Πέμπτη, 14 Απριλίου 2016 08:06

Live review: Ought / The Cave Children @ An Club, 12/4/2016

Written by 

Η προχθεσινή συναυλία στο An Club ανήκει στην κατηγορία των συναυλιών που, δυστυχώς μεν, αναμενόμενα δε απευθύνονται σε σχετικά περιορισμένο κοινό. Οι Καναδοί Ought για τους οποίους σας έχουμε μιλήσει με ενθουσιασμό, είναι από τα πλέον ενδιαφέροντα εναλλακτικά σχήματα σήμερα (αν όχι το πλέον ενδιαφέρον), όμως καλώς ή κακώς παράγουν μουσική όμορφη, πρωτότυπη, συγχρόνως όμως απαιτητική, άρα που μοιραία δεν απευθύνεται σε μεγάλα ακροατήρια. Λίγη σημασία έχει φυσικά αυτό το τελευταίο. Με δεδομένη όμως και την θετικότατη αποδοχή των μέχρι σήμερα κυκλοφοριών τους, τόσο από το περιορισμένο κοινό στο οποίο απευθύνονται, όσο και από τους κριτικούς (δύο EPs και τα θαυμάσια LPs More Than Any Other Day του 2014 και Sun Coming Down του 2015) η προσμονή όσων – τυχερών όπως απεδείχθη – είχαμε αποφασίσει να παραβρεθούμε, «χτυπούσε κόκκινο».

Πριν όμως από τους Ought, το πρόγραμμα είχε τους δικούς μας Cave Children. Οι Cave Children, παρά το μάλλον παραπλανητικό όνομα δεν παίζουν garage ή οτιδήποτε σχετικό. Ο καλός πρόσφατος δίσκος τους Quasiland κινείται στο ευρύτερο φάσμα της ψυχεδελικής pop, αν και οι επιρροές του είναι ιδιαίτερα πλούσιες. Ακριβώς εν όψει της ποιότητας του ντεμπούτου τους, η παρουσία τους στο πρώτο μέρος αυτής της συναυλίας ήταν απολύτως καλοδεχούμενη, αν και από πλευράς μουσικού ύφους δεν ταιριάζουν ιδιαίτερα με τους Ought. Οι προσδοκίες δικαιώθηκαν σε μεγάλο βαθμό, διότι οι Cave Children ήταν πραγματικά δεμένοι σαν μπάντα, τεχνικά πολύ καλοί και με αρκετά καλό ήχο. Ξεκίνησαν το set τους με το βαρύ, prog αισθητικής riff του Pelorian εν είδει εισαγωγής,  για να περάσουν όμως αμέσως σε άλλα κομμάτια του άλμπουμ, με τα Pillow Fingers, Maybeland και Antigone να κλέβουν την παράσταση. Το τελείωμα του set μας επεφύλασσε ένα νέο κομμάτι με τίτλο Alpha Male και το Pelorian, ολόκληρο αυτή την φορά, ούτως ώστε το set να καταλήξει από όπου ακριβώς ξεκίνησε. Καλή η εμφάνισή τους, όπως προείπα, όμως οφείλω να κάνω μία παρατήρηση: η αίσθηση που το καλό αυτό συγκρότημα μου δημιούργησε είναι ότι αρχίζει λίγο-λίγο να εκφεύγει προς το progressive. Αυτή η αίσθηση ενισχύθηκε ιδίως από τα δύο κομμάτια που έκλεισαν το set. Και ναι μεν κάτι τέτοιο δεν συνιστά πρόβλημα καθαυτό (αφήνω στην άκρη την προσωπική μου αντιπάθεια στο είδος), όμως οφείλω να πω ότι η καλύτερη στιγμή της εμφάνισής τους ήταν το Antigone, αυτό το καλειδοσκοπικό pop κομψοτέχνημα που με ενθουσίασε στο live όσο και στον δίσκο. Απλούστατα, αυτό είναι το ύφος που νιώθω ότι τους ταιριάζει περισσότερο και επομένως, εκεί επικεντρωνόμενοι θεωρώ ότι θα κερδίσουν. Φυσικά πρόκειται περί μίας απόλυτα προσωπικής κρίσης, η οποία, επαναλαμβάνω δεν απομειώνει το γεγονός ότι η εμφάνισή τους ήταν πολύ καλή, αντάξια της δισκογραφικής δουλειάς που μας έχουν παρουσιάσει.

Οι Cave Children άφησαν το κοινό που στο μεταξύ είχε αρχίσει να πυκνώνει (υπολογίζω ότι οι παρευρισκόμενοι αριθμούσαν περί τους 200), σε καλή διάθεση και έτοιμο για το πρώτο όνομα της βραδιάς. Οι Ought μετά από ένα εικοσάλεπτο ανέβηκαν στην σκηνή. Και σε εκείνο το σημείο, η βραδιά πήρε μία ανέλπιστη τροπή. Υπάρχουν φορές που περιμένεις κάποιο χρόνο ένα συγκρότημα να πάρει μπρος, να ζεσταθεί όταν βρίσκεται πάνω στην σκηνή. Μιλώντας για ένα νεανικό, βασικά, σχήμα, αναμένεις ακόμα και κάποιο τρακ, κάποια νευρικότητα. Δεν ήταν όμως αυτή η περίπτωση των Ought. Από τις πρώτες κιόλας νότες του εναρκτήριου Pleasant Heart, όλοι οι παρόντες αντιληφθήκαμε ότι μπροστά στα μάτια μας δεν εκτυλισσόταν ένα τυπικό live ενός τυπικού, έστω απλώς καλού συγκροτήματος, αλλά μία μεγάλη εμφάνιση τεσσάρων εξαιρετικά ταλαντούχων μουσικών. Δεν ήταν μόνο ο χαρισματικός, όπως φαίνεται από το σύνολο της παρουσίας του τραγουδιστής και κιθαρίστας Tim Darcy. Ο Darcy, με την ιδιαίτερα εκφραστική ερμηνεία του να πηγαίνει από τον Mark E. Smith στον Tom Verlaine και από εκεί στον David Byrne και τον Lou Reed (αφού επιρροές θα έχεις ούτως ή άλλως, φρόντισε να είναι καλές!) και το παίξιμό του στην κιθάρα, απίστευτα ουσιαστικό να χρωματίζει τα κομμάτια μοναδικά τόσο εκεί που ανέβασε ένταση όσο και εκεί που έριχνε τους τόνους, μοιραία συγκέντρωνε τα περισσότερα βλέματα πάνω του (προνόμιο και κατάρα του frontman...). To rhythm section όμως ήταν αντίστοιχα άψογο, με τον ντράμερ Tim Keen, συνεχώς χαμογελαστό (μπορεί και να είναι κάποιο τικ, αλλιώς τον ζηλεύω!) να παίζει σαν μετρονόμος από το ευκολότερο μέχρι το πλέον σύνθετο σχήμα και τον μπασίστα Ben Stidworthy να κερδίζει πόντους και με την σκηνική του παρουσία. Ο κημπορντίστας Matt May, που ζούσε το live πιο έντονα, ίσως, από όλους, είναι πάντως ένα ερωτηματικό – δεν έχω πραγματικά κατορθώσει να αξιολογήσω πλήρως την συνεισφορά του γενικά στο ήχο του γκρουπ, διότι στην ουσία σπάνια τον ακούς καθαρά!

Όμως οι ατομικές επιδόσεις των Οught δεν είναι τελικά αυτό που έχει σημασία. Αυτό που πραγματικά με εντυπωσίασε είναι οι αίσθηση που δημιουργούσαν οι τέσσερις Καναδοί, ότι αυτό που κάνουν, αυτό που προσφέρουν στο κοινό, το πιστεύουν μέχρι την τελευταία νότα, μέχρι τον τελευταίο στίχο, είναι ένα κομμάτι του εαυτού τους, είναι αυτό που θέλουν να πουν, όπως θέλουν να το πουν, χωρίς ίχνος ωραιοποίησης, υποχώρησης σε συμβατικότητες, υιοθέτησης εμπορικών λογικών και λοιπών τέτοιων, που, στερεότυπο μεν, αλλά πράγματι σκοτώνουν την δημιουργικότητα.

Η αίσθηση αυτή που μου δημιουργήθηκε από το πρώτο κομμάτι όχι μόνο δεν υποχώρησε στην συνέχεια, αλλά γινόταν όλο και πιο έντονη. Το The Weather Song που ακολούθησε, το οποίο στο δεύτερο μισό του εξελίχθηκε σε ένα rock’n’roll ντελίριο όπως το εννοούσαν οι Television, αλλά και το ορμητικό Men For Miles (φόρο τιμής στους Sonic Youth από κάθε άποψη), ανέβασαν το ενθουσιασμό κατακόρυφα. Όταν πια οι Ought πέρασαν στο αριστουργηματικό Beautiful Blue Sky, κανείς δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι το live που παρακολουθούσαμε ήταν από αυτά που δύσκολα ξεχνιούνται. Εδώ πάλι, είχαμε την ευκαιρία να δούμε τον Darcy να τραγουδά αυτό το γεμάτο «Yes» στο τέλος του ρεφραίν (όχι «yeah», όπως συμβαίνει σε όλο το υπόλοιπο rock’n’roll κατά την περιέργως επιτυχή παρατήρηση του Pitchfork), σαν μία κάθαρση από όλη την απογοήτευση, την απαισιοδοξία που αποπνέουν οι στίχοι του κομματιού αυτού, με τρόπο θεατρικό, καθηλωτικό για όλους εμάς που προσπαθούσαμε να ακόμα να κατανοήσουμε αν όλο αυτό όντως συνέβαινε μπροστά στα μάτια μας.

Η συνέχεια ήταν ανάλογη: το Sun Coming Down παίχτηκε με λιγότερο θόρυβο από ό,τι στον δίσκο, δίνοντας μία αίσθηση τζαμαρίσματος, το Passionate Turn ήταν πολύ καλό, όχι μακριά από την (φοβερή) δισκογραφημένη του εκδοχή, ενώ το The Combo ακούστηκε πολύ ανώτερο από το δίσκο. Το set ολοκληρώθηκε με το πανέμορφο Habit, το οποίο έριξε για λίγο το ρυθμό και την εκπληκτική εκτέλεση του Gemini, πολύ ανώτερη από αυτήν που ακούμε στο More Than Any Other Day, η οποία δικαιολογημένα ενθουσίασε (σημειώνω ότι η εκτέλεση του δίσκου είναι πολύ καλή, οπότε, καταλαβαίνετε...).

Στο σημείο αυτό και ενώ δεν είχε συμπληρωθεί μία ώρα από την έναρξη του set, οι Ought μας χαιρέτησαν και εγκατέλειψαν την σκηνή. Το χειροκρότημα ήταν ενθουσιώδες και, παρά το ότι μουσική ξεκίνησε να ακούγεται από τα ηχεία του An, το κοινό δεν έφυγε, αναγκάζοντας του τέσσερις μουσικούς να επιστρέψουν για ένα πραγματικό και όχι κατ’ επίφαση encore. To Pill από το ΕΡ Once More With A Feeling ήταν ένας όμορφος, μελωδικός τρόπος να αποκλιμακωθεί η ένταση. Και, όσο και αν ακούγεται παράδοξο, παρά το ότι η τελική διάρκεια του live μετα βίας έφτανε τα 65-70 λεπτά, κανείς δεν παραπονέθηκε. Ήταν τόσο γεμάτος, τόσο ουσιαστικός ο χρόνος των Ought στην σκηνή, που το μόνο που μπορούσαμε να σκεφτούμε είναι ότι πρέπει να τους ξαναδούμε σύντομα. 

Κείμενο: Παναγιώτης Γαβρίλης / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής

Παναγιώτης Γαβρίλης

 

Ο Παναγιώτης Γαβρίλης είναι επιφανειακά ένας εξωστρεφής τύπος που αγαπά την μπύρα και τις θορυβώδεις κιθάρες, όμως στην πραγματικότητα είναι ένας ρομαντικός: αγαπά την λογοτεχνία και την ποίηση και ονειρεύεται κάποτε (σύντομα, η ζωή είναι μικρή), να επικρατήσει παγκόσμια ειρήνη και ευμερία και η ΑΕΚ να «σηκώσει» το Champions League. Φυσικά, τίποτα από όλα αυτά δεν πρόκειται να συμβεί. Ποτέ.

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα