Τετάρτη, 24 Ιουλίου 2019 15:09

Αφιέρωμα Wet Willie: Οι λευκοί του νότιου ροκ (που θα΄ θελαν να΄ ταν μαύροι…)

Written by 

Στον Αμερικάνικο Νότο η οικογένεια αποτελεί έως σήμερα κάτι ιερό. Δεν υπάρχει μαγαζί που να μην μετρά τουλάχιστον τρεις γενεές από πίσω του, αλλά ούτε και καράβλαχος redneck που να μην αρχίζει την κουβέντα με την φράση «My old man used to say…». Αδέλφια με ξαδέλφια, θείοι με ανεψιούς, παππούδες με εγγονούς έστηναν και στήνουν μέχρι σήμερα από πετρελαιοπηγές μέχρι μπακαλικάκια. Τούτο ακολουθήθηκε και στην μουσική εκτός των Allman Brothers και από πλήθος άλλες άγνωστες μπάντες, μια εξ αυτών οι Wet Willie θα μας απασχολήσει σήμερα.

Φτιάχτηκαν στο Mobile της Alabama από τον Lewis Ross (ντραμς) το 1969, ο οποίος αρχικά ήθελε να τους ονομάσει Fox, αλλά όταν μετακόμισαν στο Macon της Georgia, αυτή την ένδοξη μεγαλούπολη του νότου, πατρίδα των Allman Brothers και έδρα της μεγάλης και τρανής Capricorn Records που τους φιλοξένησε για πολλά άλμπουμ τους (ψάξτε να βρείτε ποιοι άλλοι έχουν ηχογραφήσει εκεί…), μετονομάστηκαν σε Wet Willie. Τα υπόλοιπα μέλη ήταν οι Jimmy Hall (φωνητικά, φυσαρμόνικα, σαξόφωνο), ο…αδελφός του Jack Hall (μπάσο), η…αδελφή του Donna Hall που μαζί με την Ella Brown Avery έκαναν έξοχα δεύτερα φωνητικά στους δίσκους τους ως «The Williettes» (κάτι σαν τις Ιkettes…), ο John David Anthony (πλήκτρα), και ο Ricky Hirsch (κιθάρα).

 

 (Από αριστερά πάνω: Ricky Hirsch, Wick Larsen, Jack Hall, Lewis Ross.

Κάτω: John David Anthony, Jimmy Hall )

Δεν υπάρχει άλμπουμ τους, δεν υπάρχει τραγούδι τους που να μην ξεχωρίζει αμέσως η φωνή του Hall: ένας καταπληκτικός τραγουδιστής και frontman που η γαλουχημένη από τους μαύρους φωνή του πασχίζει απεγνωσμένα να ακουστεί σαν αυτούς. Ώρες – ώρες ουρλιάζει τόσο πολύ που νομίζεις ότι οι φλέβες στο λαιμό του τεντώνονται και φουσκώνουν σε βαθμό εμφράγματος!! Ενας τύπος που δεν πρόδωσε ποτέ την Αμερικάνικη «νότια» παράδοση και είμαι σίγουρος ότι το κρυφό του παράπονο ήταν που δεν γεννήθηκε μαύρος. Αυτή ήταν και η διαφορά τους με τους Allman Brothers και τους Lynyrd Skynyrd: ο Gregg Allman και ο Ronnie Van Zant αντίστοιχα ναι μεν τραγουδούσαν, αλλά δεν έπαψαν ποτέ να θυμίζουν ότι είναι λευκοί. Ο Hall αντίθετα όταν έπιανε το μικρόφωνο το ξεχνούσε…

Αλλά και η υπόλοιπη μπάντα αποτελούνταν από πολύ καλούς μουσικούς που λουσμένοι στον ιδρώτα έβγαζαν μουσική παιγμένη με λαρύγγια, πνευμόνια, δάχτυλα και πόδια και όχι από laptop!! Είναι τα πρώιμα ξαδελφάκια των Skynyrd και η ραχοκοκαλιά του νότιου ήχου που γονατίζουν ευλαβικά προσηλωμένοι στους οδυνηρά σημαδεμένους απ΄ το κνούτο και τις καμτσικιές μαύρους βαμβακεργάτες του νότου και από τους άγνωστους παραδοσιάρχες του νότιου ροκ. Σπάνια θα τους ακούσουμε σε σλοου κομμάτι, αντίθετα εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ατελείωτο γλέντι σε σχέση με τα άλλα «ομοειδή» γκρουπς που κάποια στιγμή έσβηναν τις μηχανές τους κι έβγαζαν και καμμιά μπαλλάντα (Simple Man, Melissa κλπ.). Αυτοί όχι. Ήταν συνέχεια «στην τσίτα»!! Το ίντερνετ γράφει ότι έπαιζαν «good-time music, rollicking high-energy blues-rock, and white Southern soul.» και ότι είναι σαν όπως οι Lynyrd Skynyrd «might have sounded like with but one lead guitar on a white chitlin circuit.». Εγώ απλά θα διόρθωνα «χωρίς καθόλου κιθάρα» διότι τα σόλα σπανίζουν στα τραγούδια τους…

Βασίστηκαν πιο πολύ στους Βooker-Τ and the Mg’s, στον ήχο της Stax, στον Otis Redding, στους Rolling Stones, στους Αnimals, αλλά και στον Little Richard, παρά στους Αllman Βrothers και στους Μarshall Τucker Βand (με τους οποίους μοιράζονταν και την ίδια εταιρεία) το μόνο δε Αμερικάνικο όνομα που έρχεται σαν συναφές προς τον ήχο τους είναι οι Southside Johnny and the Asbury Jukes και το αντίστοιχο Εγγλέζικο γκρούπ που δημιουργούσε την ίδια εποχή τέτοια ατμόσφαιρα, ειδικά στα λάιβ τους δεν είναι άλλοι από τους μοναδικούς Faces.

Είναι ήχοι ξεχασμένοι πια και δημοφιλείς μονάχα στην επαρχία αγαπητοί μου αναγνώστες. Σπάνια θα βρείτε πρωτευουσιάνο που να ενθουσιάζεται με τέτοια τραγούδια, πόσο μάλλον σήμερα πια… Εδώ πάντως μια φορά θα πήξετε στην μπύρα και στον χορό, γι΄ αυτό τους ξαναθυμόμαστε:

 

1\-Wet Willie (1971)

 

Tracklist: Have a good time – Dirty leg – Faded love – Spinning around – Low rider – Rock n’ roll band – Pieces – Shame shame shame – Beggar’s song – Fool for you.

 (Capricorn SD 861)

Παραγωγή: Eddy Offord

Εντάξει… μην περιμένουμε να θαμπωθούμε από το 1ο άλμπουμ. Δεν υπάρχει τίποτε που να μην το έχουμε ακούσει από δεκάδες άλλους και πολύ καλύτερα, καθιστώντας τους φίλους μας μια ακόμα μπάντα του νότου της σειράς που όμως από την πρώτη στιγμή δείχνουν αμέσως ότι λατρεύουν την μαύρη παράδοση, αλλά… δεν παύουν να είναι λευκοί και για να κατορθώσεις να ακούγεσαι σαν μαύρος πρέπει να είσαι Janis Joplin ή Εric Burdon…Πιο πολύ φαίνεται η φωνή του Hall να θέλει να επικρατήσει των λοιπών οργάνων και εν μέρει τα καταφέρνει όπως στο Faded love μια όμορφη μπαλάντα με πιάνο μέσα στην παράδοση των γκόσπελ. Για πρώτη φορά εδώ τον ακούμε να προσπαθεί να ξελαρυγγιαστεί αλλά δεν τον παίρνει. Ένας μαύρος αυτά θα τα είχε για πρωινό… Το άλλο κομμάτι που ξεχωρίσαμε είναι και πάλι η μπαλάντα Pieces με όμορφη φυσαρμόνικα και αναμφισβήτητα η πιο ποπ μελωδική στιγμή του δίσκου και εδώ ο Hall ξεδιπλώνει σιγά – σιγά τη φωνή του αφήνοντας να φανούν χροιές που δεν τις ξέραμε (ίσως ούτε κι ο ίδιος…) τραγουδώντας «άφησα πολύ πίσω μου τους μπελάδες, αλλά ακόμα έχω κι άλλους στον δρόμο μου μπροστά, πρέπει να μαζέψω τα κομμάτια μου» σε ένα πέρα για πέρα αυτοβιογραφικό κομμάτι.

Η μαύρη παράδοση της Stax και τα πνευστά δίνουν άλλη διάσταση στο Have a good time και ένα πραγματικά νότιο χρώμα μέσα στην μόδα της μεταχίππικης εποχής - το πτώμα της Janis βλέπετε δεν είχε κρυώσει ακόμα. Καλούτσικη και η «σλαιντίζουσα» κιθάρα.

Δεν λείπουν όμως και οι μετριότητες: Οι Electric Flag και οι Butterfield Blues Band το είχαν ήδη τερματίσει, ώστε κομμάτια σαν το Lowrider να καθίστανται περιττά και αντίθετα στο Beggar song τα κήμπορντς προγκρεβίζουν λίγο θυμίζοντας εκνευριστικά Μπάχ (γιατί; τι τους έπιασε;) μόλις για ένα λεπτό και με τον Hall να μονολογεί «κανένας δεν θ΄ αλλάξει τον τρόπο του». Σαχλό κομμάτι. Όπως σαχλό και αηδιαστικό είναι και το εξώφυλλο – σκίτσο με ένα δάχτυλο να καθαρίζει ένα αυτί και…αδυνατώ να περιγράψω τι πετάγεται από κει μέσα – μπλιάχ!! Και μόνο με αυτό έδωσαν μια κλωτσιά κι έχυσαν την καρδάρα με το γάλα που με τόσο κόπο μάζευαν…

(**)

 

2\- Wet Willie II (1972)

Tracklist: Shout Bamalama – Love made me – Red hot Chicken – It Hurts me too – Keep on knocking – Airport – Grints ain’t groceries – Shoutgun man – Shaggi’s song.

 (Capricorn CP 0109)

Παραγωγή: Eddy Offord – Johnny Sandlin.

Η προσθήκη του Wick Larsen ως δεύτερου κιθαρίστα μόνο γι΄ αυτό το άλμπουμ δεν άλλαξε τίποτε… Συνεχίζουν να τους στοιχειώνουν η Stax και ο Otis Redding σε πιο «μαύρο» κλίμα από τον προηγούμενο δίσκο όπως στο instumental Red hot Chicken με πολλές τρίλιες στο πιάνο και με το σαξόφωνο (τελικά ο King Curtis ήταν θεός στο νότο…) που φέρνει ήχους ξεχασμένους και η φυσαρμόνικα καλή (ωραίο πάντως το echo πάνω της την ψευτοψυχεδελίζει…) και τα μόνα που ακούμε από τον Hall είναι μια κραυγούλα στη μέση και στο τέλος του και μετά εξαφανίζεται. Και πάλι τίποτε το πρωτότυπο, εκτός του ότι το παίζουν λευκοί… Το ροκεντρολ Shout Bamalama είναι ιδανικό για πάρτυ το Σαββατόβραδο στο μπάρ με τα αγροτικά απ΄ έξω, τα καρώ πουκάμισα, τα καουμπόικα καπέλα, τα μπιλιάρδα, τα κορίτσια για χορό και μπόλικες Budweiser, αλλά εδώ το λαρύγγι του Hall πάει να βγει – σιγά μεγάλε! Και πάλι δεν πρωτοτυπεί σε τίποτα, εκτός από τα γυναικεία φωνητικά προς το τέλος του που παραδόξως τα πάνε πολύ καλύτερα από την φωνή του. Αντίθετα το δωδεκάμετρο της σειράς It Hurts me too ο John Mayall θα το έπαιζε όταν θα τηγάνιζε αυγά… αλλά ο Hall δεν το βάζει κάτω και χτυπιέται σε κάποια στιγμή τραβώντας μας την προσοχή μαζί με την κιθάρα του Larsen. Στο Airport, την καλύτερη στιγμή του δίσκου δείχνουν πόσο πολύ λατρεύουν τον Wilson Pickett και τον Joe Tex με καλή wah-wah κιθάρα. Αντίθετα θα έπρεπε να ντρέπονται να αντιγράφουν ξεδιάντροπα τον James Brown και τον Sly Stone στο Grints aint groceries. Με ένα «φού» θα τους εξαφάνιζαν…

Κι εδώ έγκειται η αποτυχία και τούτου του δίσκου με εξώφυλλο δυο σάπιες μπότες μισοβυθισμένες στο ποτάμι (του Misissippi ή του Rio Grande άραγε;): οι Wet Willie πάνε να ανακατευτούν πολύ με τους μαύρους χωρίς να είναι μαύροι και δεν προσπαθούν να το μπολιάσουν με δικά τους στοιχεία και (πάλι) δεν τους βγαίνει.

(*½)

 

3\- Keep On Smilin' (1974)

 

Tracklist: Country Side of life – Keep on smiling – Trust in the Lord – Soul Sister – Alabama – Lucy was in trouble – Soul Jones – Don’t wait too long – Spanish Moss – In our hearts.

 (Capricorn CP 0128)

Παραγωγή: Tom Dowd

Η αποτυχία των προηγούμενων δίσκων έφερε αναγκαία αλλαγές: πρώτ΄ απ΄ όλα στο εξώφυλλο για πρώτη φορά σκάνε μύτη οι αφεντομουτσουνάρες τους έξω από μια τζαμαρία (προφανώς από μαγαζί της πατρίδας τους) με μια παλιά φωτογραφία ενός γέρου μαύρου (τυφλού;) μπλουζίστα που προσωπικά αγνοώ ποιος είναι. Δεύτερον στην καρέκλα του παραγωγού κάθεται πλέον ο έμπειρος Tom Dowd (ψάξτε να βρείτε με ποιους έχει δουλέψει…) που από την μια δεν θέλει να τους στεναχωρήσει και τους πάει πάλι στα ίδια, αλλά από την άλλη θέλει να τους «ξεκολλήσει» απ΄ όλο αυτό το νότιο κλίμα τους και να εξερευνήσουν τις δυνατότητές τους μετά από δύο άλμπουμ και να δουλέψουν με αυτές. Τράβηξαν όμως την προσοχή της (τεράστιας τότε) Elkie Brooks και την πρόσθεσαν στα φωνητικά τούτου του δίσκου, χωρίς όμως να διαφέρουν σε τίποτε με αυτά των Williettes… Κατά τρίτον γνώρισαν επιτέλους την πρώτη τους μεγάλη επιτυχία: «λοιπόν λες ότι έχεις τα μπλουζ, μα δεν έχεις παρά μια τρύπα στα παπούτσια σου, κι αν νιώθεις μόνος και μπερδεμένος, πρέπει να συνεχίσεις να χαμογελάς» τραγουδά ο Hall στο Keep on smiling αφήνοντας προσωρινά τις στριγκλιές του και προσπαθώντας επιτυχώς να εξερευνήσει βαθύτερα την πραγματική φωνή του με καλή φυσαρμόνικα και φωνητικά. Ήταν η μεγαλύτερή τους επιτυχία καθώς ανέβηκε στο No. 10 του U.S. Billboard Hot 100 τον Αύγουστο του 1974. (ναι, την ίδια εποχή που στην Αγγλία οι προγκάδες έσκιζαν βλέπετε τι ανέβαινε στην Αμερική…).

Το καλύτερο κομμάτι του δίσκου όμως είναι το Lucy was in trouble. Ειδικά η εκτέλεσή του από το Live τους Drippin' Wet του 1973 διαρκεί δώδεκα ολόκληρα λεπτά και είναι απείρως πιο ασύλληπτη από αυτή του στούντιο και αυτήν αξίζει να αναζητήσετε – είναι το κάτι άλλο!! Βγάζουν τόνους ιδρώτα και περήφανα στέκονται δίπλα στους μαύρους αδελφούς τους, οι οποίοι μετά από τούτο το κομμάτι μάλλον άρχισαν να τους παίρνουν στα σοβαρά – στα πολύ σοβαρά. Απίστευτα φωνητικά από τον Hall που επιτέλους βάζει όμορφα χρώματα στην φωνή του και δείχνει πόσο πολύ αγαπάει τον James Brown, τον Sam Cooke και φυσικά τον Johnny Taylor και τον Otis Redding και η κιθάρα εδώ αφηνιάζει ευχάριστα!

Δυστυχώς όμως είναι και οι μόνες καλές στιγμές του δίσκου. Απορώ τι γούστα είχαν οι νέοι τότε που κάθε καρικατούρα του Otis Redding, όπως το Country Side of life την έκαναν χίτ, με τα ίδια να ισχύουν αυτή την φορά για τον James Brown στο Soul Jones, στο δε Soul Sister πρωταγωνιστούν οι τρεις πλέον Williettes σε Stax κλίμα με σαξόφωνα λένε συνέχεια το ρεφρέν χωρίς την πρώτη φωνή για πέντε ολόκληρα λεπτά και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί.

Τέλος στο μελό – ποπ Spanish Moss που ούτε καν ταιριάζει στο υπόλοιπο κλίμα του δίσκου φαίνονται οι κατευθύνσεις που θέλει να τους πάει ο Dowd: Να τους κάνει σαν τον Clapton της ίδιας εποχής που «τον είχε πελάτη». Δεν τα κατάφερε εδώ. Θα περιμένουμε λιγάκι ακόμα…

(**)

 

4\- Dixie Rock (1975)

 

Tracklist: She’s my lady – Ain’t he a mess – Dixie rock – Poor judge of character – Mama didn’t raise no fools – It’s gonna stop raining soon – Jailhouse moan – He set me free – Leona – Take it to the music.

 (Capricorn CP 0149)

Παραγωγή: Tom Dowd

Τα χρόνια περνούν, οι μουσικές αλλάζουν, αλλά αυτοί στο εξώφυλλο τον χαβά τους: μας φιλοδωρούν και πάλι με μια αυθεντική «νότια» πόζα τους δείχνοντας ότι δεν βαρέθηκαν. Βαρέθηκε όμως ο Anthony, τους τα βρόντηξε κάτω κι έφυγε και την θέση του πήρε ο Michael Duke (πλήκτρα και φωνητικά), και μάλλον αυτός ο τελευταίος τους αποτράβηξε λίγο από τις νότιες Bluesy ρίζες τους προς την Country εκπλήσσοντάς μας ευχάριστα: το ντουέτο του Hall με την αδελφή του Donna στο Take it to the music δένει υπέροχα με την pedal – steel κιθάρα να το πλαισιώνει γλυκά με γκόσπελ στολίδια και τούτο το κομμάτι είναι ενδεικτικό του τι μας περιμένει. Όπως και το καλύτερο του δίσκου Leona με ωραίο slide και φαίνεται άκουγαν πολύ Band όταν το έγραφαν.

Στο Dixie rock παίζουν δυνατά αλλά ζηλεύουν επικίνδυνα τους Bad Co. κι επιτέλους ξεθαρρεύει λίγο η κιθάρα με «νότια» περάσματα. Μεγάλη η διάρκειά του όμως 5 λεπτά και επαναλαμβάνεται άσκοπα. Οι ΖΖ Top σε τρία το πολύ λεπτά θα το είχαν τερματίσει και θα μας άφηναν με κομμένη την ανάσα. Στο δε φάνκυ Poor judge of character ο Hall ξελαρυγγιάζεται και πάλι αλλά η bluesy κιθάρα εδώ είναι αν μη τι άλλο αξιοπρόσεκτή!

Οι Wet Willie αλλάζουν με τούτο τον δίσκο και γίνονται πλέον ένα καλό ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ συγκρότημα. Αυτό εννοούσα όταν έλεγα πριν ότι ο Tom Dowd ήθελε να τους κάνει σαν τον Clapton της ίδιας εποχής. Γιατί τέτοια άλμπουμ έβγαζε και ο Clapton τότε – πλην όμως αυτός ξεπουλούσε άνετα. Οι Wet Willie γιατί;

(**½)

 

5\- The Wetter The Better (1976)

 

Tracklist: No no no – Teaser – Baby fat – Ring you up – Comic book hero – Walking by myself – Everything that’ cha do (Will come back to you) – Everybody’s Stoned.

 (Capricorn CP 0166)

Παραγωγή: Paul Hornsby

Η αλλαγή παραγωγού τους ξεκολλά τελείως από το μπλουζ – νότιο κλίμα τους και τους κάνει μια σύγχρονη ροκ εντ ρολλ μπάντα της εποχής. Και εδώ ο Hall μας δείχνει άλλες πτυχές της φωνής του που έως τώρα δεν γνωρίζαμε. Δεν ξέρεις τι να πρωτοδιαλέξεις, το ένα τραγούδι είναι καλύτερο από το άλλο και επιτέλους έβγαλαν την κορύφωσή τους. Δεν ξέρω όμως πώς πήγε εμπορικά. Σίγουρα στο νότο θα σαρώσανε, στο Billboard όμως; Ο Springsteen έχει ήδη καθιερωθεί και λογικό είναι οι φίλοι μας να τον αντιγράφουν (άλλοτε ευχάριστα, άλλοτε όχι…) ειδικά στο φτιαγμένο για τα τσάρτς της εποχής γρήγορο ροκάκι No no no με ωραίο σαξόφωνο, στο Teaser την καλύτερη στιγμή του δίσκου με ωραία κιθάρα και στο Walking by myself με ωραία φυσαρμόνικα από τον Hall (εδώ δείχνει τι μάστορας ήταν) την μπλουζ στιγμή του δίσκου με την country coda. Όχι δεν είναι το κομμάτι που είπε ο Gary Moore…

Η φωνή του Hall διαπρέπει στο φάνκυ Everything that’ cha do (Will come back to you). Είναι η καλύτερη που έχει κάνει σε τραγούδι και δείχνει ότι ο τύπος είχε δυνατότητες να διαπρέψει ως τραγουδιστής, ακόμα και σε σόλο καρριέρα με άλλη μπάντα να τον συνοδεύει. Ε, ρε και να ήταν μαύρος τι παπάδες θα κατέβαζε εδώ… «Όλοι είναι μαστουρωμένοι, αλλά το συναίσθημα έφυγε, μπορώ να σκεφτώ για πολλά πράγματα σ΄ αυτό το τραγούδι», όμως δεν τα λέει, αφήνει εμάς να τα σκεφτούμε στο Everybodys Stoned μια όμορφη μπαλάντα με πιάνο και γλυκιά φυσαρμόνικα και κιθάρα (είναι το μεγαλύτερο σόλο σε διάρκεια που έχω ακούσει σε τραγούδι τους) και θέλουν να πουν πολλά με αυτό το κομμάτι και κυρίως ότι το πνεύμα των sixties που τους γαλούχησε έχει φύγει οριστικά… Με αυτό το πολύ ωραίο κομμάτι για επίλογο κλείνουν μια ολόκληρη εποχή βγάζοντας το καλύτερο τους άλμπουμ με ένα πολύ πρόστυχο εξώφυλλο: ένα ηλιοκαμένο λαδωμένο γυναικείο κορμί να κρατάει ένα μισολιωμένο (ή…ελαφρώς μεταχειρισμένο) παγωτό ξυλάκι και να έχει γράψει με αυτό τον τίτλο του δίσκου πάνω του και το όνομα της μπάντας με αφρό ξυρίσματος(!!)

Δεν πρέπει ν΄ άφηναν ούτε θηλύκια γάτα ήσυχη οι μπαγάσες…

(***)

 

6\- Manorisms (1977)

 

Tracklist: Rainman – Make you feel love again – So blue – We got lovin’ – Don’t turn me away – Street corner serenade – One track mind – How’ bout you – Doin’ all the right things (the wrong way) – Let it shine.

 (Epic JE 34983)

Παραγωγή: Gary Lyons

Οι εποχές περνούσαν, οι φίλοι μας έβλεπαν την μουσική ν΄ αλλάζει και καταλάβαιναν ότι για να επιβιώσουν χρειάζονται (πάλι) ριζικές αλλαγές. Κι όχι μόνο τις έκαναν, του΄ δωσαν και κατάλαβε:

Κατ΄ αρχήν άλλαξε η μπάντα, η οποία διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη και ξαναφτιάχνεται. Μένουν οι δύο Hall με τον Duke και προστίθενται οι T.K. Lively (ντράμς), Marshall Smith και Larry Berwald (κιθάρες).

Κατά δεύτερον άλλαξαν εταιρεία διότι η Capricorn βάρησε κανόνι και «έμειναν στον άσσο» αλλά όχι για πολύ καθόσον τα λαγωνικά της πολυεθνικής Epic τους «ζαχάρωναν» από πολύ καιρό πριν κι έτσι υπέγραψαν με προοπτικές καλύτερης διαφήμισης και airplay, αλλά και περισσοτέρων δολαρίων στα βιβλιάριά τους.

Κατά τρίτον άλλαξαν και παραγωγό, ο οποίος όχι μόνο τους έπεισε να κάνουν όλα τα παραπάνω αλλά και τους έφερε στην…Βρετανία να ηχογραφήσουν, πράγμα πρωτοφανές για μια «νότια» μπάντα!!

Κατά τέταρτον άλλαξαν το εξώφυλλο: για πρώτη φορά θαυμάζουμε το όνομα της μπάντας με…γοτθικά(!) γράμματα με φόντο ένα αρχοντικό λουσμένο σε μπλε φως με ένα μοναδικό παράθυρο φωτισμένο και τεράστια σύννεφα καπνού από πάνω (μήπως έχει πιάσει φωτιά;), που δεν είναι άλλο, από το… Manor Studio στο Shipton – on Cherwell του Oxfordshire της Αγγλίας που ηχογραφήθηκε ο δίσκος, το οποίο και τον βάφτισε (Manor = Manorisms).

Κατά πέμπτον (και σπουδαιότερο) άλλαξε η μουσική. Αλλά εδώ θα μου επιτρέψετε να παρεκκλίνω λίγο, μιας και τούτος ο δίσκος ήταν ο πρώτος τους που κυκλοφόρησε τότε στην Ελλάδα. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι δεν γίνεται να μην παραθέσω δύο (2) κριτικές του τύπου της εποχής που αλληλοσυγκρούονται μεταξύ τους. Η πρώτη δικαιωματικά ανήκει στον αλήστου μνήμης Πητ Κωνσταντέα από το περιοδικό ΠΟΠ και ΡΟΚ που γράφει: «…Αυτό είναι το 8ο άλμπουμ των Wet Willie (φαίνεται βάζει και τα λάιβ τους μέσα που εγώ τα παραλείπω γι΄ αυτό τα βγάζει 8 άλμπουμ). Η πραγματικότητα αυτή πρέπει να τονιστεί από την αρχή, γιατί, μια και είναι η πρώτη φορά που κυκλοφορεί δίσκος τους στην χώρα μας, ο Έλληνας ακροατής μπορεί να καταλήξει στο λανθασμένο συμπέρασμα πως το Manorisms αντιπροσωπεύει το μουσικό κλίμα στο οποίο κινείται το Αμερικάνικο συγκρότημα. Λάθος. Το Manorisms αντίθετα αποτελεί παρέκκλιση από την πραγματική πορεία των Wet Willie – μια πορεία στον χώρο του μπούγκι – ροκ του νότου των ΗΠΑ. Η αλλαγή αυτή μπορεί να αυξήσει μελλοντικά την δημοτικότητα του συγκροτήματος, προς το παρόν όμως δείχνει γυμνές τις πληγές τους: ακροβασίες σ΄ ένα μουσικό ύφος που δεν τους είναι γνώριμο ακόμα, προχειρότητας, συνθέσεις όχι ουσιαστικές. Ξεχωρίζουμε μόνο το Rainman σαν αντιπροσωπευτικότερο κομμάτι του δίσκου. Αξίζει να πούμε πως αν το Ποπ και ροκ είχε καθιερώσει βραβείο ωραιότερου εξωφύλλου γι΄ αυτόν τον μήνα θα το είχε αποσπάσει το Manorisms…». Του βάζει δε βαθμό: Β (μέτριος) και αναφέρει τον παραγωγό ως…«Γκάρυ Λάϊους»!!! 

Η δεύτερη είναι του Γαλλικού Περιοδικού Rock & Folk σε μετάφραση αγνώστου την οποία αναδημοσίευσε τότε το ποπ και ροκ, που λέει «…Το συγκρότημα αυτό μόλις έβγαλε ένα μικρό έργο τέχνης του μοντέρνου ρυθμ εντ μπλουζ. Μέχρι τώρα μας πρόσφεραν λίγα άλμπουμ αρκετά ζουμερά στα οποία μπορούσαμε να τους κατηγορήσουμε όχι για έλλειψη ενεργητικότητας, αλλά για την απουσία αυτής της καθαρής τάξεως που κάνει τα μεγάλα συγκροτήματα αυτού του είδους. Φέτος οι Wet Willie άλλαξαν σχηματισμό. Κράτησαν δύο παλιούς τον Jimmy Hall και τον Mike Duke. Άλλαξαν και παραγωγό. Απαρνήθηκαν τα νότια μέρη και πήγαν να ηχογραφήσουν («μαγνητοφωνήσουν» το γράφει ο μεταφραστής – τι στο καλό από τι λεξικό μεταφράζανε;) στο Χανουαρ Αλμπιον (έτσι το γράφει το στούντιο ο μεταφραστής…), μεγάλη αλλαγή. Οι Wet Willie αφοσιώθηκαν στο ρυθμ εντ μπλουζ και το αποτέλεσμα είναι το Manorisms που θα εκπλήξει πολλούς. Κάθε κομμάτι είναι το μοντέλο της τελειότητας. Όταν ακούμε τον δίσκο έχουμε την εντύπωση ότι το συγκρότημα πετυχαίνει ότι κάνει. Θα μπορούσαμε να τους παρομοιάσουμε με τους J. Geils Band χωρίς να ξέρουμε ποιοι είναι οι καλύτεροι. Συντηρούν μακρινούς ρυθμούς, σαν αυτούς τους ρυθμούς αλά Stax που φαίνονται να μην τελειώνουν ποτέ. Όσα σ΄ αυτόν τον δίσκο τραβάνε την προσοχή και παροτρύνουν την όρεξη. Οι Wet Willie έγιναν ένα μεγάλο συγκρότημα…»

Ποια είναι η αλήθεια; Μα…κάπου στην μέση. Στρέφονται μεν σε νέες κατευθύνσεις εγκαταλείπουν τελείως το ρυθμ εντ μπλουζ κλίμα τους, αλλά για να πετύχεις πρέπει να έχεις κάτι να πεις και οι φίλοι μας δεν νομίζω να τα καταφέρνουν και τόσο καλά… κρίμα γιατί εδώ τα φωνητικά του Hall πιστεύω ότι είναι καλύτερα και πιο μεστωμένα από ποτέ… Άρα λοιπόν εδώ ο Πητ έχει κάποιο δίκιο. Το καλό όμως είναι ότι οι νέοι κιθαρίστες έφεραν περίσσια πνοή στην μπάντα και κακώς που δεν τους είχαν από πριν. Μεγάλη ευθύνη φέρει και ο Lyons που τους έβαλε σε σειρά, πρόσεξε τις ενορχηστρώσεις, βελτίωσε στα μέγιστα τα φωνητικά με κόλπα του στούντιο και έβγαλε επιτέλους την μελωδία μπροστά!! Εδώ έχει δίκιο και το Rock & Folk.

Το ιντερνετ λέει ότι εδώ δοξάζουν τον ήχο της Motown. Μόνο στο Make you feel love again συμβαίνει αυτό, ειδικά οι Miracles και οι Four Tops έχουν την τιμητική τους, αλλά ποιος χρειάζεται μιμητές, όταν υπήρξαν αυτοί οι γίγαντες; Και οι νεοφερμένοι κιθαρίστες εδώ δείχνουν αμέσως την κλάση τους επιτέλους βγαίνοντας λίγο μπροστά με λιτό αλλά περιεκτικό σόλο. Κι όταν οι Γάλλοι τους παρομοιάζουν με τους J. Geils Band θα είχαν ακούσει σίγουρα το We got lovin που δεν παύει να τους αντιγράφει στεγνά, αλλά δεν παύει και να σε ξεσηκώνει για χορό. Σίγουρα ο Springsteen θα το είχε για τυρόπιτα…

Springsteen είπαμε πάλι; Είναι λες και τους δάνεισε το Street corner serenade με καλούτσικο σαξόφωνο και ωραία φωνητικά. Πολύ καλή και πάλι η πρώτη φωνή του Hall και μια από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου, όπως και το σλόου Dont turn me away, που εάν το έβγαζαν στα προηγούμενα άλμπουμ τους θα τους πυροβολούσαν και εδώ φαίνεται το πόσο σημαντικό ρόλο παίζει ο παραγωγός σε έναν δίσκο και πώς «συμμαζεύει» ένα συγκρότημα και τί πρόοδο καταφέρνει να πετύχει με τη φωνή του Hall μελωμένη ευχάριστα από τα συνθεσάιζερς(!!!) που μπαίνουν από κάτω και της δίνουν άλλη αίσθηση, παρά την μεγαλούτσικη διάρκειά του (σχεδόν 5λεπτο) και οι δισολιές στις κιθάρες του δίνουν και ένα χαρντροκίζον χρώμα! Ξεχωρίζουμε (όπως και ο Πήτ) και το Rainman που βάζει πλώρη για χιτ σινγκλ της εποχής με ωραία «ενισχυμένα» φωνητικά (που πήγαν οι καημένες οι Williettes;) που παρ΄ ότι θυμίζει έντονα Eagles και America, δεν είναι κι άσχημο.

Οι φίλοι μας πήγαν στα μεγάλα σαλόνια από τους αχυρώνες του νότου, λουστραρίστηκαν, προσπάθησαν να βγάλουν έναν άλλο «πιο light» ήχο και παρ΄ ότι ο δίσκος δεν είναι άσχημος και συνέχισαν να έχουν επιτυχία στα λάιβ τους, πούλησε ελάχιστα. Και αυτό σήμανε την αρχή του τέλους που ήρθε με τον επόμενο ακριβώς δίσκο.

(***)

 

 

7\- Which One's Willie? (1979)

 

Tracklist: Ramona – Stop and take a look (At what you’ve been doing)/ Don’t let the green grass fool for you – Weekend – Smoke – The hard way – Tired dreams – This time – Mr. Streamline - You don’t know what you mean to me.

 (Epic PE 35794)

Παραγωγή: Lennie Petze

Νομίζω η καλύτερη ηχογράφηση που έχει γίνει ποτέ σε δίσκο τους και κρίμα γιατί έμελλε να είναι και ο στερνός τους! Το πνεύμα του Springsteen και των J. Geils Band συνεχίζει να τους στοιχειώνει, αλλά ο τίτλος του δίσκου δείχνει πλέον ότι η έμπνευση έχει από πολλού στερέψει και είναι πλέον η ώρα των αντιγραφών απ΄ όπου βρούν και απ΄ όποιον τους έρχεται στο μυαλό: Εδώ αρχίζουν και φλερτάρουν στεγνά με τις ντισκοτέκ της εποχής, ειδικά στο Smoke χτισμένο πάνω στο μοτίβο του Love is in the air (πόσους τελικά ΔΕΝ έχει εμπνεύσει τούτο το τραγούδι;) βάζουν ένα φάνκυ το στολίζουν με πνευστά και ωραία φωνητικά αλλά για μια μπάντα με την ιστορία τους μάλλον σαν εξύβριση φαντάζει! Αλλά και στο This time την καλύτερη στιγμή του δίσκου υμνούν το πνεύμα του Philadelphia Sound με ωραία ενορχήστρωση που μου θυμίζει μια ωραία εποχή που έφυγε και δεν ξαναγύρισε ποτέ η ρουφιάνα! Θα τα πήγαιναν πάντως καλά (αν και λευκοί) σαν Philly ντισκάδες, αλλά δυστυχώς γι΄ αυτούς υπήρχαν άλλοι που το έκαναν καλύτερα…

Ηighlight του δίσκου θα μπορούσαμε να χρίσουμε και το Ramona με ελαφρούς λάτιν ρυθμούς, αλλά εδώ τέτοιες σούπες ακούγαμε τότε στην Eurovision. Το δε φάνκυ Stop and take a look παρά την ωραία φωνή του Hall ξεχνιέται χωρίς δεύτερο άκουσμα. Απομένει ο ασπρόμαυρος ξανθομπάμπουρας να κρατά μια φωτογραφία της μπάντας με πιο προσεγμένα ρουχαλάκια, γραβατιές και τα σχετικά στο εξώφυλλο.

Εδώ φαίνεται ξαναθυμήθηκαν ότι είναι λευκοί, γι΄ αυτό και παίζουν σαν λευκοί…

(**)

Μια νέα εποχή άρχισε να ανατέλλει στην μουσική και οι Wet Willie μην μπορώντας να την ακολουθήσουν διαλύθηκαν το 1980 (αναλογιστείτε ότι εδώ κοτζάμ J. Geils Band άλλαξαν και λίγο αργότερα διαλύθηκαν κι αυτοί…) και ξαναφτιάχτηκαν το 1990 με πολλές αλλαγές μελών μόνο για κάποια (αδιάφορα) άλμπουμς όταν πια η μαγεία είχε χαθεί για το νότιο ροκ και τους απέμειναν μόνο οι περιοδείες, τις οποίες συνεχίζουν μέχρι τις ημέρες μας καθόσον η ένταξή τους το 1976 στο Alabama Hall of Fame και το 2014 στο Georgia Music Hall of Fame δείχνει ότι κάθε άλλο παρά άσημοι είναι στον Αμερικάνικο Νότο (αλλά και στην Ελληνική επαρχία μαζί με τους Skynyrd…).

Αν βρισκόμασταν στο 1978 δεν θα μίλαγα για τίποτε άλλο για μήνες. Όμως σήμερα που οι εποχές έχουν αλλάξει τόσο δραματικά, μετά την 2η ακρόαση άρχισα να βαριέμαι… Τους ξαναθυμηθήκαμε γιατί κάποτε κράτησαν επάξια την σημαία του νότιου ρόκ με ήχους κάποιας μακρινής και θεοσβησμένης εποχής που όσες προσπάθειες και αν γίνουν δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει ποτέ.

Τώρα αυτό είναι καλό ή κακό; Δεν ξέρουμε να πούμε…

 

Γιώργος Δ. Δημόπουλος

 

ΠΗΓΕΣ:

Wikipedia

Allmusic

YouTube

Discogs

ΠΟΠ και ΡΟΚ τεύχος 5 (ΙΟΥΛΙΟΣ 1978) σελ. 72 – 73).

Γιώργος Δ. Δημόπουλος

Ο Γιώργος Δ. Δημόπουλος μετά από 35 χρόνια οπτικοακουστικής και έντυπης ενασχόλησης με την μουσική, στούμπωσε και εξερράγη ο ροκ γραφιάς (=θάψιμο με το καντάρι) που έκρυβε μέσα του, από τότε που άκουσε Birthday Party για πρώτη φορά του κόπηκ΄ η αναπνοή και έκτοτε υποστηρίζεται μηχανικά (σαν τον Darth Vader), λατρεύει και επαινεί την Θήβα όπου ζει και εργάζεται(..) και ταυτόχρονα την μισεί και την χλευάζει ανά την γη (τέτοια μαζόχα!!), πιστεύει στον Βάζελο και στα πιτόγυρα και αρνείται να δεχτεί ότι υπάρχει μουσική από το 1993 και δώθε (ΜΗ ΒΑΡΑΤΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙΙΙΙΙ!!!!).

Νέα Δίσκοι      Συναυλίες Συνεντεύξεις Στήλες Archive    Rookie's corner   Artist Index
 Επικαιρότητα   Κριτικές Συναυλιών Text Interviews Music Scouting      
 Ενημερώσεις   Προτάσεις για συναυλίες   Memory Lane      
        Local Jams
     
        Record Shuffle      
        Άρθρα