Πέμπτη, 15 Δεκεμβρίου 2016 22:00

Live Review: Europavox Festival Athens: The Liminanas / The Oscillation / The Noise Figures / The Third Sound @ Fuzz Live Music Club, 10/12/16

Written by 

Το φεστιβάλ Europavox πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά φέτος στη χώρα μας (διοργανώνεται και σε άλλες 6 ευρωπαϊκές χώρες), έχοντας στο line up του τέσσερα γκρουπ που τα ενώνει ο psych ήχος (με την ευρύτερη έννοια). Στο τέλος της χορταστικής αυτής βραδιάς αυτό που αποκομίσαμε ήταν η αίσθηση ότι είχαμε παρακολουθήσει τέσσερις αξιόλογες εμφανίσεις από ισάριθμα σχήματα.

 

Το πρόγραμμα των εμφανίσεων του εξαιρετικού φεστιβάλ Europavox άνοιξαν οι The Third Sound. Πρόκειται για τη μπάντα του Ισλανδού κιθαρίστα Hakon Aðalsteinsson, ο οποίος παλαιότερα είχε μια βραχύβια συμμετοχή στους αρκετά γνωστούς psych/shoegazers συντοπίτες του, Singapore Sling. Η εμφάνιση τους ήταν αρκετά ικανοποιητική αλλά, φεύγοντας, συνειδητοποίησα ότι πιθανότατα ήταν οι λιγότερο ενδιαφέροντες και μάλλον δικαιολόγησαν τη θέση τους στη σειρά των εμφανίσεων, χωρίς σε καμμία περίπτωση να είναι κακοί. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει και το υψηλότατο επίπεδο όσων είδαμε συνολικά στο φεστιβάλ.

Όμορφο set, σκοτεινή, σχετικά στατική σκηνική παρουσία, με τον μπασίστα εκ των τεσσάρων μελών να το ζει περισσότερο απ’όλους. Φωνητικά που προσωπικά μου έφεραν στο μυαλό τον Ιan Curtis αλλά και -σε κάτι πιο πρόσφατο- τoν Tom Smith των Editors. Η σύγκριση με τον τελευταίο είναι μόνο στα βαρύτονα φωνητικά αφού από τον Ισλανδό δε διέκρινα ίχνος “τουπέ” - ελπίζω να μην αποκτήσει ποτέ.

Η πολύ δεμένη μπάντα στο περίπου 50 λεπτών set της, επέλεξε να παίξει δεκατρία κομμάτια απ’όλη την καριέρα της. Τα τέσσερα πρώτα περιλαμβάνονται στο φετινό, τρίτο άλμπουμ τους, Gospels Of Degeneration (συνολικά από αυτόν έπαιξαν οκτώ κομμάτια) από τα οποία πιο ενδιαφέρον μου φάνηκε το We Got All You Need, εναρκτήριο τόσο στο δίσκο όσο και στο live. Φυσικά, και επειδή τα άκουγα για πρώτη φορά, θα τους δώσω το χρόνο τους πριν αποφασίσω αν όντως είναι ισάξια των παλαιότερων.

Από τις τρεις συνθέσεις που επέλεξαν από το δεύτερο άλμπουμ, το The Third Sound of Destruction And Creation του 2013, αυτό που έκλεψε την παράσταση είναι το Sister, που είναι πραγματικά το πιο cool κομμάτι τους. Φοβερή ατμόσφαιρα, σκοτεινό, υπνωτικό αλλά και μελωδικότατο.

Προσωπικά αγαπημένα, τα δυο κομμάτια από τον πρώτο, ομώνυμο, δίσκο τους του 2011. Πρόκειται για το Αt Heaven’s Gate και το κομμάτι με το οποίο έκλεισαν το σετ τους, το φοβερό Re-elevation. Το πρώτο μου θύμισε πολύ την παραμόρφωση και τo space/psych ύφος των Spiritualized ενώ το δεύτερο είναι σαφώς πιο ρυθμικό και παραπέμπει πιο πολύ στους Brian Jonestown Massacre. Άλλωστε ο Anton Newcombe είναι αρωγός στην καριέρα τους, σχεδόν από την αρχή της.

Δε βρήκα ευκαιρία να το κάνω νωρίτερα, οπότε το αναφέρω εδώ, στο τέλος της σύντομης περιγραφής όσων ζήσαμε στο live. Στο μυαλό μου και στο χώρο, περισσότερο από κάθε άλλο όνομα που μπορεί να τους επηρέασε, πλανιόταν το φάντασμα των Jesus And Marry Chain. Έτσι, το να τους βλέπω για πρώτη φορά, λίγες μόλις μέρες μετά την ανακοίνωση των JAMC για κυκλοφορία νέου δίσκου μετά από 18 χρόνια, ήταν μια πολύ ευχάριστη συγκυρία.

Για όσους τυχόν δεν το έχουν αντιληφθεί, το ντουέτο των Noise Figures (Γιώργος Νίκας, ντραμς φωνητικά - Στάμος Μπάμπαρης, κιθάρα, φωνητικά) είναι σχήμα ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου. Αυτό αποεδείχθη περίτρανα από την εμφάνισή τους στο EUROPAVOX με ιδιαίτερα εμφατικό τρόπο. Το δέσιμό τους είναι φοβερό, όπως και το νεύρο και η δύναμη που βγάζουν στην σκηνή. Καλοί γνώστες των οργάνων τους, ξέρουν πολύ καλά πως να υποστηρίξουν τον  απαιτητικό ήχο ενός ντουέτου με τον καλύτερο τρόπο. Όχι μόνο ο ήχος τους ήταν γεμάτος, αλλά υπήρξαν στιγμές που αναρωτήθηκα πως είναι δυνατόν δύο μόνο άνθρωποι να κάνουν τόσο θόρυβο. Μιλάμε βέβαια για θόρυβο με νόημα. Οι Noise Figures δεν είναι από τα συγκροτήματα που χάνονται σε μακροσκελής αφηρημένους αυτοσχεδιασμούς. Τα κομμάτια τους, ακόμα και αυτά που ρέπουν προς την ψυχεδέλεια ή και προς βαρύτερα μονοπάτια, έχουν ένα σαφέστατο rock’n’roll υπόβαθρο, που η όλη εμφάνισή τους στα live τους φροντίζει να τονίσει. Όμως το μεγαλύτερο ατού τους, το οποίο έγινε προφανές και σε αυτή την εμφάνισή τους βοηθούντος και του πολύ καλού ήχου, είναι οι συνθέσεις καθαυτές, που ανήκουν σε αυτές που σου μένουν, πραγματικά καλοφτιαγμένες, προσεγμένες στις λεπτομέρειες, χωρίς όμως να χάνουν ούτε στο ελάχιστο τον αυθορμητισμό τους. Όσο για την setlist, αυτή ήταν λίγο πολύ αναμενόμενη, αφού δύο δίσκους έχουν όλους κι όλους (αλλά πολύ καλούς, αν αναρωτιέστε), άρα, εκπλήξεις δεν υπήρχαν, κάτι που φυσικά δεν πείραξε ιδιαίτερα κανέναν – το χειροκρότημα που απέσπασαν το αποδεικνύει άλλωστε: ξεκίνησαν με το φοβερό Shoot The Moon, πέρασαν στα Run, In The Boneyard, Out Of Your Mind, No Rest, Black Caravan, We Look Better In The Sun και Rollin’  (τυχαία η σειρά), για να καταλήξουν εκρηκτικά με τα Bones και Blood. Mαζί με τους Bazooka, ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει η νέα κιθαριστική σκηνή της χώρας μας.

Μετά την εντυπωσιακή εμφάνιση των Noise Figures (πιθανότατα η κορυφαία του φεστιβάλ) ήταν η σειρά των Oscillation να ανέβουν στη σκηνή. Εκ των προτέρων ήταν γνωστό ότι η μουσική των Βρετανών είναι σαφώς πιο περίπλοκη (πιο απαιτητική, αν προτιμάτε) και βεβαίως πιο heavy σε σχέση με τα υπόλοιπα τρια ονόματα του line up. Ουσιαστικά ο ήχος της μπάντας του Demian Castellanos αποτελεί ένα κράμα ψυχεδέλειας, kraut, heavy rock ακόμα και space rock. Οι συνθέσεις που μας παρουσίασαν ήταν αναμενόμενα μακροσκελείς και απολαυστικά χαοτικές. Κάποια μέρη των κομματιών τους ήταν ευρηματικά και κάποια άλλα λιγότερο, με αποτέλεσμα το live τους να έχει αρκετά σκαμπανεβάσματα και αρκετές διακυμάνσεις, ωστόσο η απόδοση του γκρουπ ήταν πραγματικά υψηλού επιπέδου (ειδικά η drummer έκανε πολύ καλή δουλειά στα μετόπισθεν). Το βασικό προτέρημα των συνθέσεων των Oscillation είναι ότι διαθέτουν αρκετή ποικιλία και εναλλαγές ρυθμών, έτσι ώστε όταν κάποια στιγμή αισθανόσουν ότι αυτό που ακούς γινόταν σταδιακά μονότονο, κάτι νέο ερχόταν για να κεντρίσει το ενδιαφέρον. Φυσικά σε live σαν αυτό των Oscillation ο τελικός στόχος είναι το «χάσιμο» και σε αυτό το κομμάτι τα κατάφεραν περίφημα. Όσοι αρέσκονται σε πιο heavy ήχους σίγουρα θα το απόλαυσαν και σε κάθε περίπτωση η εμφάνιση των Oscillation ήταν το κάτι διαφορετικό σε σχέση με αυτές των υπόλοιπων συγκροτημάτων του φεστιβάλ.

Θα σας εξομολογηθώ ότι τους Limiñanas τους έχω ακούσει ελάχιστα με εξαίρεση την εξαιρετική περσινή συνεργασία τους με τον Pascal Comelade, το «Traité de Guitarres Triolectiques”, μάλλον για συμπτωματικούς λόγους. Ήμουν λοιπόν εντελώς ανοιχτός σε οτιδήποτε. Το ότι ανέλαβα εγώ να καλύψω την εμφάνισή τους έχει να κάνει προφανώς με την ελαφρά (όσο πατάει ο ελέφαντας) μανία μου με το garage. Φυσικά, αυτό που είδα δεν το περίμενα, όχι έτσι ακριβώς. Οι Limiñanas είναι αναμφίβολα ένα ερασιτεχνικό σχήμα, που με κάποιον τρόπο βρέθηκε να ακολουθεί επαγγελματική καριέρα. Το λέω αυτό για κακό; Όχι, για καλό το λέω, διότι έχουν κατορθώσει να κρατήσουν όλο τον ενθουσιασμό τους ερασιτέχνη, κατορθώνοντας να ηχούν σαν επαγγελματίες, στο οποίο συντελεί ότι τα κομμάτια τους σε γενικές γραμμές είναι ιδιαίτερα απλά (ένα ακκόρντο συνήθως, αν έβγαιναν και σε μισό, θα το έπαιρναν!). Δεν έχω ειλικρινά δει κανένα άλλο μουσικό σύνολο που να κατορθώνει να μετατρέψει τα μειονεκτήματά του σε πλεονεκτήματα.

Ήταν ένα live όλο εκπλήξεις για κάποιον σαν και εμένα, που, όπως είπα δεν είμαι γνώστης τους. Από το αρχικό σοκ που σου προκαλεί η εμφάνιση του μεσόκοπου ζευγαριού των Limiñanas (thumbs up για το look ναυαγού του Lionel), συνοδευόμενου από μία ομοίως μεσόκοπη τραγουδίστρια (βοκαλίστρια πήγα να γράψω κατά τον ηλίθιο νεολογισμό που κυκλοφορεί – βοκαλίστας, κλίνεται όπως το μαστουρμπίστας, à propos), πέρασα στην έκπληξη του πρωτόγονου three-piece drum set της Marie (στα βήματα της Peg των Gories, την οποία κατάκλεψε η Meg των White Stripes), που είχε σφηνωμένο κάπου και ένα ντέφι, το οποίο παλλόταν με τα χτυπήματά της, στην μουσική καθαυτή: το σεξτέτο (εκτός από το 40 something τρίο υπήρχε και ένας μπασίστας, ένας κιθαρίστας, οργανίστας κλπ που ήταν και ο καλύτερος μουσικός της παρέας και ένας ντράμερ που ήταν βασικά επίσης ok) απέδιδε τα κομμάτια με ασύλληπτο νεύρο και κέφι. Συνειδητά απλοϊκοί, μας άφησαν άφωνους με τον τρόπο που μετέτρεπαν τα χαριτωμένα απλώς, υπό άλλες συνθήκες κομμάτια τους σε ενέσεις ενέργειας, καθώς περνούσαν με ιδιαίτερη άνεση από το garage στην pop και την psych pop, με έξυπνο όσο και διασκεδαστικό τρόπο. Ο Lionel ήταν σε φοβερά κέφια, οι δύο κυρίες μοιράζονταν τα φωνητικά που προσέθεταν ένα μάλλον παιχνιδιάρικο ύφος στο όλο σύνολο. Και μέσα σε όλα αυτά, υπήρχε και μία δόση Gainsbourg, όσο και αν εγώ, που δεν τον πολυχωνεύω για λόγους ανεξιχνίαστους ακόμα και για εμένα τον ίδιο, δεν θα ήθελα να το παραδεχθώ. Για να το πω όμως απλά, όποιος βαρέθηκε στο σετ τους, ενδέχεται να αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα που θα πρέπει να κοιτάξει άμεσα. Από τα κομμάτια τους δύσκολα ξεχωρίζει κανείς. Ιδαίτερα μου άρεσαν το Liverpool και το Down The Underground, ενώ έτερη έκπληξη ήταν οι δύο διασκευές που ακούσαμε: Πολύ καλό το Green Fuz (Randy Alvey & Green Fuz αρχικά, θα τo βρείτε στην συλλογή Pebbles Vol. 2, αλλά έγινε γνωστό φυσικά από τους Cramps), αλλά το εντελώς απρόσμενο Russian Roulette των Lords Of The New Church ήταν δύο σκάλες πιο πάνω, απλώς φανταστικό, ενώ συγχρόνως αποτέλεσε και την πλέον απτή απόδειξη ότι οι Limiñanas διαθέτουν ψυχή. Με δυο λόγια, μιλάμε για ένα από τα πλέον διασκεδαστικά live που έχω δει τα τελευταία χρόνια. Ανυπομονώ για το come back (και αυτή την φορά θα έχω μελετήσει πριν!).

 

Κείμενο: Παναγιώτης Γαβρίλης (Liminanas, The Noise Figures), Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος (The Oscillation), Παναγιώτης Ιωαννίδης (The Third Sound) / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής (Liminanas), Παναγιώτης Μαλαφής (The Oscillation, The Noise Figures), Shanti Θωμαϊδη (The Third Sound)

Soundgaze team

Fix your gaze on music!

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα