Σίγουρα το έχετε ξαναδεί. Κάποιοι παραγνωρισμένοι στην εποχή τους δίσκοι να κυκλοφορούν κάμποσα χρόνια αργότερα αναζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία. Συνήθως, μάλιστα, αυτό γίνεται στις περιπτώσεις που τα χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στις δύο κυκλοφορίες τους έχουν εκτοξεύσει στις λίστες των «επικηρυγμένων» των φανατικών συλλεκτών βινυλίων. Κάπως έτσι οριοθετούνται οι ανάλογες καταστάσεις και ακολουθεί άμεσα η αναπόφευκτη σκέψη: Το ότι ένας δίσκος είναι συλλεκτικός, δε σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και ποιοτικός.
Όπως έχετε ήδη αντιληφθεί και η περίπτωση του Riley Riley Wood & Waggett των Shape of the Rain είναι μια περίπτωση σαν τις παραπάνω. Δεν το κρύβω, ότι ανέκαθεν μου άρεσε να αναζητώ και να ασχολούμαι με τέτοιες περιπτώσεις, ανακαλύπτοντας αξιόλογα συγκροτήματα που μου έχουν διαφύγει, με όποιο ρίσκο συνεπάγεται αυτό το «ριψοκίνδυνο» ταξίδι. Έτσι λοιπόν, όταν είδα την επανακυκλοφορία του δίσκου αυτού από τους άγνωστους σε εμένα Shape of the Rain, δεν ήθελα και πολύ να αποφασίσω να ασχοληθώ μαζί τους, ιδιαίτερα όταν έμαθα ότι το κάδρο τους περιλάμβανε τη σπαρταριστή ακόμα κληρονομιά των Beatles και ιδίως των Big Star. Στις μέρες μας το ρίσκο που είπαμε παραπάνω είναι πολύ, μα πολύ, περιορισμένο. Ενώ, λοιπόν, παλιά εμπιστευόσουν το ένστικτό σου, όπως αυτό ενεργοποιούνταν από το όνομα της μπάντας (που εδώ είναι όντως υπέροχο) και το εξώφυλλο του δίσκου, σήμερα υπάρχει ο θείος Διαδίκτυος, που σε βοηθά να ελαχιστοποιήσεις τους σχετικούς κινδύνους.
Κάτι άλλο που θα μπορούσε να σε τραβήξει για να ασχοληθείς με το Riley Riley Wood & Waggett είναι το ότι κυκλοφόρησε μέσα στη χρυσή εξαετία, δηλαδή το 1971 από την βραχύβια Neon, που ήταν θυγατρική της RCA και ήθελε, μάταια, να φανεί ανταγωνιστική στην ευρύτερη progressive σκηνή των κορυφαίων Harvest, Deram και Dawn. Εκ των υστέρων, θεωρήθηκε λάθος η επιλογή της συγκεκριμένης εταιρείας, μέσω της οποίας κυκλοφορούσαν καθαρόαιμοι progressive rock δίσκοι συγκροτημάτων όπως οι Raw Material και οι Ton Ton Macoute. Τι χώρο θε έβρισκε σε αυτήν μια μπάντα που έπαιζε radio-friendly pop rock μουσική με hooks βασισμένη σε αρμονίες;
Το άλμπουμ αυτό πούλησε λίγα αντίτυπα, παρά τις πολύ καλές κριτικές που πήρε από το Βρετανικό μουσικό τύπο, αφού θεωρήθηκε (σωστά) ότι συνδυάζει αβίαστα τη μεσουρανούσα αύρα των Beatles με τις αρμονίες και τις κιθάρες των Byrds. Αλήθεια, πόσο έτοιμο ήταν το κοινό για να δεχτεί θερμά μια West Coast Βρετανική ψυχεδελική μπάντα; Πενήντα χρόνια μετά την αρχική του κυκλοφορία το Riley Riley Wood & Waggett επανέρχεται στο μουσικό μας σύμπαν ως ανθολογία τριών ψηφιακών δίσκων, που περιλαμβάνουν την πρωτότυπη μορφή του ένα post-LP single, στούντιο demos, ηχογραφημένες πρόβες, ζωντανές ηχογραφήσεις, εναλλακτικές εκδοχές, αλλά και ακυκλοφόρητα demos με υλικό για το επόμενο άλμπουμ τους, που τελικά δεν ηχογραφήθηκε ποτέ. Αυτά τα τελευταία, που χρονολογούνται το 1972, θεωρούνται πιο κοντά στη μουσική των Paul McCartney μετά τους Beatles, Pete Ham (Badfinger) και Chris Bell (υποκλίνομαι βαθιά) μετά τους Big Star. Αν λάβετε υπόψη το κλασικό βιβλιαράκι και το ότι από τις τέσσερις συνολικά ώρες μουσικής οι δύο αφορούν ακυκλοφόρητα τραγούδια, τότε θα έχετε μια πλήρη εικόνα του «νέου» Riley Riley Wood & Waggett, για το οποίο μιλάμε εδώ.
Ουσιαστικά, μέσω της κυκλοφορίας αυτής παρουσιάζεται όλη η ιστορία των Shape of the Rain, που αποτελούνταν από τους Keith Riley (κιθάρα, φωνητικά), Len Riley (μπάσο), Brian Wood (pedal steel κιθάρα, μπάσο, φωνητικά) και Iain ‘Tag’ Waggett (ντραμς, κρουστά). Ακούγοντας το Riley Riley Wood & Waggett, αλλά και το υλικό του ακυκλοφόρητου δεύτερου άλμπουμ τους, είναι δύσκολο να μη σκεφτεί κάποιος τους The Raspberries και τους παμμέγιστους λατρεμένους μου Big Star, που καθόρισαν την pop στη μετά - The Beatles εποχή, με εμφανείς επιρροές της pop πλευράς του ήχου της Tamla Motown. Η αγωνία τους για επιτυχία έφερνε διαρκείς αλλαγές στο όνομά της μπάντας, όπως The Gear και The Reaction, μέρι να καταλήξουν στο επηρεασμένο από την ψυχεδέλεια Shape of the Rain, με το οποίο κέντρισαν το ενδιαφέρον του DJ και ιδιοκτήτη δισκοπωλείου David McPhie, που έγινε ο μάνατζέρ τους. Το ενδιαφέρον ήταν ότι, σε πείσμα των δεδομένων της εποχής, ήταν μια νέα μπάντα που έπαιζε ζωντανά δικό της υλικό και μόνο τρεις διασκευές: Το Live and Let Live των Love, το So You Want to Be a Rock’n’Roll Star των Byrds και το Wayfaring Stranger των θρυλικών H. P. Lovecraft. Κάπως έτσι άρχισαν να ηχογραφούν ζωντανά υλικό για να χτυπήσουν τις πόρτες δισκογραφικών εταιρειών, με προπομπούς το εξαιρετικό Sadness of the Clown, το Misty Morning First Illusion, το εμπνευσμένο από το φερώνυμο ποίημα του Keats God of the Meridian και το Seventeen Shades of Blue.
Χτίζοντας αργά, αλλά σταθερά, τη φήμη τους ως live μπάντας, άνοιξαν τις συναυλίες των Jethro Tull και των Pink Floyd. Το Μάιο του 1971 η εταιρεία επέλεξε ως single το Woman, που συνδύαζε hard rock riff και The Beatles φωνητικά και μελωδία, αλλά, τελικά, δε γνώρισε καμία επιτυχία, σε αντίθεση με το συναφές Devil’s Answer των σκληρότερων Atomic Rooster, που κυκλοφόρησε την ίδια μέρα και ανέβηκε στο UK Top Five. Ύστερα ήρθε η σειρά του άλμπουμ, που περιείχε πολύ ενδιαφέροντα τραγούδια, όπως το ακουστικό Castles, το ρυθμικό Yes, το α-λα Byrds Patterns, τη μπαλάντα I’ll Be There και το ψυχεδελικό Willowing Trees, που πρέπει να μελέτησαν πολύ οι Feelies. Τα τραγούδια στο σύνολό τους ήταν καλοπαιγμένα, κυρίως ακουστικά και πολύχρωμα, με έξυπνες κιθάρες και επιλεκτικό πιάνο.
Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και το υλικό που ηχογράφησε ο Keith Riley το 1972, το οποίο προόριζε για το δεύτερο άλμπουμ τους και μπορείτε να ακούσετε εδώ. Οι ζωντανές εμφανίσεις συνεχίζονταν, με σημαντικότερη εκείνη που έπαιξαν ως support των Manfred Mann’s Earth Band, ενώ σε μια μεταγενέστερη μερικοί θυμήθηκαν αργότερα ότι χόρευαν με τα τραγούδια τους δύο teenagers, η Susan Sulley και η Joanne Catherall, οι οποίες επρόκειτο να συμμετάσχουν στους Human League. Ο καιρός πια είχε περάσει, οι προσδοκίες της εταιρείας, αλλά και της μπάντας, δεν είχαν εκπληρωθεί, οπότε τα πράγματα οδηγήθηκαν φυσιολογικά προς ένα πρόωρο τέλος. Κι επειδή είναι μάταιο και ίσως ανώριμο να μιλά κανείς υποθετικά για το τι μπορούσε να είχε συμβεί αν είχαν υπογράψει σε μια άλλη δισκογραφική εταιρεία, αυτό που κρατάμε είναι το ότι το ευνόητα τιτλοφορημένο Riley Riley Wood & Waggett εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να πείθει για την ποιότητά του.