Η πρώτη διοργάνωση του Smoke the Fuzz Fest έκλεισε με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο καθώς οι Cult of Luna μαζί με την Julie Christmas έδωσαν ένα τρομερό show, μεταφέροντας επί σκηνής με αψεγάδιαστο τρόπο την μεγαλειώδη φετινή συνεργασία τους στο LP Mariner. Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να μιλήσουμε για ένα από τα live της χρονιάς: Όσοι βρέθηκαν εκεί θα το «κουβαλάνε» μαζί τους για χρόνια.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, για να δούμε πως καταλήξαμε σε μια τέτοια ανεπανάληπτη εμπειρία. Τον περασμένο Ιανουάριο, όταν το αριστουργηματικό αυτό δημιούργημα δύο μεγάλων φάρων του ακραίου ήχου έλαβε σάρκα και οστά, κανένας δεν πίστευε ότι επρόκειτο ποτέ να ερμηνευτεί ζωντανά. Ο ίδιος ο Johannes Persson άλλωστε είχε δηλώσει ότι υπήρχαν πολλές δυσκολίες σε αυτό το εγχείρημα και ότι είναι σχεδόν αδύνατο να πραγματοποιηθεί κάποια συνύπαρξη με την Julie Christmas επί σκηνής. Κι όμως, εδώ είμαστε να σχολιάσουμε τα επακόλουθα αυτού του μεγαλειώδους live, που υπό προϋποθέσεις αγγίζει την τελειότητα της προηγούμενης εμφάνισής τους πριν από αρκετά χρόνια στο παλιό Fuzz, επί της λεωφόρου Βουλιαγμένης.
Η αλήθεια είναι ότι εξ ορισμού δεν μπορούμε να συγκρίνουμε αυτές τις δύο εμφανίσεις των Cult of Luna στη χώρα μας. Στη μία τους απολαύσαμε με την πληρέστερη σύνθεση που είχαν ποτέ και με ένα setlist βγαλμένο από το πιο τρελλό όνειρο του πλέον απαιτητικού οπαδού, ενώ το βράδυ της Κυριακής βιώσαμε το πάντρεμα του γνωστού πολυεπίπεδου ήχου των Cult of Luna με την παράνοια που ενσαρκώνει η Julie Christmas. Έχοντας αυτές τις παραμέτρους κατά νου, θαρρώ ότι η εξαγωγή ενός ασφαλούς συμπεράσματος είναι εξαιρετικά δύσκολη, άλλωστε μπορεί να μην έχει και σημασία να γίνει κάτι τέτοιο. Σημασία έχει αυτό που μένει μετά. Και είμαι σίγουρος, ότι ακόμα και οι πιο έμπειροι ακροατές, σε καμία περίπτωση δεν περίμεναν αυτό το ηχητικό και βιωματικό αποτέλεσμα.
Η αρχή του ταξιδιού που πραγματεύεται ο δίσκος έγινε με το A Greater Call, το οποίο πέρα από μια γερή προθέρμανση των ακουστικών μας πόρων, λειτούργησε και σαν καταλύτης που οδήγησε στην βαθμιαία καλυτέρευση του ήχου, αλλά και του δεσίματος όσων βρίσκονταν μπροστά στην σκηνή. Διότι με την πάροδο του χρόνου, μπάντα και κοινό έγιναν κυριολεκτικά ένα (γεγονός που επισφραγίστηκε στο τέλος της εμφάνισης). Αλλά ας μην προτρέχουμε. Το Chevron, ήρθε να δικαιώσει όλα όσα γράφτηκαν πιο πριν. Τόσο η μπάντα όσο και η Julie, έπιασαν το μέγιστο της απόδοσής τους, προοικονομώντας μεγάλα πράγματα. Στη συνέχεια, και τηρώντας ευλαβικά την σειρά του δίσκου, ακούστηκε το The Wreck of S.S. Needle, το οποίο αποτελεί και την πληρέστερη εκδοχή αυτής της αιρετικής συνένωσης. Για τους μυημένους, η απόλαυση της χαοτικής δόμησης όλων αυτών ηχητικών στρωμάτων ήρθε ως φυσικό επακόλουθο της από χρόνια εμβάθυνσης στη μουσική των Cult of Luna. Όλοι οι υπόλοιποι, απλά γεύτηκαν το απόσταγμα αυτής της μεθόδου, όπου η προσθήκη των απόκοσμων γυναικείων φωνητικών προσέδωσε μια λυτρωτική αίσθηση.
Το Approaching Transition αποτέλεσε βάλσαμο (έστω παροδικό) για τον αναστατωμένο ψυχισμό μας. Η ακραία συμπεριφορά της Julie επί σκηνής, όπου χτυπιόταν ή έσκιζε μέρος των ρούχων της, κατάφερε θέλοντας και μη να επηρεάσει ένα μεγάλο μέρος του κοινού. Οπότε το πιο ατμοσφαιρικό Approaching Transition, ήρθε για επαναφέρει τις ισορροπίες αλλά και να μας δώσει ανάσες για τη συνέχεια. Διότι μπορεί το καταιγιστικό Cygnus να αποτελεί το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, και μέχρι εκείνη την στιγμή το τελευταίο κάθε setlist της περιοδείας, ωστόσο οι Σουηδοί είχαν άλλες διαθέσεις.
Μετά από ένα σύντομο διάλειμμα, κι αφού η Julie και ο Johannes κατέβηκαν για να χαιρετήσουν έναν έναν όσους βρίσκονταν στην πρώτη σειρά, γύρισαν πάνω στη σκηνή (χωρίς την Julie αυτή τη φορά) για κάτι που κάνουν σπάνια. Κάπως έτσι, το encore μιας επικής εμφάνισης ήταν γεγονός. Τα I:The Weapon και In Awe Of, αποτέλεσαν την ανταμοιβή του ελληνικού κοινού για την μακροχρόνια αναμονή του, μιας και η περιοδεία για το Vertikal δεν πέρασε από την χώρα μας. Τα δύο τραγούδια από τον εν λόγω δίσκο ήρθαν να καλύψουν το κενό, με το κοινό να επιφυλάσσει την δυναμικότερη ανταπόκριση. Ειδικά οι πρώτες νότες του I:The Weapon έσπειραν τον πανικό στις πρώτες σειρές, που μπορεί να ανυπομονούσαν για κάποιο παλιότερο κομμάτι, ωστόσο δεν φάνηκαν να έχουν δεύτερες σκέψεις.
Το τέλος της βραδιάς μας βρήκε ανήμπορους να καταλάβουμε τι πραγματικά είχε συμβεί. Αποχαυνωμένα βλέμματα τριγύριζαν, ενώ λέξεις όπως «μεγαλειώδες», «ανεπανάληπτο» και άλλα σχετικά άρχισαν να ακούγονται στον χώρο. Η αλήθεια είναι (όπως είπαμε και παραπάνω) ότι τέτοια εμφάνιση είχε υπάρξει ξανά. Αλλά ναι, για όσους δεν είχαν την τύχη να την βιώσουν τότε, η συναυλία της Κυριακής μπαίνει άνετα στο πάνθεον των συναυλιών αυτού του ήχου, μαζί με αυτές των Neurosis και των Swans (αμφότερες στο Fuzz). Μέχρι την επόμενη λοιπόν, θα έχουμε να λέμε.
Κείμενο: Νίκος Ζ. / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής