρονη (εδώ και… 23 χρόνια) πορεία τους, θα ανατρέξουμε σε κάποιους Katatonia που υπάρχουν πια κυρίως ως ανάμνηση, αλλά καταγράφηκαν με χρυσές σελίδες στην ιστορία του Ευρωπαϊκού μεταλλικού ήχου. Κι ας μην ασχολούνται οι ίδιοι τόσο μαζί τους πια. Ή μήπως άραγε…;;
Jhva Elohim Meth (1992)
Μία ακουστική εισαγωγή εν είδει προλόγου για το Without God, που μετέπειτα συμπεριελήφθη στον πρώτο τους ολοκληρωμένο δίσκο, ανοίγει το πρώτο demo ενός ντουέτου νεαρών Σουηδών (Jonas Renske, Blackheim - μετέπειτα Anders Nystrom) οι οποίοι αυτοαποκαλούνταν Katatonia. Οι νεότεροι της παρέας ας μην έχουν καθόλου στο νου τους την μπάντα όπως την ξέρουν τα τελευταία 20+ χρόνια. Εδώ έχουμε death metal στην ατμοσφαιρική του εκδοχή, αγγίζοντας απαλά τις παρυφές του πρώιμου black metal, με βαρέες ποσότητες doom και απαίδευτα ακόμη growls. Δύσκολα βέβαια ένα συγκρότημα με όπου τα μέλη τους έχουν μέσο όρο ηλικίας τα 17 χρόνια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έμπειρο σε οποιαδήποτε έκφανση του ήχου του. Πολύ ενδιαφέρον άκουσμα στον σουηδικό ήχο της εποχής παρά το άγουρο των συνθέσεων. Το 2000 επανακυκλοφόρησε ευρύτερα με την προσθήκη στον τίτλο του ...The Revival.
Dance Of December Souls (1993)
Ούτε ένας χρόνος δεν πρόλαβε να περάσει από το demo και οι Katatonia βρέθηκαν στο στούντιο για να ηχογραφήσουν και να κυκλοφορήσουν το πρώτο τους full album. 6 μέρες τους πήρε ηχογράφηση, μην φανταστείτε... Σε αυτό το δίσκο, το δίδυμο απέκτησε μπασίστα και έμοιαζε πλέον περισσότερο με κανονική μπάντα. Η θρυλική No Fashion Records του Tomas Nyqvist ανέλαβε την κυκλοφορία του δίσκου, υπογράφοντας έτσι ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της νέας σουηδικής σκηνής. Πληροφοριακά, τον ίδιο μήνα η ίδια εταιρεία κυκλοφόρησε το The Somberlain των Dissection, επίσης ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ του σουηδικού death metal ήχου. Πολύ λίγο μετά, η No Fashion πέρασε σε άλλα χέρια μετά από μάλλον σκιώδεις διαδικασίες και πρακτικά φαλήρισε, αδυνατώντας να πληρώσει τους Katatonia για την επιτυχία τους, αλλά αυτό είναι θέμα ενός εντελώς διαφορετικού άρθρου, το ίδιο και η ιστορία του ιδρυτή της. Πίσω στα δικά μας, στο άλμπουμ ακούμε death metal χαμηλών ταχυτήτων ως φυσική εξέλιξη του ήχου του demo με ακόμη περισσότερα doom στοιχεία. Τρομακτικές διαφοροποιήσεις δεν υπάρχουν προφανώς σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, αλλά έτσι κι αλλιώς το ευρύτερο κοινό γνώρισε τους Katatonia μέσα από αυτό το άλμπουμ.
For Funerals To Come (1995)
Με την ίδια σύνθεση του ντεμπούτου οι Katatonia κυκλοφόρησαν ενάμιση χρόνο μετά ένα πιο καθαρόαιμα doom ΕΡ. Ήδη το όνομά τους είχε αρχίσει να γίνεται γνωστό στους σχετικούς κύκλους - θυμίζουμε ότι φυσικά το ίντερνετ ήταν πρακτικά άγνωστη λέξη για τους περισσότερους και η διάδοση της μουσικής ακόμη πολύ δυσκολότερη έως πρακτικά αδύνατη μέσω αυτού. Τέσσερα κομμάτια μέσα σε 18 λεπτά δεν αποτελούν ακριβώς τυπικό μέσο όρο διάρκειας κομματιών, αλλά για το doom ύφος που ακολουθούν δικαιολογούνται. Απεδείχθη πως το εν λόγω ΕΡ ήταν κάτι παραπάνω από μία ενδιάμεση κυκλοφορία. Η αποχώρηση του μπασίστα λίγο καιρό πριν την κυκλοφορία του έφερε τριγμούς στην μπάντα και ουσιαστικά την διέλυσε, ευτυχώς για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Οι νεόδμητοι October Tide του Renske “προσέφεραν” τον μπασίστα τους στους Katatonia και η πορεία της μπάντας συνεχίστηκε προς τη δόξα.
