Σχεδόν 40 χρόνια πριν ο νέος – και ελαφρώς οργίλος – Robert Smith βρήκε την ευκαιρία να τα χώσει στον πασίγνωστο μουσικό δημοσιογράφο Paul Morley μέσω των John Peel Sessions. Η καυστική πένα του Morley είχε «περιποιηθεί» το ντεμπούτο των Cure (Three Imaginary Boys) και ο αγαπητός Bob είχε «απαντήσει», αλλάζοντας στίχους στο Grinding Halt, αλλά και τον τίτλο του κομματιού, μετατρέποντάς τον στο απίστευτο Desperate Journalist in Ongoing Meaningful Review Situation. Το πρώτο τμήμα του τίτλου έκλεψε η γοητευτική Jo Bevan από το Βόρειο Λονδίνο για να ονομάσει την τετραμελή μπάντα της. Ευτυχώς, δεν μας πήρε 40 χρόνια στο Soundgaze για να γράψουμε την άποψή μας για το δεύτερό τους άλμπουμ, αλλά μόνο 10 (!) μήνες, ωστόσο κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Οι Desperate Journalist είναι η πιο ενδιαφέρουσα κιθαριστική μπάντα με γυναικεία φωνητικά από τη Βρετανία που έχω ακούσει τον τελευταίο καιρό μαζί με τους Fear of Men. Βέβαια οι F.o.M. αντλούν την έμπνευσή τους από την indie pop παράδοση θυμίζοντας κυρίως Smiths και τη σχολή της Sarah Records, ενώ οι Desperate Journalist εντάσσονται στον post punk χώρο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ισχυρές δόσεις κλασικής κιθαριστικής pop στον ήχο τους.
Το γενικό ηχόχρωμα παραπέμπει σε γνωστές μπάντες του post punk/new wave χώρου, από τους πρώιμους Cure, στους Echo and the Bunnymen και στους Chameleons. Σε νεότερες γενιές ακροατών οι Desperate Journalist θα θυμίσουν Organ, αν και ο ήχος των πρώτων είναι λιγότερο ραφιναρισμένος και poppy. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της συγκεκριμένης μπάντας είναι η αντίθεση ανάμεσα στα μουντά τοπία που φιλοτεχνεί η κιθάρα του Rob Hardy και στην εκφραστική φωνή της Bevan που κινείται σε πιο φωτεινά μονοπάτια και αποφεύγει τις στομφώδεις, βαρετές μανιέρες των vocalists του post punk χώρου, θυμίζοντας συχνά μια μίξη Bjork και Julianne Regan (της τραγουδίστριας των εξαίρετων All About Eve).
Το άλμπουμ ξεκινά πολύ δυνατά με μια τριλογία κομματιών (τα οποία έχουν κυκλοφορήσει ως singles), τα Hollow, Resolution και Be Kind που αποτελούν trademark του ήχου της μπάντας. Υπάρχουν όμως κι άλλα διαμαντάκια για να ανακαλύψει κανείς στο δίσκο, όπως το ορμητικό Why Are You So Boring?, το εύθραυστο Purple, την αγνή, καθάρια κιθαριστική μελωδία του Oh Nina και τη θεσπέσια, εθιστική έκρηξη του I Try Not To. Κάποιες φορές παρατηρεί κανείς μια ομομορφία ανάμεσα σε κομμάτια, όμως θα πρέπει να δώσουμε στους Desperate Journalist χώρο να αναπτύξουν ακόμη περισσότερο τον ήχο τους, καθώς είναι φανερό πως έχουν δυνατότητες.
Το πολιτισμικό ίχνος που αφήνουν οι D.J. με το Grow Up είναι μιας μπάντας που δεν παρασύρεται από τη μουσική κενότητα της σύγχρονης παραγωγής και έχει αποφασίσει να επεξεργαστεί, με το δικό της ύφος, υλικό από μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίοδο της βρετανικής εναλλακτικής σκηνής. H Jo Bevan θα μπορούσε, επίσης, σε μια άλλη πραγματικότητα, να είναι pin up είδωλο μιας γενιάς περιθωριοποιημένων bedsitters. Δυστυχώς όμως τα κριτήρια επιτυχίας για έναν καλλιτέχνη σήμερα ελάχιστα σχετίζονται με την ποιότητα της δουλειάς του...
Σε κάθε περίπτωση, θα περιμένω πώς και πώς να τους δω στη σκηνή του Death Disco, στις 16 Φεβρουαρίου. Κάτι μου λέει ότι θα μπορούσαν να γίνουν οι νέοι darlings της ελληνικής εναλλακτικής κοινότητας, καλύπτοντας το κενό που εδώ και χρόνια έχουν αφήσει οι Puressence.
8/10