Η δεύτερη μέρα του φετινού Rockwave Festival συγκέντρωσε, όπως αναμενόταν, κυρίως νεαρόκοσμο που ταξίδεψε ως τη Μαλακάσα για να δει από κοντά την pop diva Lana Del Rey. Η εμφάνιση της προφανώς ικανοποίησε τους fans της, τουλάχιστον όπως φάνηκε από τις αντιδράσεις του κοινού, ενώ τα ονόματα που προηγήθηκαν (πλην της Lisa Mitchell που εξαφανίστηκε μυστηριωδώς από το τελικό line-up...) συνέβαλαν με τη σειρά τους στη χαλαρή ατμόσφαιρα της μέρας, χωρίς ωστόσο να συμβάλλουν αντίστοιχα προστιθέμενα στην αξία της ημέρας ως φεστιβαλικής.
Πρώτοι στη σκηνή ανέβηκαν οι Cave Children, τους οποίους δυστυχώς προλάβαμε στο τέλος της εμφάνισης τους (το γεγονός ότι ήταν καθημερινή αλλά και η απόσταση δεν μας επέτρεψαν να είμαστε από την αρχή στο χώρο). Βεβαίως δεν αρκούν τα τρία κομμάτια που ακούσαμε για να κρίνουμε τους Cave Children, έχουμε παρακολουθήσει ωστόσο τη μέχρι στιγμής σύντομη πορείας τους και έχουμε διαμορφώσει την άποψη μας (διαβάστε εδώ τι είχαμε γράψει για το περσινό ντεμπούτο τους Quasiland). Αυτό που μπορούμε να πούμε με σιγουριά είναι ότι η μπάντα έδειχνε να διαθέτει περισσότερη αυτοπεποίθηση και να είναι σαφώς βελτιωμένη από κάθε άποψη σε σχέση με προηγούμενες εμφανίσεις της. Ο ψυχεδελικός ήχος και οι ποπ μελωδίες τους ακούγονταν άψογα στο περιβάλλον του Terra Vibe, καλωσορίζοντας ευχάριστα όσους κατευθύνονταν εκείνη τη στιγμή προς τη μεγάλη σκηνή.
Αμέσως μετά ήταν η σειρά των Daphne and the Fuzz, φρέσκο συγκρότημα κι αυτοί, με την ομώνυμη παρθενική τους δουλειά να έχει κυκλοφορήσει μόλις πριν λίγους μήνες. Ηχητικά αλλά και αισθητικά δεν απέχουν και πολύ από τους Cave Children (με τους οποίους άλλωστε συνυπάρχουν στο ίδιο label, την Πατρινή Inner Ear). Κι εδώ λοιπόν βρίσκουμε ποπ τραγουδοποιία με αρκετή ψυχεδέλεια, με τα γυναικεία φωνητικά όμως να αποτελούν τη βασική διαφορά (η frontwoman Δάφνη Λάζου ουσιαστικά αποτελεί την ψυχή του γκρουπ). Εκτελεστικά έδειξαν λιγότερο «ψημένοι» και δεμένοι από τους προηγηθέντες, όμως η νεανική αφέλεια και ξεγνοιασιά τους έκαναν πιο συμπαθείς προς το (επίσης νεανικό, όπως προείπαμε) κοινό. Μιλάμε φυσικά για νέα παιδιά οπότε τα περιθώρια βελτίωσης είναι τεράστια, συνεπώς στο άμεσο μέλλον θα περιμένουμε να δούμε την εξέλιξη τους.
Ας μας συμπαθούν οι φίλοι του ελληνόφωνου (και όχι μόνο) hip-hop/rap, αλλά μιας και η σχέση μας με το συγκεκριμένο είδος δεν είναι η καλύτερη και περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα - και αν - της παλιάς φουρνιάς, παίξαμε την κάλυψη του live του Iratus σε ένα παιχνίδι πέτρα-ψαλίδι-χαρτί. Ο χαμένος θα αναλάμβανε να γράψει δυο λόγια για τη συναυλία του, ελπίζοντας πως ίσως μία δυνατή εμφάνιση θα έδινε μια καλή αφορμή για θετικά σχόλια. Η δυνατή εμφάνιση ήρθε, αλλά η ωμότητά του αναμενόμενα δεν είχε καμία σύνδεση με τα προηγούμενα ή τα επόμενα. Και να ήταν μόνο αυτό σε ένα είδος που ο λόγος κυριαρχεί της μουσικής... Ίσως περάσαμε την ηλικία που μπορούσαμε να πάρουμε στα σοβαρά τη “φάση”, τουλάχιστον με τους όρους που έθεσε ο Iratus. Τη συνδιαλλαγή ζωτικά αντίθετων νοοτροπιών σε ουκ ολίγους στίχους δεν θα επιχειρήσουμε καν να την αποπλέξουμε εμείς σε αυτές τις λίγες λέξεις, όμως οφείλουμε κατ’ ελάχιστον να την αναφέρουμε. Οι πιτσιρικάδες, που πλειοψηφούσαν στο κοινό, είχαν γνώση του υλικού και αναμφισβήτητα απολάμβαναν τον Iratus να ραπάρει, κάποιες φορές πιο γρήγορα από τη σκιά του, και να εκτοξεύει μύδρους και μπινελίκια προς πάσα κατεύθυνση, αλλά όσο νάναι βρεθήκαμε σε άβολη θέση όταν δίπλα μας κοριτσάκια 15 το πολύ χρονών από τη μία αποκήρυτταν τον φασισμό και από την άλλη τραγουδούσαν με περισσή άνεση ιδιαιτέρως προσωπικούς και σαφώς μισογυνιστικούς στίχους π.χ. του Μόνιμα Πρόστυχος. ΟΚ κάποτε ακούγαμε κι εμείς στα κρυφά τις κασέτες του Βρωμύλου (Δημήτρης Μετζέλος προ Ημισκουμπρίων), οπότε δεν παίζει θέμα - αν και το ζητούμενο τότε παρέμενε ο αγνός χαβαλές και δεν υπήρχε καμία σοβαροφάνεια πίσω από το εγχείρημα. Μάλλον μεγαλώσαμε και (όχι απαραίτητα ωριμάσαμε, αλλά σίγουρα) αλλάξαμε.
Οι Αμερικάνοι Allah-Las αποτέλεσαν το έτερο όνομα από το εξωτερικό πέραν της headliner Lana. Το συγκρότημα από την Καλιφόρνια αγαπήθηκε εξ’ αρχής από το εγχώριο κοινό (έχουν κάτι που αρέσει γενικά στη χώρα μας) με αποτέλεσμα να έρθουν σύντομα ξανά για συναυλίες στην Ελλάδα, με τη συγκεκριμένη να πραγματοποιείται σε σαφώς μεγαλύτερο χώρο σε σχέση με τις προηγούμενες τους. Το γκρουπ ξεκίνησε δυναμικά την εμφάνιση του με το τρομερό γκαραζάκι No Werewolf (πρόκειται βεβαίως για διασκευή και υπάρχει στο δεύτερο LP τους Worship The Sun), το οποίο διαδέχτηκε το Tell Me (What’s On Your Mind), από τα πιο ακουσμένα track του φερώνυμου ντεμπούτου τους. Αναμενόμενη η εναλλαγή κομματιών από τις δυο μέχρι στιγμής δουλειές τους, με τα Busman’s Holiday, 501-425, No Voodoo, Catalina και το θαυμάσιο Sandy να μας κρατάνε καλή συντροφιά. Εναλλαγές είχαμε και στα φωνητικά καθώς και τα τέσσερα μέλη της μπάντας τραγουδούν (το πέμπτο μέλος στα πλήκτρα, είναι έξτρα μουσικός οπότε δεν τον συνυπολογίζουμε) και αναλαμβάνουν lead φωνητικά εκ περιτροπής. Το σχήμα έχει ήδη έτοιμο το τρίτο άλμπουμ του με τίτλο Calico Review (θα κυκλοφορήσει στις 9 Σεπτεμβρίου) και μέσα από αυτό ακούσαμε το πρώτο single Could Be You, το οποίο δεν απομακρύνεται ιδιαίτερα από τον γνωστό vintage ήχο τους, αν και η λογική του είναι σαφώς πιο pop. Αυτό που έλειψε από το set τους ήταν το Don’t You Forget It, ίσως το γνωστότερο τους κομμάτι, ωστόσο το Catamaran που ακούστηκε στο φινάλε μας αποζημίωσε.
Οι Allah-Las δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι διεκδικούν δάφνες πρωτοτυπίας (πως θα μπορούσαν άλλωστε με δεδομένο ότι καταπιάνονται με ένα μουσικό ύφος που άνθισε πριν πέντε δεκαετίες), αυτό που κάνουν όμως σίγουρα δεν ενοχλεί καθόλου, ίσα ίσα είναι αρκετά όμορφο και κάποιες στιγμές απολαυστικό. Αυτό το χαλαρό, νωχελικό στυλ τους έμοιαζε δροσιστικό όσο και το αεράκι που φυσούσε εκείνη την ώρα στη Μαλακάσα. Μπορεί οι περισσότεροι να βρίσκονταν εκεί για την Lana Del Rey (οι Allah-Las έφυγαν από τη σκηνή υπό τις ιαχές "Lana – Lana") όμως το live τους σίγουρα δεν ήταν απωθητικό για την πιτσιρικαρία. Όσοι από τους νεαρούς που παρευρέθηκαν έχουν ανοιχτούς (μουσικούς) ορίζοντες μπορεί μέσα από τους Allah-Las να ανακαλύψουν τον μουσικό θησαυρό που κουβαλάει η μουσική που παίζουν (το rock & roll είναι απέραντο οπότε πιθανότατα θα βρουν κάτι που θα τους ενθουσιάσει). Κατά τα λοιπά μια παγωμένη μπύρα και τα δυο LP των Allah-Las είναι ο,τι πρέπει για το καλοκαίρι.
Και οι δύο συντάκτες που βρεθήκαμε στη Μαλακάσα για την κάλυψη της δεύτερης μέρας του Rockwave τρέφουμε μία συμπάθεια για τη Lana Del Rey. Μιλώντας πιο προσωπικά, απόλαυσα πραγματικά το πρώτο της άλμπουμ, όπως και το δεύτερο (το περσινό τρίτο κάπως λιγότερο), όπως και το πρώτο της live στην ίδια τοποθεσία. Ειδικά για εκείνη την εμφάνιση, πρέπει να τονιστεί πως οι πολέμιοι (κρίνοντας με αυστηρότητα από σχετικά βίντεο που είχαν διαρρεύσει) είχαν προεξοφλήσει πως η Lana δεν θα μπορούσε να αποδώσει τα κομμάτια της ζωντανά, όμως εκείνη βγήκε πρακτικά χωρίς κάποια δεύτερη φωνή βοηθείας και υποστήριξε αξιοπρεπέστατα το υλικό της. Το κοινό τότε ήταν σαφώς μεγαλύτερο σε πλήθος - βλέπετε, η περιέργεια για να δούμε “τώρα που συμβαίνει” ένα αινιγματικό super όνομα είχε επεκταθεί και έξω από τον κύκλο των φανς.
Ταχεία μετάβαση στο σήμερα για να δούμε πού βρισκόμαστε την Τρίτη στο Rockwave Festival, λίγο πριν την εκκίνηση του live της Lana. Μπροστά στη σκηνή βρισκόταν ο χώρος Golden Standing, μικρότερης έκτασης από το 2013, που και πάλι δεν γέμισε ασφυκτικά, άλλωστε η λογική παραμένει να υπάρχει μία σχετική άνεση για εκείνους που “τα σκάνε”. Στους χώρους των “πληβείων”, ακόμη και οι φανατικότεροι φίλοι δεν ένιωσαν την ανάγκη να στριμωχτούν στο διαχωριστικό κάγκελο, καθώς υπήρχε άπλετος χώρος να απολαύσουν τη συναυλία με την ησυχία τους και με εξαίρετη θέα, προσφορά του κατηφορικού Terra Stage και των οθονών αριστερά και δεξιά της σκηνής. Οι εξαίρετες καιρικές συνθήκες για Ιούλιο μήνα, όπως και φυσικά το περιρρέον φυσικό τοπίο της Μαλακάσας, συνέβαλαν ώστε τα πάντα στην ατμόσφαιρα να μοιάζουν ιδανικά για την παρακολούθηση μίας ανάλαφρης pop συναυλίας...