Brave Murder Day (1996)
Το προηγούμενο album ήταν και το τελευταίο στο οποίο ο Renske έκανε παραμορφωμένα φωνητικά, στα οποία λόγω προβλήματος υγείας δεν μπορούσε (και δεν έπρεπε) να ανταπεξέλθει. Όμως ακόμη ο ήχος της μπάντας δεν είχε μετακινηθεί σαφώς προς την "καθαρή" κατεύθυνση και οι Katatonia δεν ήταν ακόμη έτοιμοι για την επόμενη μεγάλη αλλαγή. Έτσι στη φωνή επιστρατεύτηκε ο κολλητός του Renske, ένας τυχαίος τύπος με το όνομα Mikael Akerfeldt των ανερχόμενων τότε Opeth. Ο Akerfeldt βάζει ψυχή και ξερνάει τους γεμάτους θλίψη και απόγνωση στίχους του Renske, πραγματοποιώντας παράλληλα μία από τις αρτιότερες δισκογραφημένες εμφανίσεις του. Και ενώ το ύφος της μουσικής παρουσιάζει γνώριμες αντιστοιχίες με το παρελθόν, το χρονικό διάστημα που πέρασε από το προηγούμενο ΕP και οι συσσωρευμένες εμπειρίες των μελών τους συνέτειναν σε ένα πιο στοχευμένο αποτέλεσμα, πιο ρυθμικό και με περισσότερη έμφαση στο τραγούδι παρά στο συνδυασμό κιθαριστικών riffs, τα οποία παρεμπιπτόντως είναι καλύτερα και πιο χαρακτηριστικά από ποτέ. Το μπαλαντοειδές Day με τα καθαρά φωνητικά του Renske αποτελεί το σημαντικότερο hint για τη μετέπειτα εξέλιξη της μπάντας. Μαγευτικός δίσκος που τοποθετείται δίκαια ανάμεσα στους καλύτερους τους ακόμη και σήμερα, απαραίτητη προσθήκη σε όλες τις λίστες με τα καλύτερα ατμοσφαιρικά death metal albums που κυκλοφόρησαν ποτέ.
Sounds Of Decay (1997)
Ένα χρόνο μετά την καθολική αναγνώριση του Brave Murder Day, οι Katatonia μπαίνουν στο στούντιο για να ηχογραφήσουν ένα EP με νέα κομμάτια ως άσκηση ύφους με πρότυπο το συγκεκριμένο δίσκο. Η σκηνή από την cult ταινία Begotten στο εξώφυλλο αποδίδει με ακρίβεια τα μαύρα συναισθήματα που βγαίνουν από το λαρύγγι του Akerfeldt, που προσωρινά μονιμοποιείται στη φωνή, και τους στίχους του Renske. Σε αντίθεση με όλα τα παραπάνω που γράψαμε, το ΕP θυμίζει περισσότερο τις παλαιότερες εποχές των Katatonia παρά τη νέα τους τότε μορφή. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο δίσκος ηχογραφήθηκε δύο φορές, καθώς η ποιότητα της αρχικής ηχογράφησης έπεσε θύμα των ακατάσχετων καταχρήσεων των μελών της μπάντας, ενώ στη δεύτερη ηχογράφηση για ανεπιβεβαίωτους προς το παρόν λόγους δεν προσεκλήθη ποτέ (!) ο μπασίστας τους Fred Norman. Αυτή ήταν και η ιστορικά τελευταία προσθήκη στη δισκογραφία της πρότερης εποχής των Katatonia. Στη συνέχεια θα πειραματιστούν με καθαρά φωνητικά και θα επαναπροσδιορίσουν τον εαυτό τους, κρατώντας τον βαθιά συναισθηματικό τους χαρακτήρα, με τα γνωστά αποτελέσματα.