Αν υπάρχει ένα συγκρότημα της (σχετικά) νέας γενιάς των ελληνικών συγκροτημάτων που μου αρέσει άνευ όρων πέραν των Bazooka, θα σας πω χωρίς ενδοιασμό ότι αυτό είναι οι Noise Figures. Έχω συζητήσει πολύ για την περίπτωσή τους και έχουν υπάρξει άνθρωποι (όχι πολλοί, είναι η αλήθεια) των οποίων την γνώμη σέβομαι πολύ που εκφράζουν διάφορες αντιρρήσεις, όμως στην περίπτωσή τους ειδικά, είμαι μάλλον αγύριστο κεφάλι. Δεν είναι μόνο το είδος που παίζουν, αυτό το μανιασμένο psych rock’n’roll που οφείλει πολλά στους Black Angels, αλλά, όσο περνάει ο καιρός και στους Kyuss. Είναι το πόσο εμφανής είναι η δουλειά που βάζουν στην μουσική τους, κάτι που τους κατατάσσει αυτόματα στους επαγγελματίες, αλλά και το ότι ο επαγγελματισμός αυτός μπολιάζεται με γενναίες δόσεις «ερασιτεχνικού» ενθουσιασμού, αυτή την ανυπέρβλητης ομορφιάς βλακεία (ναι, καλά διαβάσατε, βλακεία, χαζομάρα, αυτό εννοώ) που κάνει π.χ. εφηβικά garage κομμάτια που γράφτηκαν πριν από πάνω από μισό αιώνα να ακούγονται σαν αριστουργήματα. – ιδίως σήμερα. Συνδυάζουν την γνώση και την ευρεία αντίληψη των ανθρώπων που έχουν ακούσει πολλή και καλή μουσική, την οποία παρεμπιπτόντως αντιλαμβάνονται (δεν είναι αυτονόητο), με τον φανατισμό του νεοφώτιστου, που ανακαλύπτει πόσο αφοπλιστικά όμορφο, εθιστικό μπορεί να γίνει το ένα και μοναδικό επαναλαμβανόμενο ακόρντο σε μία μισοσκεβρωμένη κιθάρα. Τα έχουν όλα αυτά οι Noise Figures, σε γενναίες, όπως είπα πιο πάνω δόσεις και αυτό απλώς δεν κρύβεται.
Στην νέα τους αυτή δουλειά, το τρίτο LP τους, δεν μας επιφυλάσσουν κάποια έκπληξη από μουσικής πλευράς, είναι η αλήθεια. Δεν πάνε πολύ παραπέρα των ήχο τους. Και πριν προλάβουν οι επαϊοντες να πουν ότι αυτό είναι ντε και καλά αρνητικό, παρακαλώ πολύ σκεφτείτε τι θα είχε συμβεί αν οι Ramones ανακάλυπταν κάπου εκεί στον τρίτο με τέταρτο δίσκο τους, ότι ίσως θα έπρεπε να προσθέσουν progressive πινελιές (συγχωρείστε την διεστραμμένη φαντασία μου). Όχι, όλο αυτό αρνητικό δεν μπορεί να είναι, όταν μετουσιώνεται σε κομμάτια σαν το εναρκτήριο Taste Like Time, που, εκτός από τον θαυμάσιο τίτλο, έχει να μας προσφέρει ένα όχι πρωτότυπο ίσως, αλλά υπέροχα σκοτεινό riff που θυμίζει όχι μόνο τους Black Angels αλλά και τους 13th Floor Elevators, αλλά και ένα απλό, όσο και όμορφο ρεφραίν που σε χτυπά κατευθείαν στο νευρικό σύστημα, άψογα χρησιμοποιημένα δεύτερα φωνητικά και μπόλικη ένταση. Και τα ίδια ισχύουν για τα πιο γκαραζίστικα πειραγμένα blues του Strange Medium Child που ακολουθεί, το Stay Forever Young και το ζόρικο Out Of Touch, άψογο δείγμα του πόσο καλά ξέρει το ντουέτο από την Αθήνα να παρουσιάσει ένα κομμάτι με τρόπο ενδιαφέροντα. Μόνη παρατήρηση, ότι η δεύτερη πλευρά του δίσκου είναι καλή μεν (εκεί βρίσκουμε το ομότιλο Telepath που είναι θαυμάσιο, όπως και το Glow Electric, την πιο ψυχεδελική στιγμή του δίσκου), όχι όμως όσο καλή η πρώτη. Ψιλά γράμματα, αφού ο δίσκος ακούγεται θαυμάσια στο σύνολό του, ακριβώς γιατί αποτελεί μία σαφέστατα ποιοτική ηχογράφηση, χωρίς την παραμικρή υποσημείωση. Και μπορώ εύκολα να προβλέψω ότι και η συνέχεια (που είναι επιβεβλημένο να υπάρξει) θα είναι ανάλογη, όσο παρακινδυνευμένες και αν έιναι τέτοιου είδους προβλέψεις.
8/10