...μόνο που ο όρος “ανάλαφρη pop” θα πρέπει να “τεντωθεί” αρκετά για να ορίσει την τραγουδοποιία της Lana. Ας μην υπερβάλλουμε, δεν έχουμε να κάνουμε με μουσική που καθιστά κάποια σημαντική πρόκληση για το μέσο αυτί, όμως είναι όλο αυτό το μελαγχολικό προφίλ που αλλάζει τα δεδομένα και ενδεχομένως δεν καθιστά τόσο “ευχάριστο” το συνολικό άκουσμα σε κάποιον που επιθυμεί "να χορέψει" με πιο ματζόρε κλίμακες. Αυτός είναι και ο κυριότερος λόγος - η ταύτιση δηλαδή με την εφηβική συναισθηματική έκρηξη που οδηγεί είτε σε υπέρμετρη χαρά είτε σε βαθιά θλίψη - που οι νεαρές ηλικίες “πιάνονται” από τη Lana και τη μουσική της αναζητώντας κάτι το διαφορετικό στην δημοφιλή pop του σήμερα. Το κοινό της, φανατικό και έτοιμο να πολεμήσει για την καλύτερη δυνατή θέση, υποδέχτηκε τους μουσικούς, το δίδυμο των χορευτριών/βοκαλιστών (που εισήχθησαν με τόσο ψαρωτικό τρόπο που για λίγα δευτερόλεπτα πιστεύαμε πως βλέπαμε τη Lana) και στο τέλος την ίδια τη Lana, με εντονότατες στριγγλιές, ιδιαίτερα υψίσυχνες, που περνούσαν στα μικρόφωνα και ακούγονταν σε ολόκληρο το Terravibe. Απαστράπτουσα μέσα στο γαλάζιο κοντό φορεματάκι της - αντίστοιχο με αυτό που φορούσε το 2013 - χαιρέτησε το κοινό εκφράζοντας συναισθήματα ευχάριστης έκπληξης: “This is so amazing... It feels just as good as the last time, completely different from everywhere else” - χαϊδεύει το κοινό της αλλά νιώθεις πως ίσως δε λέει ψέματα. Το αισθαντικό Cruel World ξεκινάει με φόντο τις vintage κουρτίνες που κάλυπταν ένα μέρος του έναστρου backdrop. Οι φανς τραβούν βίντεο με τα κινητά τους, εναλλάσσουν τσιρίδες και sing-along, απολαμβάνουν με τον δικό τους τρόπο την εμφάνιση του ειδώλου τους. Η συνέχεια γίνεται με τον κλασικό “προκλητικό” στίχο του Cola: “my pussy tastes like pepsi cola”, όπου οι δύο χορέυτριες πλέον συμμετέχουν και φωνητικά.
Ήδη παρακολουθούμε μία συναυλία ανώτερη σε όλα της πρώτης γνωριμίας: μεγαλύτερη και πιο ατμοσφαιρική παραγωγή στο στήσιμο της σκηνής, το φωτισμό και τις οθόνες (οι πλαϊνές μάλιστα έδειχναν τα τεκταινόμενα σε ασπρόμαυρο - πόσο πιο vintage πια!), οι backing vocalists που προαναφέραμε που ανέλαβαν και χρέη χορευτικού (χωρίς να κάνουν παρ’όλα αυτά κάποια ιδιαίτερη αίσθηση) και, το κυριότερο, μία Lana Del Rey σαφέστατα βελτιωμένη φωνητικά και με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, αργή, απαλή και αέρινη σε όλες τις κινήσεις της (εκτός από το twerking που επιχείρησε για λίγα δευτερόλεπτα ως μέρος του χορευτικού σε κάποιο σημείο), συγκρατημένα δεκτική στο κοινό της (σχεδόν το σκέφτηκε όταν οι fans απαιτούσαν επιτακτικά μία εκτέλεση του Salvatore, που δεν υπήρχε στο προγραμματισμένο setlist, χωρίς φυσικά να πραγματοποιήσει την επιθυμία τους, πρότασσε το μικρόφωνο συνεχώς προς την αρένα και φυσικά κατέβηκε αρκετές φορές τη σκαλίτσα που ένωνε τη σκηνή με το κάγκελο). Βέβαια δεν διεκδικεί δάφνες μεγάλης performer, μη δείχνοντας κάποια ιδιαίτερη διάθεση να συναρπάσει παραπάνω το ήδη κερδισμένο κοινό της ή να αλλάξει την αρνητική προδιάθεση των “αντιφρονούντων”, θέλοντας προφανώς να παραμείνει πιστή στην “χαμηλοβλεπούσα” περσόνα της. Το φυσικό τοπίο έκανε πάντως το θαύμα του: η (παρά λίγες ώρες) Πανσέληνος που φώτιζε εκείνη την στιγμή στον Αττικό ουρανό κόντραρε στα ίσια το ολόφωτο φεγγάρι που κάλυψε ολόκληρο το background στο Honeymoon σε μία εικόνα που δύσκολα θα ξεχαστεί από όποιον είχε τοποθετηθεί πιο πίσω έχοντας μία συνολικότερη άποψη του χώρου.
Το κοινό τραγουδούσε συνεχώς μαζί της, ειδικά στα μεγάλα hits που κάλυψαν αναπόφευκτα ένα μέρος του live. Μιλώντας για hits, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε την εγκληματικά ελλειπή παρουσίαση του δεύτερου και πιο ποιοτικού δίσκου της (Ultraviolence), που εκπροσωπήθηκε από μόλις δύο τραγούδια, εκ των οποίων το ομώνυμο αποτέλεσε μία από τις κορυφαίες στιγμές του live. Έλειψαν επίσης κάποιες από τις μεγάλες στιγμές του Born To Die, όπως το National Anthem ή το Ride, όμως αίσθηση προκάλεσε το κλείσιμο με 4 σερί κομμάτια μέσα από αυτό. Ξεκινώντας με το πολυαγαπημένο εδώ Summertime Sadness και περνώντας στην σόλο ακουστική στιγμή της Lana με το παλιό Yayo στην Flying V κιθάρα της (!), το Video Games έκλεισε την σειρά των grand hits με ένα δυνατό sing along. Το Off To The Races, με το σχεδόν Residents ξεκίνημά του (δεν έγινε επίτηδες, μη βαράτε!!) και το σκληρό κρεσέντο των μουσικών στο τέλος του, κήρυξε τη λήξη της συναυλίας μέσα σε γενικότερη απογοήτευση που δεν υπήρξε κάποιο encore για να καλύψει ένα-δυο ακόμη σημεία της δισκογραφίας της και να κορέσει την όρεξη των fans για περισσότερη Lana Del Rey. 2 στις 2 παρουσίες για τον γράφοντα σε σχέση με την Lana, αλλά και 2 στις 2 επιτυχημένες εμφανίσεις για τη Lana σε σχέση με τον γράφοντα: μία αμφίδρομη σχέση που μακάρι να συνεχιστεί, παρά την κάπως αποκαρδιωτική προσέλευση (πάντα σε σχέση με το εμπορικό μέγεθος της καλλιτέχνιδος αλλά και με την προηγούμενη επίσκεψή της εδώ).
Κείμενο: Μιχάλης Κουρής (Lana Del Rey, Iratus), Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος (Allah-Las, Daphne & The Fuzz, The Cave Children) / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής