Jacco Gardner – Somnium (Full Time Hobby, 2018)
Αρχικά λές ότι το Somnium (Όνειρο) θα είναι η φυσική συνέχεια του Hypnophobia (Υπνοφοβία). Κι όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, γιατί το τρίτο άλμπουμ του Ολλανδού εγκατεστημένου στη Λισαβόνα συνθέτη και πολυοργανίστα Jacco Gardner είναι concept, αλλά και αρκετά πιο ψυχεδελικό και προσηλωμένο στη rock, σε σχέση με το προηγούμενο που έτεινε προς την pop. Κυρίως όμως η διαφορά τους έγκειται στο σαφέστερο διαστημικό χαρακτήρα του καινούργιου, ο οποίος ερμηνεύει μουσικά το φερώνυμο κείμενο της γραμμένης στα λατινικά το 1608 νουβέλλας του αστρονόμου Johannes Kepler, που αποτελεί, σύμφωνα με τους Isaac Asimov και Carl Sagan το πρώτο έργο επιστημονικής φαντασίας.
Ο Gardner έφτιαξε δώδεκα ορχηστρικές κινηματογραφικές συνθέσεις σε ένα vintage ηλεκτρονικό νεο-ψυχεδελικό υπόβαθρο με σαφείς ambient αναφορές, με το οποίο καλεί, βάσει των σημειώσεων στο εσώφυλλο, να ξεκινήσουμε το ταξίδι προς τη γνώση του κόσμου. Έχτισε πάνω στη στέρεα κληρονομιά των Tangerine Dream και του Brian Eno, το οποίο υποστήριξε επιτυχημενα με πολυεπίπεδη παραγωγή. Στα Rising, Rain και Pale Blue Dot διακρίνονται εύκολα οι αναφορές στο Oxygene του Jean Michele-Jarre, ενώ στο Privolva δε μπορεί να μη θυμηθείς τον Mike Oldfield. Η χαρακτηριστική ατμόσφαιρα του σάουντρακ της ταινίας Midnight Express έρχεται στο νου τόσο με το Langragian Point, όσο και με το πολύ καλό Levania. Το Volva έχει επιρροές από τις απαρχές του progressive rock, ενώ το Eclipse εκπροσωπεί τις νεότερες τάσεις της ηλεκτρονικής μουσικής, όπως τις ερμήνευσαν στα ατμοσφαιρικά τους τργούδια οι Air.
Jessica Pratt – Quiet Signs (City Slang, 2019)
Το τρίτο στούντιο άλμπουμ της folk τραγουδίστριας από το Los Angeles μπορεί να σας ξεγελάσει. Φυσικά, είναι ό,τι λέει ο τίτλος του, αλλά όχι μόνο αυτό. Αποτελείται από εννέα ήπιων τόνων φαινομενικά απλά τραγούδια, που είναι «σύνθετα» μέσα στην απλότητά τους και προορισμένα για επανακροάσεις. Μετά το φερώνυμο ντεμπούτο του 2012 και το On Your Own Love Again του 2015, η Jessica επανέρχεται για να μας τραγουδήσει με την ιδιαίτερη -love it or hate it- φωνή της ιστορίες που εμπνεύστηκε από την κλασική ταινία του 1977 Opening Night του John Cassavetes.
Αλήθεια, τι θα μπορούσε να βγει από αυτό το φιλμ; Φανταστείτε σίγουρα κάτι περισσότερο από τη γνωστή fingerpicked κιθάρα της. Κάτι ακόμα πιο ατμοσφαιρικό, που παραπέμπει στον Tim Buckley και τον Neil Young, αλλά ταυτόχρονα και μυστικά αγαπά τη Βρετανική παραδοσιακή μουσική. Το Quiet Signs, κατά τα καθιερωμένα, είναι σχετικά σύντομο σε διάρκεια, αλλά πλούσιο σε συναισθήματα, εκμεταλλευόμενο την εμπειρία της Jessica από τις συναυλίες που «άνοιγε» για τον εξαιρετικό Kurt Vile. Η συμπαραγωγή της με τον Al Carlson, ο οποίος παίζει φλάουτο, όργανο και πιάνο, μένει πιστή στο μίνιμαλ ύφος που την έκανε γνωστή. Ο δίσκος ηχογραφήθηκε εξολοκλήρου για πρώτη φορά σε στούντιο και μάλιστα το Gary’s Electric στο Brooklyn, σε αντίθεση με τις προηγούμενες «σπιτικές» ηχογραφήσεις της. Χαρακτηριστικό τραγούδι είναι το Opening Night, που μοιάζει βγαλμένο από το σάουντρακ της ταινίας Betty Blue, όπως επίσης και το Poly Blue, που θυμίζει τους ανεπανάληπτους Everything But the Girl και τα jazzy 60s, όπως κάνουν και τα Here My Love και Crossing. Κι αν ψάχνετε για κάτι παλιό που ακούγεται σαν καινούργιο, τότε το Aeroplane με τις αναφορές του στους Mazzy Star θα σας αποζημιώσει.
Willard Grant Conspiracy – Untethered (Loose, 2018)
Ενώ πιστεύαμε πως η κολλεκτίβα των Willard Grant Conspiracy είχε πάψει να κυκλοφορεί δίσκους, ιδιαίτερα μετά το θάνατο του ιδρυτικού και μόνιμου μέλους της, τραγουδιστή και συνθέτη Robert Fisher, το Untethered έρχεται να μας διαψεύσει. Η χαρακτηριστική φωνή του Fisher, που κορυφωνόταν μέσα από κατά βάση ήπια Americana και alt country τραγούδια, κάνει για τελευταία φορά αισθητή την παρουσία της μέσω του κύκνειου άσματος Untethered. Οι δεκατέσσερις συνθέσεις του, που τελειοποιήθηκαν από τον παλιό του φίλο και συνεργάτη David Michael Curry, μπορεί να μην είναι προφητικές, αλλά σίγουρα ακούγονται εξομολογητικές και αποτυπώνουν ανάγλυφα την εικοσαετή πορεία της μπάντας.
Τα τελευταία αυτά τραγούδια του Fisher μοιάζουν με ύστατο αποχαιρετισμό, με μια ελεγεία μινιμαλιστικής alt-country, που φλέρταρε περισσότερο από ποτέ με το post-rock. Το δέκατο άλμπουμ των WGC τυπικά ολοκληρώθηκε πριν ο καρκίνος κυριαρχήσει πάνω στον Robert και αποτελεί τον καλύτερο δυνατό αντίο του δημιουργού του. Το πιο «αγριεμένο» τραγούδι είναι το εισαγωγικό Hideous Beast, που παραπέμπει στον πρώιμο Nick Cave, ενώ το επόμενο Do No Harm κρατά τον πήχη ψηλά με τις αναφορές του στους Triffids. Η κλασική και αναμενόμενη alt country εκπροσωπείται κυρίως από τα 26 Turns, Love You Apart και Trail's End. Η όλη όμως ατμοσφαιρικότητα του δίσκου και οι τάσεις του ήχου να μπαίνουν στα χωράφια του post-rock γίνονται κυριώς αντιληπτές στα All We Have Left, Saturday With Jane και Chasing Rabbits, που θυμίζουν τους πατέρες και αξεπέραστους Godspeed You! Black Emperor και τον ιθύνοντα νου τους, τον Efrim Menuck στις προσωπικές του δουλειές. Μαζί με αυτά θα βρείτε ευχάριστες αναφορές στους William the Conqueror με το Margaret On The Porch, αλλά και στους Penguin Café Orchestra με το Two Step.