Anemone – Beat My Distance (Luminelle, 2019)
Μια φορά κι έναν καιρό το συγκρότημα που λεγόταν Saint Etienne πέτυχε κάτι που φάνταζε αδύνατο: να παίζει dance pop και dream pop που γουστάρουν οι ροκάδες! Αυτό συνέβη όχι μόνο λόγω της ποιότητας της μουσικής τους, αλλά και της αισιοδοξίας που αυτή εξέπεμπε. Τηρουμένων των αναλογιών, κάτι τέτοιο θα μπορούσε κανείς να πει ότι θα επιθυμούσε και το κουιντέτο των Anemone από το Μόντρεαλ. Πράγματι, το ντεμπούτο τους με τίτλο Beat My Distance, που κυκλοφορεί στις 15 Φεβρουαρίου, κινείται σαφώς πάνω στο παραπάνω μουσικό πλαίσιο, παρεκκλίνοντας διακριτικά προς psych pop και 90s indie pop μονοπάτια. Τα τραγούδια είναι γραμμένα από την ψυχή του γκρουπ, την τραγουδίστρια και κιμπορντίστρια Chloe Soldevila, ενώ η παραγωγή τους έγινε από την ίδια και το ντράμερ Miles Dupire Gagnon.
Κοντά στο ευφορικό και ταυτόχρονα classy ύφος των Saint Etienne βρίσκονται τα φωτεινά On Your Own και Only You. Στοιχεία του ήχου των Saint Etienne αναμειγμένα με ανάλογα των Toy μπορείτε να βρείτε στο Vanilla (Here We Go Again) και στο Sunshine (Back to the Start), που διακρίνεται για το όμορφο κιθαριστικό του σόλο και τις psych pop αναφορές του. Τέτοιες γίνονται επίσης αντιληπτές στο Memory Lane και ιδίως στο instrumental ανακυκλωτικό Segue, που είναι ένα από τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου. Το Daffodils είναι ένα κλασικό παράδειγμα cool pop, ενώ το She's the One τιμά τους ένδοξους Heart Throbs με αιθέρια φωνητικά και γλυκές και καθαρόαιμες ανεξάρτητες 90s κιθάρες.
Richard Thompson – 13 Rivers (Proper Records, 2018)
Μετά από πενήντα χρόνια στη δισκογραφία, σίγουρα δεν υπάρχουν πολλά να πει κανείς για τον ιδρυτή των θρυλικών Fairport Convention, που εδραίωσε στη συνείδηση όλων ότι η Βρετανική folk μπορεί να συνυπάρξει αρμονικά με τη rock. Τα Δεκατρία Ποτάμια έρχονται μετά από δεκαοκτώ προσωπικούς δίσκους του κιθαρίστα, τραγουδιστή και τραγουδοποιού από το Notting Hill για να αποδείξουν όχι μόνο ότι ο Thompson είναι ακόμα δημιουργικός, αλλά και το ότι μπορεί να κυκλοφορεί καλούς δίσκους και χωρίς την πρώην γυναίκα του Linda. Όπως είναι αυτονόητο, και ο δίσκος αυτός διαπνέεται από το ακόμα παρόν ύφος των Fairport Convention και της ευρύτερης folk που δεν πήγασε από την πρόσμειξή της με τα blues, αλλά ήρθε κατευθείαν από τις ρίζες. Μόνο που (και) εδώ συναντάμε κάποιες αναπόφευκτες αποκκλίσεις από τα στάνταρντ, που κατά βάση οφείλονται στην τεράστια εμπειρία που έχει αποκτήσει, με την οποία μπορεί πλέον να ανανεώνει μονοπάτια που έχει ήδη περιδιαβεί.
Στα δεκατρία δικά του τραγούδια - ποτάμια, σύμφωνα με τον τίτλο, παίζουν μαζί του οι Bobby Eichorn (κιθάρα), Taras Prodaniuk (μπάσο) και Michael Jerome (ντραμς), ενώ η παραγωγή ανήκει, φυσικά, στον ίδιο τον Richard. Οι στίχοι μιλούν για τις χαρές και τις λύπες της ζωής, αλλά και το θάνατο. Κανονικά, δεν είναι σωστό να κάνουμε λόγο για επιρροές στο σημερινό ήχο του Thompson, παρά μόνο για συγγένειες. Έτσι, βλέπουμε τέτοιες με τους Bob Dylan και Mark Knopfler στα The Storm Won't Come και The Dogin You, όπως και με τον Tom Petty στα You Can't Reach Me και Bones of Gilead, με το τελευταίο να θυμίζει λιγάκι τον Moon Martin. Στο Her Love Was Meant for Me θα λέγαμε πως οι Bad Company go folk rock, ενώ τις εντυπώσεις κλέβει η up beat folk rock του The Rattle Within, στο οποίο ο Richard αναρωτιέται υπαρξιακά “Who’s going to save you from the rattle within?”
Cursive – Vitriola (Big Scary Monsters, 2018)
Μετά τα Domestica (2000) και The Ugly Organ (2003) ο Tim Kasher νιώθει ως κύριο αντίπαλο τον εαυτό του. Για την ακρίβεια, έχει ως στόχο να βγάλει ένα δίσκο στο ίδιο επίπεδο με εκείνους. Γι’ αυτό άφησε να περάσουν έξι χρόνια από την προηγούμενη κυκλοφορία της μπάντας του, των Cursive, και τώρα μας παρουσιάζει το Vitriola. Μάλιστα, για να εξασφαλίσει καλύτερα αποτελέσματα, συνεργάστηκε πάλι με το ντράμερ της αρχικής σύνθεσης Clint Schnase και τον άλλο παλιόφιλο στην παραγωγή Mike Mogis (Bright Eyes, M. Ward, Jenny Lewis), ο οποίος παίζει και τσέλο, όπως είχε κάνει και στο The Ugly Organ. Και κάτι ακόμα: στο όγδοο άλμπουμ του ο Kasher πολιτικοποιεί του στίχους του, τα βάζει με τον Trump και διαμαρτύρεται για κοινωνική δικαιοσύνη. Ξέρετε εσείς πως. Φωνάζοντας!
Όσο για τη μουσική, στο Vitriola δεν υπάρχουν... βιτριολικές αλλαγές, αλλά το δεδομένο indie rock. Αξιοσημείωτη είναι η αρχή του Free to Be or Not to Be You and Me, της οποίας το θορυβώδες ξάφνιασμα θα μπορούσε να ανήκει στους Pulp, αν αυτοί ήταν ροκάδες. Οι ίδιοι ανεβασμένοι τόνοι υπάρχουν κυρίως στο Ouroboros, όπως και στα Pick Up the Pieces, It’s Gonna Hurt και Remorse, που αποτελούν κλασικά της μπάντας indie rock δείγματα. Κάποια στοιχεία από τη φασαριόζικη πλευρά του ήχου των Linkin Park μπορείτε να βρείτε στα Under the Rainbow και Everending, ενώ ηπιότερες για τα δεδομένα τους στιγμές συναντάμε στο Ghost Writer, που θυμίζει τους Fountains of Wayne και το Life Savings, που παραπέμπει στους Kasabian. Κι όλα αυτά, είπαμε, με επαναστατικές τάσεις. Τι λέει ο Tim; "This civil war ain't civil anymore». Πώς να του δώσεις άδικο;