Σε λίγες μέρες θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε για πολλοστή φορά τους αγαπημένους doomsters Candlemass (23/11, Fuzz Live Music Club), για πρώτη όμως φορά με βασικό τραγουδιστή τον αρχικό τους τραγουδιστή, Johan Längquist. Ο οποίος βέβαια στο πρόσφατο παρελθόν (2011 ήταν, ίσως όχι τόσο προσφατα τελικά…) έχει ξαναέρθει με τους Σουηδούς ως guest, όπως έκανε γενικά για μία μακρά περίοδο όταν τιμώταν το ντεμπούτο τους Epicus Doomicus Metallicus. Πλέον ο Längqvist βρίσκεται μόνιμα πίσω από το μικρόφωνο των Candlemass και εμείς ανατρέχουμε στην όχι τόσο μεγάλη, εδώ που τα λέμε, πορεία του στη μουσική. Χρονικά βέβαια ξεπερνάμε την τριακονταετία, αλλά πρακτικά ο ήρωάς μας έχει συμμετάσχει σε τρεις συνολικά ολοκληρωμένους δίσκους ως κύρια φωνή.
Candlemass - Epicus Doomicus Metallicus (1986)
Υπάρχει άραγε κάτι που να μην έχει ειπωθεί για τον ακρογωνιαίο λίθο του doom metal; Θα μπορούσε το κείμενο μας να τελειώνει εδώ για το άλμπουμ, καθώς η επιρροή του στο χώρο του metal είναι ανυπολόγιστη και κρατάει ως τα σήμερα. Μιλάμε για το 1986, σε μία εποχή όπου οι περισσότεροι προσπαθούσαν να παίξουν πιο γρήγορα και πιο σκληρά, μιας και το thrash metal περνούσε περίοδο ακμής και κέρδιζε όλο και περισσότερους οπαδούς. Όμως οι Σουηδοί έριξαν στο πάτωμα τις ταχύτητες, πρόσθεσαν majestic αλλά και θλιμμένους στίχους και με μοναδική μουσική έμπνευση έφτιαξαν, ίσως όχι τότε εν γνώση τους, ένα άλμπουμ αναφοράς που δίκαια θεωρείται το σημαντικότερο στο doom από την εποχή του ντεμπούτου των Black Sabbath.
Όμως ακόμη δεν υπήρχε κάποιος να τραγουδήσει - εκτός από τον ηγέτη Leif Edling του οποίου η φωνή υπάρχει στα αρχικά demo. Έτσι επέλεξαν τον Johan Längquist, ο οποίος τραγουδούσε ως τότε στην hard rock/AOR μπάντα Jonah Quizz, της οποίας τα μόνα δείγματα που έχουμε περιλαμβάνονται στα 2 demo τους όπως αυτά συμπεριλήφθηκαν στην σχετική συλλογή Anthology 1980-1982. Εκείνος άλλαξε το ύφος του και το προσάρμοσε στα δεδομένα της μουσικής: παθιασμένα οπερατικού τύπου φωνητικά, άλλοτε θλιμμένα και άλλοτε μεγαλειώδη, με ζηλευτές τονικές και συναισθηματικές ακροβασίες. Ξεχώριζε η εντελώς πηγαία ερμηνεία κομματιών όπως το Solitude ή το Demon’s Gate (σε όλο το άλμπουμ, βασικά) από μία φωνή ίσως όχι τόσο δουλεμένη όσο αυτή του αντικαταστάτη του Messiah Marcolin, αλλά που πάντα έδινε το σωστό τόνο στην ατμόσφαιρα του κάθε κομματιού. Δίσκος και ερμηνεία-μνημεία για ολόκληρο το metal, χωρίς καμία δόση υπερβολής. Λεπτομέρεια: ο Längqvist δεν κατείχε μόνιμη θέση στην μπάντα εκείνη την εποχή, κάτι που άλλαξε 33 χρόνια μετά!
Impulsia - Expressions (2009)
Είτε το πιστεύετε είτε όχι, μετά από το Epicus… ο Längquist πρακτικά δεν ασχολήθηκε καθόλου με τη μουσική, πέρα από κάποιες πολύ περιορισμένες εμφανίσεις σε δίσκους που μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού! Παρότι προσπάθησε μάλιστα να επανέλθει στους Candlemass για να πάρει τη θέση του…. Messiah, τελικά στο Chapter VI του 1992 τραγούδησε ο Thomas Vikström. Αφού δεν έχουμε κάποιο σημαντικό νεότερο από τη μεριά του, κάνουμε fast forward στο 2009 όπου κυκλοφορεί ως βασικός τραγουδιστής και συνθέτης, εδώ μαζί με τον κιθαρίστα Uno Sjöström στο project Impulsia, ένα άλμπουμ που φέρνει περισσότερο στις μουσικές του απαρχές με τους Jonah Quizz. Βέβαια πλέον το κοινό έχει συνδέσει άρρηκτα τη φωνή του με το doom metal και ίσως περίμενε κάτι περισσότερο σε αυτό το ύφος. Υπάρχουν ακόμα και αυτοί που ονειρεύονται την επιστροφή του στους Candlemass, κάτι που βέβαια θα γίνει όχι πολύ αργότερα. Προς το παρόν το Expressions παραμένει ο μοναδικός δίσκος εκτός των Candlemass όπου ο Johan αναλαμβάνει εξολοκλήρου τα φωνητικά.
Η μπάντα εθεωρείτο all-star, καθώς μαζί τους μεταξύ άλλων συνέπραξαν ο τεράστιος μπασίστας Marcel Jacob (Talisman, Yngwie Malmsteen), ο Marcus Jidell που έχει ακολουθήσει μία πορεία με πολύ σημαντικές μπάντες (Evergrey, Avatarium κτλ) και από την πλευρά της παραγωγής (με πιο πρόσφατο παράδειγμα το πιο πρόσφατο Candlemass!) και - κρατηθείτε - η Robin Beck ως βασική γυναικεία φωνή! Το αποτέλεσμα είναι ένα ευχάριστο hard rock/AOR μείγμα που μπορεί να μην διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας ή να μην έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στις μνήμες των οπαδών, αλλά οπωσδήποτε αξίζει και αυτό την αναφορά του και τον χρόνο του στα ηχεία μας. Για όσους έχουν συνδυάσει τον Längquist με το doom, ήταν πολύ λογικό να μην υποδεχτούν καλά τη φωνή του να τραγουδάει σε ένα αντιδιαμετρικά αντίθετο σε διάθεση είδος, όμως ομολογουμένως τα πηγαίνει εξαιρετικά καλά, δείχνοντας ότι και το ύφος του δεν του είναι ξένο, αλλά και ότι στα χρόνια που πέρασαν εξελίχθηκε κι ας μην είχαμε πρακτικά άλλα δείγματα της φωνής του στο μεσοδιάστημα. Περιέχεται και διασκευή στο Layla των Derek & The Dominoes (σύνθεση φυσικά του Eric Clapton).
Candlemass - Door To Doom (2019)
Μετά από μία μακρά μεταβατική περίοδο στην οποία ο αρχηγός της μπάντας Leif Edling απείχε από τις υποχρεώσεις της για τους γνωστούς λόγους ανωτέρας βίας, οι Candemass αποφάσισαν να επαναφέρουν τον Längquist πίσω από το μικρόφωνο, αυτή τη φορά όμως ως τραγουδιστή πλήρους απασχόλησης. Η ανακοίνωση της συνεργασίας τους ήταν μία έκπληξη για όλους μας, αν και η συντήρηση των επαφών του με την μπάντα και η συμμετοχή του σε διάσπαρτες συναυλίες σχετικές με το ντεμπούτο, σε μία από τις οποίες βρέθηκε και στην Ελλάδα ως guest, έκανε αρκετούς να περιμένουν ότι αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε και αυτό. Ευτυχώς, η αλλαγή αυτή δεν φαίνεται να έγινε (αποκλειστικά) για να ικανοποιήσει τους φανς και να ανεβάσει το hype των επερχόμενων συναυλιών (από όπου, ως γνωστόν, προκύπτει μία υπολογίσιμη ποσότητα επιούσιου άρτου για τους μουσικούς στη σύγχρονη εποχή), αλλά είχε και ουσιαστικό αντίκρυσμα. Διότι το αποτέλεσμα είναι άλλος ένας πολύ καλός και ιδιαίτερα ισορροπημένος δίσκος για ένα συγκρότημα που, παρά την παλαιότητά του, βρίσκεται σε ακμάζοντα δρόμο. Επιτρέψτε μου βέβαια να πιστεύω προσωπικά ότι μάλλον θα είναι το επόμενο άλμπουμ που θα θεωρήσουμε πραγματικά μνημειώδες, καθώς η μπάντα θα έχει περάσει μαζί ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να αναμοχλευτούν περισσότερο τα χνώτα του νέου πλέον τραγουδιστή και της υπόλοιπης μπάντας.
Το ύφος και κυρίως ο ήχος του δίσκου προσεγγίζει αναπόφευκτα την τελευταία εποχή της μπάντας, ταυτόχρονα όμως κλείνει το μάτι και στην πρώτη τους δουλειά. Επίσης το αυτοκρατορικό σόλο του Tony Iommi στο Astorolus: The Great Octopus, η πρώτη του ηχογράφηση μετά από την οριστική διάλυση των Black Sabbath, σημειολογικά επισφραγίζει την παράδοση της σκυτάλης από τον δάσκαλο στους μαθητές. Όσο για το τιμώμενο πρόσωπο αυτού του άρθρου, αυτός αποδίδει τα μέγιστα χωρίς απαραίτητα να δημιουργεί συγκρίσεις με το απώτερο παρελθόν. Άλλωστε έχουν περάσει 33 χρόνια από τότε... Θα τον δούμε από κοντά στην πολυαναμενόμενη δυναμική του επανεμφάνιση την 23η Νοεμβρίου.
Κείμενο: Μιχάλης Κουρής