Μια βραδιά αφιερωμένη στην «καλή πλευρά» του Ελληνικού τραγουδιού οργανώθηκε την περασμένη Παρασκευή στη Πλατεία Νερού. Η κοσμοσυρροή (πάνω από 10.000 οι θεατές) δίπλα στο κύμα ήρθε να επιβεβαιώσει το γεγονός ότι παρότι δεν διανύει τις καλύτερες μέρες του το συγκεκριμένο είδος, διατηρεί (αν όχι αυξάνει) το πιστό κοινό του.
Group PάrΩdy
Τους Group PάrΩdy τους προλάβαμε δυστυχώς προς το τέλος της εμφάνισης τους, ωστόσο όσο είδαμε ήταν -θεωρούμε- αντιπροσωπευτικό της δουλειά τους. Το συγκρότημα παίζει δικό του υλικό σε συνδυασμό με αρκετές διασκευές, ενδεικτικά στο τελευταίο κομμάτι του live τους ακούσαμε το κλασικό Τα Λόγια και Τα Χρόνια (από την αξεπέραστη Θητεία σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου και στίχους Μάνου Ελευθερίου), την Παράβαση (από τους Αχαρνής του Σαββόπουλου) και το παραδοσιακό Της Πικροδάφνης τον Ανθό (ή Παντρεύεται η Αγάπη μου, αν προτιμάτε), το οποίο έχουν διασκευάσει θαυμάσια παλιότερα οι Mode Plagal. Από την επιλογή των συγκεκριμένων διασκευών γίνεται ξεκάθαρο το μουσικό στίγμα του σχήματος. Πατάνε γερά στην παράδοση και προσπαθούν να την «παντρέψουν» με σύγχρονους ήχους, χωρίς όμως να κρύβεται η αμηχανία του εγχειρήματος. Σε ανάλογο ύφος κινούνται και οι δικές τους συνθέσεις, οι οποίες περιλαμβάνονται στο πρώτο τους δίσκο Παράξενοι Καιροί που κυκλοφόρησε πέρυσι.
Πάντως, ως γενικότερη διαπίστωση, το γεγονός ότι πολλοί νέοι μουσικοί τα τελευταία χρόνια έχουν στραφεί στην πλούσια μουσική παράδοση της χώρας μας για έμπνευση ως θετικό μπορούμε να το αξιολογήσουμε, έστω κι αν δεν έχουμε συναντήσει πολλά σπουδαία δείγματα γραφής μέχρι στιγμής, πλην εξαιρέσεων βεβαίως. Ίσως η συγκεκριμένη στροφή να εξηγείται από το ότι η ξενομανία των τελευταίων δεκαετιών εν τέλει έχει κουράσει. Σε κάθε περίπτωση κάτι φαίνεται να συμβαίνει κι ελπίζουμε να αποβεί θετικά για την ελληνική μουσική.
Λεωνίδας Μπαλάφας
Έχουν περάσει χρόνια από τότε που τον είδα τελευταία φορά σε κάποια από τις μουσικές σκηνές της Αθήνας (μάλλον στο Kookoo). Από τότε, έχουν αλλάξει πολλά στην πορεία του Λεωνίδα Μπαλάφα. Έκανε sold out το Gagarin 205, κυκλοφόρησε κάμποσα άλμπουμ πριν το φετινό Λίκνο στην ανεξάρτητη Antart και ασχολήθηκε περισσότερο με την ελληνική παράδοση από όσο μπορεί να υποθέσει κανείς κρίνοντας από το pop παρελθόν του (να θυμίσουμε πως υπήρξε νικητής κάποιου Fame Story). Το δικό του κοινό τον περίμενε και στο festival της 10ης Ιουνίου. O Μπαλάφας βγήκε στη σκηνή με πλήρη μπάντα, κρατώντας ένα κλαρίνο. Η εκτεταμένη χρήση του κλαρίνου στο live - παιγμένο μάλιστα από τον ίδιο - δεν είναι όψιμη “για να εκμεταλλευτεί το momentum της επιτυχίας των V.I.C.”, αλλά αποτελεί προϊόν μίας δισκογραφικής σπουδής που κρατάει εδώ και κάποια χρόνια. Σπουδής που μάλλον μένει περισσότερο στους τύπους, θέλοντας τελικά κατά βάση να χρωματίσει με παραδοσιακό άρωμα την τραγουδοποιία του. Το σετ του χωρίστηκε πρακτικά σε δύο μέρη. Το πρώτο είχε πιο παραδοσιακή χροιά, με κύριο βάρος στα κομμάτια του φετινού νέου δίσκου, “να κάνουμε και λίγο διαφήμιση”, όπως είπε και ο ίδιος και πράγματι, η ευκαιρία ήταν ιδανική για μία μίνι παρουσίαση. Το δεύτερο μέρος περιλάμβανε υλικό παλαιότερο και άρα πιο γνώριμο στους φίλους της μουσικής του. Έτσι π.χ. ο reggae/dub Πυροσβεστήρας, το Ταξίδι Για Να Σε Βρω, ακόμη και το νεότερο κρητικού αρώματος Να Σταθώ Στα Πόδια Μου (το οποίο είχε κάνει έναν σχετικό ντόρο πριν λίγους μήνες όταν κυκλοφόρησε) έγιναν δεκτά με μεγαλύτερο ενθουσιασμό. Τα τεχνάσματα του Μπαλάφα να ξεσηκώσει το κοινό πετύχαιναν στον δικό του κόσμο, αλλά έπεφταν στο κενό, όσον αφορά τη μεγαλύτερη μάζα. Ίσως ο Λεωνίδας να δείχνει (όχι πάντα με ικανό έρεισμα) υπερβολική εμπιστοσύνη στις συνθετικές και ερμηνευτικές δυνατότητές του, πλην εμφανίζεται τίμιος καθώς υποστηρίζει σε βάθος χρόνου την επιλογή του αυτή. Να τον πιστώσουμε επίσης με το μετάλλιο της προσπάθειας, καθώς ακούσαμε τραγούδια που πατούσαν σε διαφορετικά είδη, έστω κι αν πρόκειται για πιο basic τραγουδοποιία και ενορχήστρωση σε σχέση με αυτά που θα ακούγαμε στη συνέχεια από τους επόμενους καλλιτέχνες.
Αλκίνοος Ιωαννίδης
Η τελευταία δουλειά του Αλκίνοου Ιωαννίδη (Μικρή Βαλίτσα) διατίθεται προς ακρόαση και δοκιμάζεται ζωντανά ήδη σχεδόν δυο χρόνια, έχοντας επιτύχει στα τεστ του χρόνου και της ποιότητας. Μάλιστα στο ζωντανό πεδίο, όπως είδαμε και στις περσινές του εμφανίσεις με το ίδιο, κατά βάση ακουστικό, σχήμα που παρουσιάστηκε μπροστά μας στην Πλατεία Νερού, κερδίζει ακόμη περισσότερους πόντους καθώς οι ενορχηστρώσεις του αναδεικνύονται από τους σπουδαίους μουσικούς που έχει μαζί του. Πόσες λέξεις π.χ. να γράψει κανείς για τύπους όπως τον Γιώργο Καλούδη (κρητική λύρα, βιολοντσέλο) και τον - σήμερα διπλοθεσίτη - Φώτη Σιώτα (βιολί), που δένουν κόμπο τα έγχορδά τους και επιπρόσθετα τα μεταχειρίζονται με κάθε λογής τρόπο για να πετύχουν τους επιθυμητούς ήχους, τον δωρικό σε παίξιμο και βιβλικό σε εμφάνιση ρεμπέτη Μανώλη Πάππο στο μπουζούκι ή τον σταθερό εργάτη Δημήτρη Τσεκούρα των Encardia στο κοντραμπάσο. Η εκτελεστική δεινότητα των μελών της μπάντας είναι δεδομένη, όμως ο συνδυασμός και η χημεία μεταξύ τους τσακίζει κόκκαλα και ανεβάζει επίπεδο τις συνθέσεις. Αυτή η συναυλία όμως παρουσίαζε κάποιες ιδιαιτερότητες σε σχέση με τις κλασικές περιοδείες του Αλκίνοου, βασικότερη εκ των οποίων μάλλον ήταν η περιορισμένη και δεσμευτική διάρκεια του σετ, ώστε να τηρηθεί το ανακοινωθέν πρόγραμμα (οι συναυλίες του Release Athens τελείωναν κατά κανόνα γύρω στις 12 το βράδυ, αλλά υπάρχει άραγε συγκεκριμένο χρονικό curfew στην Πλατεία Νερού;). Έτσι, ο συνήθως αμήχανα λαλίστατος Αλκίνοος απευθύνθηκε σπάνια στο κοινό, ξοδεύοντας την ομιλία του κυρίως κατά την παρουσίαση των μουσικών προς το τέλος.
Επιλέχτηκαν κομμάτια από όλη την πορεία του στη μουσική και όχι κυρίως από τη Μικρή Βαλίτσα, αν και δεν παρέλειψε να παρουσιάσει και ζωντανά, έστω στον περιορισμένο αριθμό των τριών κομματιών (ενός αυθεντικού - Η Ωραία Του Χωριού - και δύο διασκευών στα Θέε Μου Μεγαλοδύναμε & Τα Ζηλιάρικά Σου Μάτια) την καθαρά “λαϊκή στροφή” που επιχείρησε σε κάποια κομμάτια της. Κατά κανόνα όμως προτίμησε να παρουσιάσει κάποια από τα πιο γνωστά και λαοφιλή τραγούδια, κυρίως της ύστερης περιόδου, χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις. Εμείς βέβαια μία “έκπληξη” περιμέναμε: εκείνη τη βραδιά δινόταν η ευκαιρία να συναντηθούν στην σκηνή Αλκίνοος και Σωκράτης για τον Τιμονιέρη του πρώτου, όπου συμμετέχει ο δεύτερος. Όχι ότι δεν έχουν συμπράξει στο παρελθόν επί σκηνής οι δυο τους, αλλά όσο νά’ναι θα επρόκειτο για ένα όμορφο ενσταντανέ που θα θυμούνταν οι παριστάμενοι - άλλωστε μία συναυλία είναι πάνω από όλα παραγωγή αναμνήσεων. Ο Αλκίνοος όντως επιφύλαξε για μας το συγκεκριμένο κομμάτι και μάλιστα για κλείσιμο του σετ, αλλά δεν μας έκαναν τη χάρη για τίποτα πιο εκλεκτό και ιδιαίτερο. Το κοινό τραγουδούσε και συμμετείχε στο σύνολό του σε όλα τα κομμάτια - αναμενόμενο φυσικά με τέτοιες επιλογές. Έχοντας παρακολουθήσει ένα χρόνο πριν το συγκεκριμένο σχήμα σε δική του συναυλία, πρέπει να γράψω ότι στην Πλατεία Νερού εμφανίστηκε με “χρυσή” συνοχή και ασύλληπτα επίπεδα συνεργασίας. Θα κρατήσουμε ως πιο ιδιαίτερες στιγμές του live την εναρκτήρια φούγκα με το Απόγευμα Στο Δέντρο (κλασικό highlight με τους μουσικούς να έχουν δικό τους κομμάτι στην πολυφωνική ενορχήστρωση), τον εκπληκτικά ειρωνικό στίχο του Χορτάτου, τη συνοδεία του κοινού στην κιθάρα του Αλκίνοου στο κλασικό Δεν Μπορώ, την post-folk ελεγεία του Κόσμος Πάει Κι Έρχεται και βέβαια το ντελιριακό κλείσιμο του Τιμονιέρη. Όταν οι μουσικοί αφήνονταν ελευθεροι να αυτοσχεδιάσουν, με τον Αλκίνοο πάντα να ακολουθεί (δεν πάει κι εκείνος πίσω σε εκτελεστικές ικανότητες, πολυοργανίστας ων), το αποτέλεσμα έφερνε σε κάτι που οι πιο εναλλακτικοί θεατές ίσως αναγνώριζαν ως επιρροή από GYBE! ή ακόμη καλύτερα το ακουστικό παραπροϊόν τους A Sιlver Mt Zion - καταλαβαίνετε νομίζω για τι επίπεδα μιλάμε! Η αποφώνηση του Αλκίνοου “απολαύστε υπεύθυνα” απλώς μας προετοίμαζε για τα επόμενα.
Σωκράτης Μάλαμας
Έχουν περάσει ήδη 27 χρόνια από την κυκλοφορία της πρώτης δισκογραφικής δουλειάς του Σωκράτη Μάλαμα (Ασπρόμαυρες Ιστορίες, 1989) και παρότι η συγκεκριμένη χρονική απόσταση θα δικαιολογούσε κάποια σταδιακή μείωση του κοινού που πηγαίνει στις συναυλίες του, ωστόσο στην πράξη συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: όσο περνούν τα χρόνια το κοινό του μοιάζει να αυξάνεται, η λαοθάλασσα της Πλατείας Νερού το επιβεβαιώνει με εμφατικό τρόπο. Κάποιον προφανή λόγο δεν μπορούμε να καταδείξουμε για αυτό το γεγονός, πέραν βεβαίως όσων ήδη γνωρίζουμε: της θερμής σχέσης που έχει δημιουργήσει με τους ακροατές του και την αμεσότητα και ειλικρίνεια που χαρακτήριζε ανέκαθεν τη δουλειά του.
Καθώς αποτελούσε μέρος φεστιβάλ, η εμφάνιση του, όπως ήταν λογικό, θα είχε μικρότερη διάρκεια από τις γνωστές μαραθώνιες συναυλίες που μας έχει συνηθίσει, ωστόσο ο Μάλαμας εξαρχής ξεκαθάρισε ότι δεν θα τηρήσει το χρονοδιάγραμμα (1 και 45 λεπτά είχε στη διάθεση του), αφού όπως χαρακτηριστικά είπε «ζήτησα παράταση» (και προφανώς την πήρε από μόνος του…). Η περιορισμένη (για τα δεδομένα του) διάρκεια της συναυλίας τελικά μάλλον μόνο θετικό αποτέλεσμα είχε αφού εξαρχής και χωρίς χρονοτριβές ο τραγουδοποιός άρχισε να ερμηνεύει χωρίς διακοπές μερικά από τα καλύτερα κομμάτια του. Τραγούδια που έχουν αγαπηθεί πολύ όπως η Νεράιδα, Της Σιωπής, ο θαυμάσιος Τειρεσίας (από την Αγρύπνια του Θανάση Παπακωνσταντίνου), Το γράμμα, Του Χρόνου τα Σκυλιά, τα οποία παρότι τα έχουμε ακούσει αναρίθμητες φορές, διατηρούν ακόμα τη γοητεία τους. Ανάμεσά τους, επιλογές λιγότερο προφανείς, όπως το εκπληκτικό Το Χρόνο να Λαβώσω (δεν περιλαμβάνεται στην «κανονική» δισκογραφία του) ή η Ηλιόπετρα, από την πιο πρόσφατη παραγωγή (από το Πρόσκληση Σε Δείπνο Κυανίου, το τελευταίο πόνημα του Θ. Παπακωνσταντίνου). Φυσικά ο Μάλαμας είχε σημαντική υποστήριξη επί σκηνής, κατ’ αρχήν από την Λαμπρινή Καρακώστα, που αποδείχτηκε καίρια και μετρημένη είτε στα δεύτερα φωνητικά είτε ως πρώτη φωνή (Να Βάλω τα Μεταξωτά) αλλά και από την άψογη μπάντα του, από την οποία ειδική αναφορά αξίζει στον Φώτη Σιώτα (βιολί) ο οποίος είχε διπλοβάρδια καθώς έπαιξε και στο σχήμα του Ιωαννίδη, που προηγήθηκε (είναι ωστόσο πολύ έμπειρος μουσικός και τα καταφέρνει ακόμα κι όταν χρειάζεται να είναι στη σκηνή για περίπου 4 ώρες…). Αξιοσημείωτες αναμφίβολα οι ερμηνείες του και ως τραγουδιστής στο Σαν Παιδί (από τον Ελάχιστο Εαυτό του Παπακωνσταντίνου) αλλά και το κλασικό, πια, Αερικό (του Παπακωνσταντίνου επίσης) .
Η αλήθεια είναι ότι η συναυλία κυλούσε σαν νεράκι κι όταν κάποια στιγμή έπρεπε να φτάσει προς το τέλος, τότε ήταν η σειρά για τις μεγάλες επιτυχίες (ή τα γνωστότερα κομμάτια, αν προτιμάτε) από τη δισκογραφία του Μάλαμα, δηλαδή: Πριγκηπέσα, Στα Είπα Όλα (μουσική Μίλτος Πασχαλίδης - στίχοι Οδυσσέας Ιωάννου), Τσιγάρο Ατέλειωτο (από το μακρινό 1993, μην το ξεχνάμε…) αλλά και το πιο πρόσφατο αλλά ήδη πολυαγαπημένο Οι Πρώτες Λέξεις από το ομώνυμο συνεργατικό δίσκο με τη Νατάσσα Μποφίλιου, σε μουσική Θέμη Καραμουρατίδη και στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου (ο λόγος του οποίου παραμένει πάντα κοφτερός και επίκαιρος), ενώ το φινάλε γράφτηκε με το Στην Αμερική (έτσι για να μην ξεχνάμε ότι ήμασταν ανέκαθεν λαός μεταναστών).
Δύσκολα μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι δεν διασκέδασε στη συναυλία του Μάλαμα, περιείχε άλλωστε όλα όσα τον έχουν κάνει αγαπητό μέσα στα χρόνια. Ο κόσμος εξάλλου είχε συρρεύσει με διάθεση να περάσει καλά και να το απολαύσει (η πλειονότητα είχε έρθει κυρίως για αυτόν στην Πλατεία Νερού, μη γελιώμαστε). Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε απαραίτητα είναι η σύνθεση του κόσμου, αφού μιλάμε κυρίως για νεαρόκοσμο (καθόλου άσχημα για ένα 58χρονο μουσικό) αλλά και το πλήθος του, όπως προείπαμε, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι μιλάμε για έναν τραγουδιστή που δεν απέχει από τις μουσικές σκηνές της πρωτεύουσας, αντιθέτως παραμένει ακόμα στις επάλξεις. Η άλλη προφανής διαπίστωση έχει να κάνει με τη δίψα του κόσμου για τέτοιες βραδιές (τέτοιο πλήθος πολύ δύσκολα συναντάμε σε live ξένων ονομάτων), οπότε οι διοργανωτές δεν έχουν λόγο να μην το επαναλάβουν και με άλλα αντίστοιχα ονόματα, η ανταπόκριση θα είναι δεδομένη. Πρέπει οπωσδήποτε να αναφερθούμε με το θετικότερο δυνατό πρόσημο και στο επίπεδο της διοργάνωσης αλλά και της παραγωγής, καθώς, χάρη στο ακόμη τρέχον Release Athens Festival, σκηνή, φωτιστικά και ηχητικά συστήματα έμειναν στη θέση τους και πρόσφεραν μία εμπειρία υψηλού επιπέδου, μάλλον πρωτόγνωρη για ελληνική συναυλία τέτοιου μεγέθους.
«Ζήτω το Ελληνικό Τραγούδι» έλεγε κάποτε ο Διονύσης Σαββόπουλος, δεν ξέρω αν πρέπει να είμαστε εξίσου αισιόδοξοι αλλά σίγουρα δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι ένα μεγάλο κομμάτι ακροατών στηρίζει το (καλό) ελληνικό τραγούδι έστω κι αν αυτό δεν διαθέτει πια την αίγλη του παρελθόντος.
Κείμενο: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος (Μάλαμας, Group PάrΩdy), Μιχάλης Κουρής (Ιωαννίδης, Μπαλάφας)
Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής