Άλλο ένα σχήμα από την Αυστραλία, που αποκτά αναγνωρισιμότητα διεθνώς. Όχι άδικα: το κουαρτέτο από το Brisbane έχει να επιδείξει μία ενδιαφέρουσα εξελικτική πορεία, από το lo-fi psych rock στον σημερινό του ήχο, μία ενδιαφέρουσα μίξη της pop των μεγάλων Chills και των Clean από την μία, και του κιθαριστικού ήχου των Yo La Tengo από την άλλη. Και αν οι μελωδίες παραπέμπουν περισσότερο στους δύο πρώτους, η αυτοσχεδιαστική σχεδόν διάθεση με την οποία δομούνται τα μεγάλης συνήθως διάρκειας κομμάτια (όλα είναι από τέσσερα έως οκτώ λεπτά) μάλλον μας φέρνουν στο μυαλό τους τελευταίους.
Όπως και να έχει, το Grassed Inn παρουσιάζει όλα τα συστατικά μίας επιτυχημένης συνταγής: ενδιαφέρουσες επιρροές, καλά προσεγμένες ισορροπίες ανάμεσα στον (ελεγχόμενο) θόρυβο και την μελωδία και ένα συγκρότημα που φαίνεται καθαρά ότι αγαπά αυτό που κάνει, χωρίς να καταφεύγει σε παραχωρήσεις ή να λοξοδρομεί από την πορεία του χάριν της όποιας πιθανής επιτυχίας ή αναγνωρισιμότητας. Και η αποδοχή του Grassed Inn φαίνεται ότι δικαιώνει τους Blank Realm.
Τα θετικά του δίσκου είναι προφανή, αν ακούσει κανείς το εναρκτήριο Back To The Flood, παιγμένο σχεδόν με την αθωότητα ενός εφηβικού garage σχήματος, το Falling Down The Stairs, κάτι σαν tribute στην Flying Nun, το ψυχεδελίζον Bulldozer Love με το κιθαριστικό ξέσπασμα του τέλους, που κυριολεκτικά τo απογειώνει, αλλά και το Reach You On The Phone, που ακούγεται κάπως σαν να τζαμάρουν οι Chills με τους Waterboys. Και αν θα έπρεπε να ψάξουμε για μειονεκτήματα, αυτά εντοπίζονται κυρίως στα φωνητικά, όχι συνολικά, αλλά κάποιες από τις φορές που το γκρουπ ρίχνει τις εντάσεις: η φωνή του Daniel Spencer υπολείπεται σε μελωδικότητα (η αλήθεια είναι ότι μια χαρά θα μπορούσε να τραγουδά σε οποιοδήποτε γκρουπ της Sub Pop τέλη ’80 με αρχές ’90), με αποτέλεσμα π.χ. το Baby Closes The Door να μην μπορεί να περιληφθεί στο highlights, παρά το ότι συνθετικά ανήκει ακριβώς εκεί: το ηθελημένο φάλτσο δεν λειτουργεί (το ότι ο Jonathan Richman το πετύχαινε δεν σημαίνει ότι ο καθένας μπορεί να το κάνει...) και η ακατέργαστη υφή της φωνής του Spencer δεν τονίζει όσο θα έπρεπε κάποια σημεία της μελωδίας.
Αρκετά με την γκρίνια: το Grassed Inn άλλωστε δεν την δικαιολογεί και καλό είναι να βλέπουμε την μεγάλη εικόνα. Πρόκειται για έναν πραγματικά ενδιαφέροντα δίσκο, που αφήνει πολλές, πάρα πολλές υποσχέσεις για το μέλλον, ενώ συγχρόνως δικαιολογεί απόλυτα την πολύ καλή φήμη που ακολουθεί το συγκρότημα.
7,5/10
Παναγιώτης Γαβρίλης


